Η αναταραχή στη Μέση Ανατολή με αφορμή το Κατάρ αυξάνει τους φόβους μεταξύ των διοικήσεων των ελληνικών τεχνικών εταιρειών, πως η πολυετής προσπάθεια ενίσχυσης της εξωστρέφειας, που σκόνταψε στα Βαλκάνια, θα βρεθεί τώρα αντιμέτωπη και με την κρίση στη Μέση Ανατολή.
Προκειμένου να αντιμετωπίσουν τη βύθιση της αγοράς δημοσίων έργων στην Ελλάδα, οι μεγάλοι ελληνικοί όμιλοι επεκτάθηκαν από τις αρχές της δεκαετίας στη Βαλκανική και τη Μέση Ανατολή. Στα Βαλκάνια έχουν πλέον περιορισμένη παρουσία, αφού η δραστηριοποίησή τους είχε συνδυαστεί με τις ελληνικές τράπεζες, που είχαν, επίσης, επεκταθεί στις γειτονικές χώρες.
Μαζί με τις ελληνικές τράπεζες, που αποχώρησαν πουλώντας τις θυγατρικές τους από τα Βαλκάνια, αποχώρησαν και οι μεγάλοι Ελληνες κατασκευαστές, οι οποίοι είχαν επενδύσει πολλά στη Μέση Ανατολή.
Οι τρεις μεγάλοι κατασκευαστικοί όμιλοι, περισσότερο οι ΕΛΛΑΚΤΩΡ και J&P ΑΒΑΞ και λιγότερο η ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ, εκτελούν αυτή την περίοδο έργα δισεκατομμυρίων ευρώ σε χώρες του Αραβικού Κόλπου. Μεταξύ αυτών η «Χρυσή Γραμμή» του μετρό της Ντόχα στο Κατάρ, που κατασκευάζει κοινοπραξία υπό την ΑΚΤΩΡ. Το συγκεκριμένο έργο αποτελεί στην ουσία σχεδόν το ένα τρίτο του ανεκτέλεστου υπολοίπου του ομίλου ΕΛΛΑΚΤΩΡ, που κινείται κοντά στα 2,6 δισ. ευρώ.
Αλλά και η J&Ρ ΑΒΑΞ εκτελεί έργα στην περιοχή και μεταξύ αυτών περιλαμβάνεται η σύμβαση αξίας περίπου 400 εκατομμυρίων με τον ιδιωτικό όμιλο Mass Global Holdings για τη μελέτη, κατασκευή και θέση σε λειτουργία ενός σταθμού ενέργειας ισχύος 1.500 MW στα περίχωρα της Βαγδάτης στο Ιράκ. Η συνολική αξία του έργου, μαζί με τον τεχνικό εξοπλισμό που θα αγορασθεί απευθείας από τον ιδιοκτήτη και θα εγκατασταθεί και θα τεθεί σε λειτουργία από την J&Ρ-ΑΒΑΞ, είναι της τάξης του ενός δισ. δολαρίων.
Ο όμιλος ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ έχει ολοκληρώσει τα περισσότερα έργα στο Κατάρ (με την εξαίρεση έργου εγκατάστασης δικτύων σε βιομηχανική περιοχή), αλλά έχει παρουσία με τοπικά γραφεία σε αρκετές από τις γειτονικές χώρες. Περί το 15% του ανεκτέλεστου υπολοίπου του ομίλου (που ανέρχεται σε περίπου 2,5 δισ. ευρώ) προέρχεται από την ευρύτερη περιοχή.
Στελέχη κατασκευαστικών ομίλων υποστηρίζουν πως η κατάσταση είναι ακόμα θολή, αλλά μεταφέρουν την αγωνία στελεχών τους που έχουν μετακομίσει οικογενειακώς π.χ. στο Κατάρ. Οι ίδιοι προσθέτουν πως εκτός από τα καθημερινά προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι οικογένειες Ελλήνων μηχανικών στο Κατάρ, υπάρχουν και άλλα ζητήματα όπως η δυσκολία του να ταξιδέψει κάποιος από μια χώρα του Κόλπου σε μια άλλη, λόγω των μέτρων που εφαρμόζονται πλέον. Και επειδή στην Ντόχα είχαν στηθεί επιτελικά γραφεία τεχνικών εταιρειών, που επιβλέπουν ολόκληρη την περιοχή, το έργο των συγκεκριμένων στελεχών δυσκολεύει.
Τα ίδια στελέχη καταγράφουν, πάντως, την εικόνα αποκλιμάκωσης που μεταδίδεται από κάποιες εκ των εμπλεκόμενων πλευρών και τις ΗΠΑ. Προσθέτουν πως τις επόμενες ημέρες θα υπάρχει περισσότερο ξεκάθαρη εικόνα. Επισημαίνουν πως σε ορισμένες περιπτώσεις τα γραφεία της Μέσης Ανατολής στελεχώνονται από ανθρώπους οι οποίοι προ ετών εργάζονταν στη Βόρεια Αφρική και κυρίως στη Λιβύη και αντιμετώπισαν σοβαρότατους κινδύνους την περίοδο της άγριας εμφύλιας σύρραξης που οδήγησε στην πτώση του Μ. Καντάφι.
Οι ίδιοι θεωρούν, πάντως, πως δύσκολα θα ζήσουμε εικόνες αντίστοιχες με αυτές που βίωσαν παλαίμαχοι μηχανικοί που στελέχωναν τις κραταιές ελληνικές κατασκευαστικές εταιρείες στις δεκαετίες του ’60 και του ’70.
Στελέχη της Σκαπανέας, που είχαν ιδρύσει το 1963 οι Αλέκος Λαναράς, Ιων Παράσχης και Νίκος Καββαδάς, και είχε αναλάβει τεράστια συμβόλαια στο Ιράν, θυμούνται πως περνούσαν νύχτα τα σύνορα του Ιράν (το προσωπικό, οι εργάτες μαζί με τα γυναικόπαιδα και τα μηχανήματα), εξαιτίας της Ισλαμικής Επανάστασης και της φυγής του Σάχη το 1979. Η Σκαπανέας κατέρρευσε ένα χρόνο μετά και αφέθηκε στην τύχη της από την επίσημη ελληνική πολιτεία, η οποία ουδέποτε διεκδίκησε τα συμβόλαια από το νέο καθεστώς του Ιράν, όπως έκαναν αρκετές ευρωπαϊκές κυβερνήσεις.
Προ ετών, ο εκ των ιδρυτών της εταιρείας Ιων Παράσχης έγραψε ακόμα και βιβλίο, με στόχο να υπενθυμίσει πως η περίπτωση Σκαπανέα «πρέπει να δώσει στην ελληνική κυβέρνηση την αφορμή για οργάνωση των μηχανισμών προστασίας των ελληνικών επιχειρήσεων, που αποφασίζουν να δραστηριοποιηθούν στο εξωτερικό».