Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Ενέργεια: Οι έξι λόγοι που οι Ελληνες παίκτες επιλέγουν Ρουμανία

Μακράν πρώτη επενδυτική επιλογή εκτός συνόρων για τους ελληνικούς ομίλους. Τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που κάνουν τη ρουμανική αγορά να ξεχωρίζει έναντι του «ανταγωνισμού» στα Βαλκάνια.

Ενέργεια: Οι έξι λόγοι που οι Ελληνες παίκτες επιλέγουν Ρουμανία

Συγκεντρώνει σταθερά τα τελευταία χρόνια το ενδιαφέρον όλων των μεγάλων Ελλήνων παικτών στην ενέργεια, αναπτύσσεται δυναμικά και παρότι δεν μπορεί κανείς να την αποκαλέσει «Ελντοράντο», καθώς έχει περάσει προ πολλού αυτό το στάδιο, αποτελεί τη νούμερο ένα επιλογή στα Βαλκάνια για όποιον επιζητά ένα σοβαρό πράσινο χαρτοφυλάκιο.

Στη λίστα όσων έχουν παρουσία στη Ρουμανία, βρίσκει κανείς τις ΔΕΗ, Metlen, Motor Oil, Helleniq Energy, ΑΒΑΞ, ενώ ενεργειακές ευκαιρίες ψάχνουν όμιλοι από άλλους τομείς, όπως η Intrakat, και ενδιαφέρον υπάρχει και από μη καθετοποιημένες, μικρότερες επιχειρήσεις.

Σε πρώτη ανάγνωση, το μόνιμα στραμμένο βλέμμα όλων στη ρουμανική αγορά συνδέεται με το γεγονός ότι η ελληνική είναι κορεσμένη, η πίτα συγκεκριμένη, δεν μεγαλώνει άλλο, και η γειτονιά μας αποτελεί φυσική επέκταση για το ελληνικό επιχειρείν. Κάτι που ισχύει όμως για όλη τη Βαλκανική, είτε μιλάμε για τράπεζες, είτε για κατασκευές, είτε για ενέργεια. Δεν απαντά στο ερώτημα γιατί «στη Ρουμανία». Εξι είναι οι βασικοί λόγοι που η γειτονική αγορά συγκεντρώνει το ενδιαφέρον των μεγάλων παικτών, με χαρτοφυλάκια 100 MW και άνω, και όσους έχουν τη δυνατότητα να πληρώσουν το κόστος επέκτασης του δικτύου, το οποίο δεν είναι αμελητέο.

Πληθυσμός

Η Ρουμανία είναι η μεγαλύτερη σε έκταση και πολυπληθέστερη χώρα της Βαλκανικής. Με περίπου 20 εκατομμύρια πληθυσμό, δυναμική οικονομία, ισχυρή βιομηχανία, σταθερή ανάπτυξη (3,3% πρόβλεψη για φέτος, 3,1% για το 2025, σύμφωνα με την ΕΕ), αυξανόμενη εγχώρια ζήτηση και μια κατανάλωση για ηλεκτρική ενέργεια, περίπου 10% υψηλότερη της Ελλάδας. Εχει όλα τα χαρακτηριστικά που ψάχνει ένας καθετοποιημένος όμιλος, αν έχει παρουσία και στην προμήθεια.

Υψηλά IRR και αιολικά

Στη Ρουμανία βρίσκει ακόμη κανείς έργα με αποδόσεις 10%, όπως το portfolio των 774 MW που εξαγόρασε πρόσφατα η ΔEΗ από Macquairie, με αιχμή το εν λειτουργία αιολικό Fantanele-Cogealac, ισχύος 600 MW. Στα ανατολικά, προς τη Μαύρη Θάλασσα, υπάρχουν περιοχές με αιολικό δυναμικό ανάμεσα στα καλύτερα σε όλη την Ευρώπη. Και το πολύ πλούσιο αιολικό δυναμικό λειτουργεί ως game changer για τις διασυνοριακές συναλλαγές, όπως απέδειξε και η μίνι κρίση του Ιουλίου, με τον «καύσωνα» τιμών στον άξονα Ουγγαρίας - Ρουμανίας - Βουλγαρίας. 

Φωτοβολταϊκά: Μη κορεσμένη αγορά

Σημάδια σημαντικών περιθωρίων ανάπτυξης έρχονται από την ρουμανική αγορά φωτοβολταϊκών. Εχοντας στόχο τα 8 GW το 2030, υπάρχει ακόμη χώρος καθώς στα τέλη του 2023 βρισκόταν στα 2,85 GW, σημαντικό μέρος των οποίων ωστόσο αφορά ιδιωτικά φωτοβολταϊκά στις στέγες.

Σύμφωνα με τη Solar Power Europe, μέσα στην επόμενη 4ετία θα συγκαταλέγεται στις 20 ταχύτερα αναπτυσσόμενες αγορές φωτοβολταϊκών στον κόσμο. Στον αντίποδα, η ελληνική αγορά τα επόμενα χρόνια αναμένεται να έχει κορεστεί περαιτέρω. Κάπου γύρω στο 2025-2026 θα έχει ήδη πετύχει τον εθνικό στόχο των 13 GW φωτοβολταϊκών για το 2030.

Σύζευξη με πολλές χώρες

Συνορεύει στα δυτικά με την Ουγγαρία, που είναι συζευγμένη με χώρες της Κεντρικής Ευρώπης, όπως η Αυστρία και η Γερμανία, στα ΝΔ με τη Σερβία, στα νότια με τη Βουλγαρία, που είναι επίσης συζευγμένη με την Ελλάδα, και στα ανατολικά με την Ουκρανία. Διευκολύνεται τα μέγιστα όποιος θέλει να κάνει διασυνοριακό εμπόριο στον «βαλκανικό διάδρομο» και όχι μόνο, αυξάνοντας τις ευκαιρίες για trading, αφού η χώρα είναι ενεργειακός κόμβος προς τρεις διαφορετικές κατευθύνσεις.

Επίσης, ανατολικοευρωπαϊκοί όμιλοι -αλλά και ελληνικοί- βλέπουν τη Ρουμανία και ως βάση για τροφοδοσία της Ουκρανίας. Επειτα από τις καταστροφές των υποδομών της, η τελευταία έχει γίνει από εξαγωγέας ηλεκτρικής ενέργειας, καθαρός εισαγωγέας.

Τα ρουμανικά δίκτυα και το capacity

Τα ρουμανικά δίκτυα ηλεκτρικής ενέργειας αναπτύσσονται με συνεχείς επενδύσεις, τόσο από την Transelectrica (ο ρουμανικός ΑΔΜΗΕ) όσο και από τις συνολικά οκτώ εταιρείες Διανομής της χώρας, τρεις εκ των οποίων βρίσκονται πλέον στα χέρια της ΔEΗ (μετά την εξαγορά της εκεί Enel).

Μόνο στα δίκτυα μεταφοράς δρομολογούνται επενδύσεις μέχρι το 2030, για εκσυγχρονισμό και επέκταση, στα επίπεδα του 1,5 δισ. ευρώ. Στα σκαριά βρίσκεται ένα νέο καλώδιο υψηλής τάσης αξίας πολλών δισεκατομμυρίων για τη μεταφορά ενέργειας σε ολόκληρη τη χώρα και στη γειτονική Ουγγαρία, ικανό να στηρίξει τους στόχους των ΑΠΕ για το 2030, ώστε να γίνει η χώρα περιφερειακός προμηθευτής ενέργειας.

Το capacity, δηλαδή, σε πράσινη ενέργεια που θα μπορούν να σηκώσουν στο εγγύς μέλλον τα ρουμανικά δίκτυα, τόσο για τις εγχώριες ανάγκες όσο και για τις εξαγωγές, μεγαλώνει διαρκώς.

Τεχνολογική και γεωγραφική διασπορά 

Το ατού της γεωγραφικής και τεχνολογικής διασποράς που έχει ανάγκη κάθε μεγάλο και σοβαρό χαρτοφυλάκιο ΑΠΕ είναι μεγαλύτερο στη Ρουμανία απ’ ό,τι σε κάθε άλλη βαλκανική χώρα. Η Βουλγαρία, για λόγους τόσο οικονομικούς όσο και γεωγραφικούς, απέχει από αυτό τον στόχο. Όταν έχει συννεφιά στην Ελλάδα και η παραγωγή φωτοβολταϊκών είναι χαμηλή, μπορεί να φυσάει στη Ρουμανία κ.ο.κ. Σταθερή πράσινη παραγωγή σε όλες τις «ζώνες» του 24ωρου αυξάνει την προβλεψιμότητα και ως προς το trading.

Τα παραπάνω δεν σημαίνουν ότι στη ρουμανική αγορά είναι όλα ρόδινα. Αν και η χώρα διαθέτει κάποιες μεγάλες εκτάσεις, ο κλήρος είναι σε γενικές γραμμές κατακερματισμένος και μπορεί μεγάλο μέρος της Ρουμανίας να έχει Κτηματολόγιο, αλλά σε αρκετές περιοχές δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί. Στο αδειοδοτικό, η εικόνα είναι επίσης μεικτή. Σύμφωνα με developers που έχουν παρουσία στη χώρα, ο μέσος χρόνος αδειοδότησης για τη λήψη άδειας εγκατάστασης ενός φωτοβολταικού είναι μεταξύ 18-24 μήνες, ωστόσο μέχρι τη τελική σύνδεση στο δίκτυο μπορεί να παρέλθουν αρκετά χρόνια. Κυρίως υπάρχει μια ουσιώδης διαφορά με τα ισχύοντα στην Ελλάδα. Εκεί όπου χρειάζεται επέκταση του δικτύου, ο επενδυτής ΑΠΕ που θέλει να κάνει «booking» στον ηλεκτρικό χώρο, βαρύνεται και ο ίδιος, μέσω χρέωσης, με τις δαπάνες που του αναλογούν. Στην Ελλάδα τις επωμίζεται εξ ολοκλήρου ο ΑΔΜΗΕ.

Στο αδειοδοτικό, η εικόνα είναι μάλλον μεικτή. Σύμφωνα με developers που έχουν παρουσία στη χώρα, ο μέσος χρόνος αδειοδότησης για τη λήψη άδειας εγκατάστασης ενός φωτοβολταϊκού είναι μεταξύ 18-24 μήνες, ωστόσο μέχρι την τελική σύνδεση στο δίκτυο μπορεί να παρέλθουν κάποια χρόνια. Κυρίως μάλιστα υπάρχει μια ουσιώδης διαφορά με τα ισχύοντα στην Ελλάδα. Εκεί όπου χρειάζεται επέκταση του δικτύου, ο επενδυτής ΑΠΕ που θέλει να κάνει «booking» στον ηλεκτρικό χώρο βαρύνεται και ο ίδιος, μέσω χρέωσης, με τις δαπάνες που του αναλογούν. Στην Ελλάδα τις επωμίζεται εξ ολοκλήρου ο ΑΔΜΗΕ. 

Σε αδρές γραμμές αυτή είναι η εικόνα για την αγορά της γείτονος, όπου από ελληνικής πλευράς κυριαρχεί η ΔEΗ, με πάνω από 1,2 GW εν λειτουργία έργων και ένα pipeline με 5 GW. 

Στην περίπτωση της Metlen, με ένα διαφορετικό επιχειρηματικό μοντέλο (Asset Rotation Plan), που δίνει έμφαση στην ανάπτυξη και εν συνεχεία πώληση έργων, φέτος συμφώνησε με τη ΔEΗ να κατασκευάσει και να της πουλήσει έργα 516 MW στη Ρουμανία.

Σε ό,τι αφορά τη Motor Oil, αναπτύσσει από κοινού με την Alive Renewable (51%), θυγατρική της Premier Energy, δύο φωτοβολταϊκά 86 MW με μπαταρίες, ενώ η Helleniq Energy συμφώνησε με τη Metlen για κατασκευή και απόκτηση τεσσάρων φωτοβολταϊκών στη νότια Ρουμανία, ισχύος 211 MW. Και το ενδιαφέρον δεν περιορίζεται στις ΑΠΕ, καθώς ο όμιλος ΑΒΑΞ υλοποιεί ένα πολύ μεγάλο ενεργειακό έργο σε ευρωπαϊκή κλίμακα, μια μονάδα συνδυασμένου κύκλου συνολικής ισχύος 1,75 GW. 

Απόρροια των παραπάνω, κυρίως όμως λόγω της εξαγοράς της Enel από τη ΔEΗ, η Ελλάδα ανέβηκε θέση στη λίστα των ξένων επενδυτών στη Ρουμανία. Κατέλαβε πέρυσι την 5η έναντι της 8ης θέσης το 2022, με συνολικές επενδύσεις 2,44 δισεκατομμύρια ευρώ από 1,5 δισ. την προηγούμενη χρονιά.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v