Βαρύς είναι ο λογαριασμός που πλήρωσαν οι καταναλωτές, την τελευταία διετία, για την αγορά γαλακτοκομικών προϊόντων -γάλα, γιαούρτι, τυρί- με τις τιμές τους να έχουν αυξηθεί 18%. Παρ’ όλα αυτά η υποχώρηση της κατανάλωσης είναι σχετικά μικρή σε σύγκριση με τη μεγάλη αύξηση των τιμών, ανέφερε η κυρία Έφη Γιαννακοπούλου, Sales & Engagement Associate στη NielsenIQ, σε συνέδριο για τον κλάδο που διοργάνωσε η εταιρεία Boussias.
«Όλες οι επιμέρους κατηγορίες εμφανίζουν υψηλό ρυθμό αύξησης της μέσης τιμής, ενώ δεν έχει επηρεαστεί η ζήτηση» είπε η κυρία Γιαννακοπούλου που έφερε ως παράδειγμα την κατηγορία των προϊόντων γιαούρτης και επιδορπίων, η μέση τιμή των οποίων έχει αυξηθεί 8,7% ωστόσο ο όγκος πωλήσεων κατέγραψε υψηλό ποσοστό ανάπτυξης 4,7%. Στα τυροκομικά η ζήτηση διατηρήθηκε στα ίδια επίπεδα ενώ απώλειες, σχετικά μικρές της τάξεως του 2,1%, σημείωσαν πέρυσι οι πωλήσεις σε όγκο του γάλακτος με την αξία να σημειώνει αύξηση 7,9%.
Η ραγδαία άνοδος της τελικής τιμής είχε πάντως επιπτώσεις στην επιλογή των προϊόντων. Ενώ τη διετία 2020 και 2021, 6 στους 10 καταναλωτές (ποσοστό 60%) δήλωνε ότι όταν αγοράζει τρόφιμα επέλεγε αυτά να είναι ελληνικής προέλευσης, το ποσοστό αυτό έχει υποχώρησε στο 43%.
Με βάση τα στοιχεία της NielsenIQ, η αξία της κατηγορίας ξεπερνά τα 2,4 δισ. ευρώ σημειώνοντας ανάπτυξη 8,9% έναντι του 2022 -σ.σ. τα 2,2 δισ. ευρώ αφορούν πωλήσεις στα σούπερ μάρκετ οι οποίες πέρυσι αυξήθηκαν κατά 8,7% έναντι του 2022 και 21% έναντι του 2021- με τα προϊόντα του κλάδου να αποτελούν βασικά για το ελληνικό καλάθι.
«Μια στις 6 αγορές περιλαμβάνουν κάποιο γαλακτοκομικό προϊόν, 1 στα 4 αγοραστικά «ταξίδια» γίνονται για αγορά γαλακτοκομικών με την κατηγορία να είναι υψηλής επαναγοράς και για αυτό τον λόγο οι Έλληνες καταναλωτές είναι πιο ευαισθητοποιημένοι σε ό,τι αφορά την τιμή» είπε η ίδια.
Οι ανατιμήσεις έχουν οδηγήσει σε αλλαγή του καταναλωτικού μοντέλου. «Ο Έλληνας δείχνει μειωμένο ενδιαφέρον, αν τα προϊόντα είναι εγχώρια ή βιολογικά ή οικολογικά. Η τάση αυτή παρατηρείται ιδιαίτερα στα βιολογικά προϊόντα που εμφανίζει φθίνουσα πορεία, ενώ η κατηγορία των φυτικών εμφανίζει μεν ανάπτυξη αλλά με συγκρατημένους ρυθμούς σε σχέση με το παρελθόν» σημείωσε η κυρία Γιαννακοπούλου.