Οριστικά χρονικά περιθώρια για την υιοθέτηση από τους παρόχους ηλεκτρικής ενέργειας του ενιαίου εντύπου για την προσφορά προμήθειας ρεύματος και τον κοινό λογαριασμό κατανάλωσης θέτει η ΡΑΕ. Στην εκπνοή αυτών των προθεσμιών η Αρχή προαναγγέλλει ότι θα προβαίνει σε έλεγχο για την τήρηση των προτύπων αυτών και θα δημοσιοποιεί τα ονόματα των προμηθευτών που έχουν συμμορφωθεί.
Αυτά προβλέπονται σε απόφαση του Ρυθμιστή, με την οποία τροποποιήθηκε προηγούμενη απόφαση του 2021, όπου δίνονταν κατευθυντήριες οδηγίες για την εφαρμογή των συγκεκριμένων προτύπων από τους προμηθευτές. Οι διαφορετικές παρεμβάσεις που περιλαμβάνονται στην τελευταία απόφαση της ΡΑΕ έγκεινται:
- Στην πρόθεσή της να δίνει στη δημοσιότητα τις εταιρείες που θα υιοθετήσουν τα συμβατικά έντυπα, έστω κι αν είναι εκούσια η συμμόρφωσή τους.
- Την υποχρέωση να περιλαμβάνουν κατά τρόπο σαφή, ο μεν λογαριασμός, την κρατική επιδότηση από το Ταμείο Ενεργειακής Μετάβασης, καθώς και την ανάλυσή του, ώστε να αποφευχθούν απόπειρες «οικειοποίησης» από προμηθευτές, η δε προσφορά προμήθειας, τη συμπερίληψη των όρων της Ρήτρας Πρόωρης Αποχώρησης.
Με αυτά τα δεδομένα, οι προμηθευτές ως τα τέλη Ιουνίου θα πρέπει να χρησιμοποιούν πλέον το νέο, κοινό για όλους, προτεινόμενο έντυπο προσφοράς ηλεκτρικής ενέργειας και ως τα τέλη Ιουλίου τον νέο, κοινό επίσης, λογαριασμό. Η ΡΑΕ θα αναρτήσει στις 30 Ιουνίου στην ιστοσελίδα της Θετική Αναφορά, δηλαδή, τους προμηθευτές που θα συμμορφωθούν με την υιοθέτηση του εντύπου προσφοράς, και στις 31 Ιουλίου Θετική Αναφορά για αυτούς που θα εκδίδουν πλέον τους νέους λογαριασμούς και οι οποίοι θα αφορούν στην τιμολόγηση των καταναλώσεων του Ιουνίου.
Ουσιαστικά, η ΡΑΕ, με τις Θετικές Αναφορές που προαναγγέλλει, επιχειρεί να πιέσει τους προμηθευτές να ενσωματώσουν τα προτεινόμενα πρότυπα, τα οποία είχε ανακοινωθεί ότι θα ισχύσουν από φέτος τον Ιανουάριο. Απώτερος στόχος, όπως τονίζεται στην απόφασή της, είναι η ενίσχυση της προστασίας των καταναλωτών, η ενημέρωσή τους με τρόπο σαφή και κατανοητό για τις χρεώσεις και τους όρους προμήθειας, καθώς και η δυνατότητα πραγματικής συγκρισιμότητας προσφορών και τιμολογίων. Αυτός είναι άλλωστε ο λόγος που επιβάλλεται πλέον οι χρεώσεις να γίνονται από όλους με τιμή μονάδας την κιλοβατώρα και όχι τη μεγαβατώρα.