Τράπεζες: Τι «παίζει» με τα επιτόκια καταθέσεων

Μάχες για να αποφευχθεί ένας πιθανός πόλεμος επιτοκίων καταθέσεων στα γκισέ των τραπεζών δίνουν η κυβέρνηση και η Τράπεζα της Ελλάδος. Οι φόβοι, τα εμπόδια και ο αναμενόμενος άσος στο μανίκι.

Τράπεζες: Τι «παίζει» με τα επιτόκια καταθέσεων
Eντονος προβληματισμός επικρατεί στην κυβέρνηση, στην Τράπεζα της Ελλάδος και σε οικονομικούς παράγοντες της χώρας για την ανοδική τάση που παρατηρήθηκε τον Ιανουάριο στα επιτόκια καταθέσεων.

Γεγονός είναι ότι από την αρχή του έτους έως σήμερα τα επιτόκια καταθέσεων έχουν αρχίσει να... τσιμπάνε ανησυχητικά, ιδίως από ορισμένα μικρά πιστωτικά ιδρύματα.

Μάλιστα, οι υψηλές αποδόσεις δεν δίνονται τώρα επιλεκτικά μόνο στα πολύ μεγάλα «πορτοφόλια», αλλά επεκτείνονται κατά καιρούς και στα μεσαία. Άλλες φορές δίνονται για το 100% του ποσού και άλλες για το μεγαλύτερο μέρος του και το υπόλοιπο ποσοστό της επένδυσης τοποθετείται από τις τράπεζες σε προϊόντα μηδενικού ρίσκου (π.χ. αμοιβαία κεφάλαια διαχείρισης διαθεσίμων).

Σε κάθε περίπτωση, η κυβέρνηση και η Τράπεζα της Ελλάδος πιστεύουν ότι η άνοδος στα επιτόκια καταθέσεων θα μετακύλιε το ανεβασμένο κόστος άντλησης χρήματος στις χορηγήσεις, αυτό όμως θα οδηγούσε, με τη σειρά του, σε περισσότερα λουκέτα και σε εντονότερη ύφεση.
Επιπλέον, όλοι κατανοούν ότι όσο αυξάνεται το κόστος άντλησης χρήματος για τα πιστωτικά ιδρύματα της χώρας τόσο αυτά θα έχουν λιγότερο «λίπος» ώστε να αντέξουν το κύμα των μη εξυπηρετούμενων δανείων, που αυτήν την εποχή... χτυπάει κόκκινο.

--- Η δύσκολη εξίσωση

Οι δυσκολίες του ζητήματος προέρχονται από το πρόβλημα της ρευστότητας το οποίο αντιμετωπίζει σήμερα το εγχώριο τραπεζικό σύστημα, όπως και από τις επιπτώσεις της οικονομικής ύφεσης στις καταθέσεις και στην εξυπηρέτηση των τραπεζικών δανείων.

Συγκεκριμένα, μερικές από τις πτυχές του ζητήματος είναι οι εξής:

1. Η έκθεση των ελληνικών πιστωτικών ιδρυμάτων στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα υπερβαίνει τα 90 δισ. ευρώ και είναι αμφίβολο κατά πόσον η ΕΚΤ θα συνεχίσει την πολιτική απρόσκοπτης (και πολύ φθηνής) χρηματοδότησης του ελληνικού τραπεζικού συστήματος.

2. Η τρόικα έχει ανάψει... κόκκινο φως σε έναν πιθανό τρίτο πυλώνα ενίσχυσης των τραπεζών της Ελλάδας από το Δημόσιο, τονίζοντας ότι όποιος όμιλος θέλει μπορεί να κάνει χρήση του προγράμματος των προνομιούχων μετοχών των 10 δισ. ευρώ, που περιλαμβάνεται στο πρόγραμμα στήριξης της Ε.Ε. και του ΔΝΤ. Οι ελληνικές τράπεζες, ωστόσο, φαίνεται πως θεωρούν το πακέτο των 10 δισ. ευρώ την τελευταία λύση και επί του παρόντος τουλάχιστον δεν τη βάζουν καν στο τραπέζι...

3. Όλοι περιμένουν ότι το 2011 θα συνεχιστεί η μείωση των καταθέσεων των πιστωτικών ιδρυμάτων της χώρας, όχι γιατί θα υπάρξουν εκροές κεφαλαίων προς το εξωτερικό, αλλά διότι σε μια περίοδο κρίσης, όπου δεν παράγεται «νέο χρήμα», πολλές επιχειρήσεις και νοικοκυριά κάνουν χρήση του «λίπους» των αποταμιεύσεων που διαθέτουν από το παρελθόν.

4. Παράγοντες των τραπεζών φοβούνται τις επιπτώσεις ενδεχόμενης νέας υποβάθμισης της ελληνικής οικονομίας από τη Moody’s, καθώς σε αυτήν την περίπτωση θα δυσκολέψει η κατάσταση σε αρκετά μέτωπα, όπως π.χ. στο κομμάτι των καλυμμένων ομολογιών.

--- Ζητείται λύση

Κάτω από αυτές τις συνθήκες, η Τράπεζα της Ελλάδος έχει συστήσει πολλές φορές στα εμπορικά πιστωτικά ιδρύματα να επιδείξουν σύνεση. Δεν είναι τυχαίο πως έχει ζητήσει από αυτά να της «ραπορτάρουν» τις καταθέσεις τους με επιτόκιο υψηλότερο του 5%. Παράλληλα, ασκεί και άλλου είδους πιέσεις ώστε να μη δούμε στην αγορά να ξεκινά νέος πόλεμος επιτοκίων καταθέσεων παρόμοιος με αυτόν του δευτέρου εξαμήνου του 2008.

Ταυτόχρονα, η Τράπεζα της Ελλάδος φέρεται να προτρέπει τις μεγάλες τράπεζες να προχωρήσουν σε συγχωνεύσεις μόλις ολοκληρωθεί ο κύκλος των αυξήσεων κεφαλαίου και των λοιπών κεφαλαιακών τους ενισχύσεων, γιατί πιστεύει ότι, μεταξύ άλλων, η συγκέντρωση της αγοράς σε λιγότερα «χέρια» θα μπορούσε να αμβλύνει τον ανταγωνισμό όσον αφορά στις καταθέσεις.

Γι’ αυτούς τους λόγους, οι Έλληνες τραπεζίτες παρακολουθούν με μεγάλο ενδιαφέρον το ζήτημα της ευρωπαϊκής παρέμβασης για την αντιμετώπιση του δημόσιου χρέους του ευρωπαϊκού Νότου, άρα και της Ελλάδας.

Και αυτό γιατί πιστεύουν ότι, σε περίπτωση εύρεσης ικανοποιητικής λύσης, θα δούμε τα spreads των ελληνικών κρατικών ομολόγων να πέφτουν και τον κίνδυνο της χώρας να περιορίζεται, και όλα αυτά θα οδηγήσουν σε δύο επιθυμητές εξελίξεις:

* Πρώτον, στην υποχώρηση του ύψους των επιτοκίων.

* Και δεύτερον, στη δυνατότητα των ελληνικών πιστωτικών ιδρυμάτων να ξαναβγούν στις διεθνείς αγορές κεφαλαίου και να αντλήσουν φρέσκα κεφάλαια.

Σε κάθε περίπτωση, πάντως, οι ελληνικές τράπεζες δεν περιορίζονται σε σενάρια. Ήδη, μετά τις πρόσφατες αυξήσεις κεφαλαίου από την Πειραιώς και τη Marfin-Λαϊκή, είδαμε:

* Τη Eurobank να εισπράττει 490 εκατ. ευρώ από την πώληση της πλειοψηφίας της πολωνικής θυγατρικής της και επίσης να ενισχύει την καθαρή της θέση με την επικείμενη απορρόφηση της Δίας ΑΕΕΧ.

* Τη Marfin-Λαϊκή να εισπράττει 104,3 εκατ. ευρώ από την πώληση της πλειοψηφίας στη θυγατρική της στην Αυστραλία (παράλληλη άνοδος του Tier 1 κατά 0,27%) και ταυτόχρονα να ετοιμάζει και την έκδοση μετατρέψιμου σε μετοχές ομολογιακού δανείου.

* Και άλλες τράπεζες να μελετούν κινήσεις ενίσχυσης του κεφαλαίου και της ρευστότητάς τους μέσα στο επόμενο εξάμηνο, αν αυτό χρειαστεί.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v