Βαρύ είναι για τα δημοσιονομικά της χώρας το αποτύπωμα της πανδημίας, σύμφωνα με την έκθεση Fiscal Monitor του ΔΝΤ που ακολουθεί εκείνη για την πορεία της ανάπτυξης.
Το Ταμείο περιμένει, ωστόσο, επιστροφή σε ήπια πρωτογενή πλεονάσματα από το 2023 τα οποία μάλιστα δεν ξεπερνούν το 2% του ΑΕΠ έως και το 2026 και επιμονή του δημοσίου χρέους στη «γειτονιά» του 200% του ΑΕΠ και του χρόνου.
Μέσω της έκθεσης η οποία δόθηκε σήμερα στη δημοσιότητα, το ΔΝΤ δεν φαίνεται να συμμερίζεται την αισιοδοξία της ελληνικής κυβέρνησης για το ρυθμό επιστροφής στην παραγωγή πρωτογενών πλεονασμάτων ενώ όπως προέκυψε και από τις χθεσινές εκτιμήσεις του Ταμείου για το ρυθμό ανάπτυξης, συνεχίζει να επιμένει πως σε ορίζοντα πενταετίας η μεταβολή του ΑΕΠ θα «σέρνεται» με ποσοστά χαμηλότερα του 1,5%.
Στο μέτωπο των πρωτογενών πλεονασμάτων και ενώ εκκρεμεί η συζήτηση στην Ε.Ε για τους νέους κανόνες του Συμφώνου Σταθερότητας μετά την απενεργοποίηση της γενικής ρήτρας διαφυγής (από το 2023 με τα σημερινά δεδομένα) το Ταμείο προβλέπει ελεύθερη πτώση του πρωτογενούς ελλείμματος από το 7,3% φέτος στο 1,3% του ΑΕΠ του χρόνου. Στη συνέχεια, τα πρωτογενή πλεονάσματα επανεμφανίζονται με ήπιο όμως ρυθμό 0,2% το 2023, 0,6% το 2024 , στο 1% του ΑΕΠ το 2025 και στο 1,5% το 2026.
Βραδεία προβλέπεται και η αποκλιμάκωση του δημοσίου χρέους από το 206,7% του ΑΕΠ φέτος σε 199,4% το 2022 και στη συνέχεια στο 192,4% το 2023. Ακολουθεί βήμα βήμα πτώση στο 188,2% του ΑΕΠ το 2024, στο 184% του ΑΕΠ το 2025 και στο 179,6% του ΑΕΠ το 2026.