Επιβράδυνση του ρυθμού ανάπτυξης βλέπει η ΤτΕ

Στο 3,6% αναμένεται να διαμορφωθεί ο πληθωρισμός φέτος κατά μέσο όρο, σύμφωνα με την ενδιάμεση έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδας, ενώ ο ρυθμός ανάπτυξης εκτιμάται ότι θα επιβραδυνθεί στο 3,4% φέτος από το 4,1% το 2001.

Επιβράδυνση του ρυθμού ανάπτυξης βλέπει η ΤτΕ
Επιβράδυνση του ρυθμού ανάπτυξης στο 3,4% φέτος από 4,1% το 2001 προβλέπει η Τράπεζα της Ελλάδος με την ενδιάμεση έκθεσή της που υποβλήθηκε σήμερα στη Βουλή, ενώ εκτιμά ότι ο πληθωρισμός επιταχύνθηκε φέτος και θα φθάσει σε μέσα επίπεδα το 3,6% από 3,4% πέρυσι.

Η έκθεση εστιάζει την προσοχή της στην ανάγκη προώθησης ευρύτερων διαρθρωτικών αλλαγών στην οικονομία και στην άσκηση μιας πολιτικής μείωσης των δημοσιονομικών ελλειμμάτων, ώστε να ενισχυθεί η ανταγωνιστικότητα και οι προοπτικές της ελληνικής οικονομίας στα επόμενα χρόνια.

Στην έκθεση σημειώνεται ότι η ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων μειώθηκε φέτος μετά από μια τριετία ανόδου και τούτο είχε την αντανάκλασή του στην αρνητική τροπή των εξαγωγών, καθώς επίσης και στην επιβράδυνση του ρυθμού αύξησης της βιομηχανικής παραγωγής και των ιδιωτικών επιχειρηματικών επενδύσεων.

Όσον αφορά τις διαρθρωτικές αλλαγές, ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στην αύξηση ευελιξίας στις αγορές εργασίας, προϊόντων και κεφαλαίων, στην αποτελεσματικότητα της δημόσιας διοίκησης, στη βελτίωση της αποδοτικότητας των δημοσίων επιχειρήσεων, την ολοκλήρωση της ασφαλιστικής μεταρρύθμισης και την επιτάχυνση των αποκρατικοποιήσεων.

Για τους επόμενους μήνες η Τράπεζα της Ελλάδος εκτιμά ότι ο πληθωρισμός θα υποχωρήσει, επειδή θα εξελιχθούν ορισμένοι παράγοντες που συνέβαλλαν στην αύξησή του, αλλά τονίζει την ανάγκη να υπάρξει κοινωνική συναίνεση για τη συγκράτηση των αυξήσεων των μισθών.

Όσον αφορά στο ρυθμό ανάπτυξης, η έκθεση εκτιμά ότι το 2003 θα υπάρξει επιτάχυνση, με την προϋπόθεση ότι θα δημιουργηθούν καλύτερες συνθήκες στο διεθνές οικονομικό περιβάλλον.

Η Τράπεζα της Ελλάδος επαναλαμβάνει τη γνωστή θέση της ότι θα αποφασίσει, αφού λάβει υπόψη της την έρευνα για τα χρέη των νοικοκυριών, την κατάργηση των περιορισμών που απομένουν στα καταναλωτικά δάνεια και θα εξετάσει αν απαιτείται αύξηση των προβλέψεων που πρέπει να σχηματίσουν οι τράπεζες για τα επισφαλή δάνεια.

Η λήψη των αποφάσεων αυτών θα αποφασιστεί, όπως αναφέρει η έκθεση, σε χρόνο που θα κρίνει κατάλληλο η κεντρική τράπεζα.

* Η ανακοίνωση της Τράπεζας της Ελλάδος

Υποβλήθηκε σήμερα, στη Βουλή των Ελλήνων και το Υπουργικό Συμβούλιο, η Ενδιάμεση Έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδος για τη Νομισματική Πολιτική, όπως προβλέπεται στο Καταστατικό της Τράπεζας. Την έκθεση παρέδωσε στον πρόεδρο της Βουλής κ. Απόστολο Κακλαμάνη, ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος κ. Νικόλαος X. Γκαργκάνας.

Όπως αναφέρει ο κ. Διοικητής στη συνοδευτική επιστολή του προς τον Πρόεδρο της Βουλής, η Έκθεση εξετάζει και αναλύει τις οικονομικές εξελίξεις και την πορεία της ελληνικής οικονομίας, κατά το δεύτερο έτος μετά την υιοθέτηση του ευρώ και την εφαρμογή της ενιαίας νομισματικής πολιτικής του Ευρωσυστήματος στη χώρα μας.

Στην Έκθεση αρχικά επισημαίνεται, ότι η ανάκαμψη της παγκόσμιας οικονομίας, η οποία ήταν φέτος βραδύτερη από ό,τι αναμενόταν, θα συνεχιστεί το 2003, αλλά οι προβλέψεις για το ρυθμό οικονομικής ανόδου, είναι λιγότερο αισιόδοξες από ό,τι πριν από μερικούς μήνες.

Όσον αφορά στη ζώνη του ευρώ, οι διεθνείς οργανισμοί εκτιμούν ότι ο ρυθμός αύξησης του ακαθαρίστου εγχώριου προϊόντος (ΑΕΠ) θα υποχωρήσει εφέτος στο 0,7-0,8% (από 1,5% το 2001), αλλά αναμένουν ότι θα επιταχυνθεί στο 1,8-2,0% το 2003. Εξάλλου, ο πληθωρισμός στη ζώνη του ευρώ έχει διαμορφωθεί εφέτος σε επίπεδα άνω του 2%, αλλά αναμένεται να επανέλθει σταδιακά σε επίπεδα κάτω από 2% στη διάρκεια του 2003.

Στην Έκθεση εξετάζονται αναλυτικά, η πορεία του πληθωρισμού και της οικονομικής δραστηριότητας στην Ελλάδα, οι εξελίξεις στις αγορές χρήματος, πιστώσεων και κεφαλαίων, καθώς και οι προοπτικές της ελληνικής οικονομίας και οι προκλήσεις για την οικονομική πολιτική.

Δύο είναι τα κεντρικά συμπεράσματα που συνάγει η Έκθεση από την εξέταση αυτή:

Πρώτον, η αυξημένη αβεβαιότητα που κυριάρχησε στη διεθνή οικονομική σκηνή, είχε περιορισμένες επιπτώσεις στην ελληνική οικονομία. Όπως εκτιμά η Τράπεζα της Ελλάδος, ο ρυθμός ανόδου του ΑΕΠ στην Ελλάδα σημείωσε σχετικά μικρή επιβράδυνση το 2002 (σε 3,4%, από 4,1% το 2001), παρόλο που:

α) Ο ρυθμός οικονομικής ανάκαμψης παγκοσμίως και στη ζώνη του ευρώ υπήρξε σημαντικά χαμηλότερος από ό,τι αναμενόταν

β) Υποχώρησαν σημαντικά και χαρακτηρίστηκαν από έντονη μεταβλητότητα οι τιμές των μετοχών στις διεθνείς χρηματιστηριακές αγορές και

γ) Επιδεινώθηκαν οι χρηματοοικονομικές συνθήκες σε ορισμένες αναδυόμενες αγορές. Η αυξημένη εμπιστοσύνη και ο υψηλός βαθμός οικονομικής σταθερότητας που διαμορφώθηκε στη χώρα με την ένταξή της στη ζώνη του ευρώ, η σημαντική εισροή πόρων από τα Διαρθρωτικά Ταμεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και οι επενδύσεις σε μεγάλα έργα υποδομής, συμπεριλαμβανομένων των έργων για την προετοιμασία των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004, συνέβαλαν ουσιωδώς στη διατήρηση του ρυθμού ανόδου της οικονομικής δραστηριότητας σε σχετικά υψηλό επίπεδο.

Έτσι η Ελλάδα αναμένεται να σημειώσει το 2002 τον υψηλότερο (μαζί με την Ιρλανδία) ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ μεταξύ των χωρών της ζώνης του ευρώ και επομένως θα υπάρξει περαιτέρω πρόοδος προς την πραγματική σύγκλιση.

Δεύτερον, παρά τη βελτίωση των επιδόσεων της ελληνικής οικονομίας τα τελευταία χρόνια, το εγγύς μέλλον επιφυλάσσει σημαντικές προκλήσεις.

Στο νέο περιβάλλον που έχει διαμορφωθεί με την ένταξη της ελληνικής οικονομίας στην ευρύτερη οικονομία της ζώνης του ενιαίου νομίσματος, απαιτείται εφαρμογή κατάλληλης εθνικής οικονομικής πολιτικής και περαιτέρω προσπάθεια για διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις προκειμένου να βελτιωθεί η παραγωγικότητα και η ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας.

Η ανάγκη να αντιμετωπιστούν οι προκλήσεις οι οποίες, όπως επισημαίνεται στην Έκθεση, προκύπτουν για τη δημοσιονομική και τη διαρθρωτική πολιτική, καθίσταται ακόμη πιο επείγουσα για τους εξής λόγους:

α) Ο ρυθμός πληθωρισμού της Ελλάδος, που εκτιμάται ότι θα διαμορφωθεί σε 3,6% φέτος με βάση το Δείκτη Τιμών Καταναλωτή, υπερβαίνει το μέσο όρο του πληθωρισμού στη ζώνη του ευρώ.

β) Η ανεργία παραμένει και αυτή υψηλή, παρόλο που εμφανίζει σημεία υποχώρησης.

γ) Το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών διευρύνεται. Οι εξελίξεις αυτές αντανακλούν την ύπαρξη διαρθρωτικών αδυναμιών και υποδηλώνουν την ανάγκη περαιτέρω μεταρρυθμίσεων για την αντιμετώπισή τους. Επιπλέον, το γεγονός ότι το δημόσιο χρέος εξακολουθεί να είναι ιδιαίτερα υψηλό σε σχέση με το ΑΕΠ (105,3% εφέτος), σε συνδυασμό με τις δυσμενείς μακροπρόθεσμες δημογραφικές προοπτικές, καθιστά επιτακτική την ανάγκη περαιτέρω βελτίωσης της δημοσιονομικής κατάστασης για την ταχύτερη μείωσή του.

Άμεση προτεραιότητα έχει η σταδιακή επάνοδος στις συνθήκες σταθερότητας των τιμών που είχαν επιτευχθεί το 1999 και στις αρχές του 2000. Αναμφίβολα, η ενιαία νομισματική πολιτική συντελεί στην επίτευξη υψηλού βαθμού σταθερότητας των τιμών μακροπρόθεσμα. Όμως, η πολιτική αυτή αποσκοπεί στη διασφάλιση της σταθερότητας των τιμών στη ζώνη του ευρώ ως σύνολο και δεν μπορεί να ανταποκριθεί στις ειδικές οικονομικές συνθήκες κάθε χώρας που μετέχει στη νομισματική ένωση.

Επομένως πρέπει να γίνουν οι κατάλληλες προσαρμογές στην εθνική οικονομική πολιτική και να προωθηθούν οι αναγκαίες διαρθρωτικές και θεσμικές μεταρρυθμίσεις, ώστε ο ρυθμός πληθωρισμού να συγκλίνει σταδιακά προς επίπεδο συμβατό με τη σταθερότητα των τιμών.

Οι κοινωνικοί εταίροι πρέπει επίσης να συνεργήσουν στη διαμόρφωση μισθολογικών αυξήσεων και τιμολογιακής πολιτικής, που θα είναι συμβατές με τη σταθερότητα των τιμών. Εάν εφαρμοστεί η κατάλληλη οικονομική πολιτική και εξασφαλιστεί η αναγκαία συνεργασία μεταξύ των κοινωνικών εταίρων, η ελληνική οικονομία θα καταστεί περισσότερο δυναμική εντός της ζώνης του ευρώ, ώστε οι στόχοι της πραγματικής σύγκλισης και της πλήρους απασχόλησης να πραγματοποιηθούν σε εύλογο χρονικό διάστημα.

Σημειώνεται τέλος ότι στην Έκθεση περιλαμβάνεται ειδικό παράρτημα για τη μεταβολή της αξίας των περιουσιακών στοιχείων των νοικοκυριών σε κατοικίες και μετοχές κατά την περίοδο 1995-2001, καθώς και αναλυτική παρουσίαση και αξιολόγηση της εν εξελίξει μεταρρύθμισης της κοινωνικής ασφάλισης.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v