Στην πράξη θα φανεί πως οι αλλαγές στις εργασιακές σχέσεις που προώθησε η κυβέρνηση μέσα από τον αναπτυξιακό νόμο θα επηρεάσουν τις συλλογικές διαπραγματεύσεις στην χώρα μας, αναφέρει η Έκθεση της Κομισιόν, στο ειδικό κεφάλαιο για την αγορά εργασίας. Μάλιστα, παραδέχεται ότι οι αλλαγές ενδέχεται να επηρεάσουν σημαντικά την επέκταση των κλαδικών συμβάσεων, ενώ αναφέρει ότι η μονομερής προσφυγή στη διαιτησία περιορίζεται στις συλλογικές συμβάσεις που αφορούν το κοινό και στις συλλογικές διαφορές «των οποίων η επίλυση είναι ουσιώδης για λόγους γενικού κοινωνικού ή δημοσίου συμφέροντος».
Η Έκθεση αποκαλύπτει επίσης, ότι η επόμενη αύξηση του κατώτατου μισθού θα πραγματοποιηθεί τον Ιούνιο του 2020, μετά από διαδικασία διαβούλευσης που πρέπει να ξεκινήσει τον Φεβρουάριο, αλλά και το γεγονός ότι θα διενεργηθεί αξιολόγηση με την τεχνική υποστήριξη της Παγκόσμιας Τράπεζας στο θέμα των διαθέσιμων στοιχείων πληροφόρησης για την παρακολούθηση των εξελίξεων στην αγορά εργασίας.
Όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται, «οι αρχές ανέλαβαν τη δέσμευση να συνεχίσουν την παρακολούθηση της εξέλιξης της αγοράς εργασίας και των μισθών και προτίθενται να προβούν σε εκ των υστέρων αξιολόγηση της πρόσφατης αύξησης του κατώτατου μισθού κατά 10,9% τον Φεβρουάριο του 2019. Η επόμενη αύξηση θα πραγματοποιηθεί μετά τον Ιούνιο του 2020, μετά από μια διαδικασία διαβούλευσης που θα ξεκινήσει τον Φεβρουάριο του 2020. Η κυβέρνηση συμφώνησε να διενεργήσει εκ των υστέρων αξιολόγηση της ελάχιστης αύξησης των μισθών και να βελτιωθεί η διαθέσιμη βάση πληροφόρησης για την παρακολούθηση των εξελίξεων στην αγορά εργασίας, στηριζόμενη στην τεχνική υποστήριξη της Παγκόσμιας Τράπεζας που παρέχεται μέσω της Ευρωπαϊκής Επιτροπής».
Όσον αφορά τον πρόσφατο αναπτυξιακό νόμο που ψηφίστηκε στις 24 Οκτωβρίου 2019 και εισήγαγε αλλαγές στο σύστημα συλλογικής διαπραγμάτευσης, σύμφωνα με την Κομισιόν, ενώ η διαπραγμάτευση σε τομεακό – κλαδικό επίπεδο παραμένει καταρχήν το κυρίαρχο επίπεδο διαπραγμάτευσης, εισάγεται η δυνατότητα εξαίρεσης, ιδίως για τις επιχειρήσεις που αντιμετωπίζουν οικονομικά προβλήματα (πτώχευση, αναδιάρθρωση, εκκαθάριση, μη εξυπηρετούμενα δάνεια) ή σε επιχειρήσεις που λειτουργούν σε περιοχές με υψηλά επίπεδα στα ποσοστά ανεργίας ή στις νεοϊδρυόμενες επιχειρήσεις και στις επιχειρήσεις κοινωνικής οικονομίας.
Αναφορά γίνεται και στην διαδικασία για την επέκταση των κλαδικών συμβάσεων που αλλάζει επίσης σημαντικά καθώς όπως επισημαίνεται, η διαδικασία δεν είναι πλέον αυτόματη, αλλά η απόφαση βρίσκεται στη διακριτική ευχέρεια του Υπουργού Εργασίας, ύστερα από ρητό αίτημα ενός από τα συμβαλλόμενα μέρη. Το αίτημα πρέπει να συνοδεύεται από ανάλυση των εκτιμώμενων επιπτώσεων στην οικονομία και την αγορά εργασίας, επιπλέον του υφιστάμενου κριτηρίου αντιπροσωπευτικότητας (50% του εργατικού δυναμικού που καλύπτεται ήδη από τη συμφωνία).
Στην πράξη, παραδέχεται η Κομισιόν, οι νέες αυτές απαιτήσεις ενδέχεται να περιορίσουν σημαντικά την επέκταση των συλλογικών συμβάσεων. Επιπλέον, ο νόμος προβλέπει τη δημιουργία Δημόσιου Μητρώου, αντίστοιχα, των εργοδοτικών ενώσεων και των συνδικαλιστικών οργανώσεων, προκειμένου να εξακριβωθεί η αντιπροσωπευτικότητά τους για τη σύναψη συλλογικών συμβάσεων εργασίας και για την πραγματοποίηση απεργίας.
Τέλος, η μονομερής προσφυγή στη διαιτησία (η οποία προστατεύεται συνταγματικά) περιορίζεται στις συλλογικές συμβάσεις που αφορούν το κοινό - Εταιρείες Κοινής Ωφέλειας στις αγορές εργασίας και προϊόντων - και σε συλλογικές διαφορές «των οποίων η επίλυση είναι ουσιώδης για λόγους γενικού κοινωνικού ή δημοσίου συμφέροντος».
Και καταλήγει η Ε.Ε. ότι είναι ζητούμενο και αναμένει να δει πώς αυτές οι αλλαγές θα επηρεάσουν τις συλλογικές διαπραγματεύσεις στην πράξη. Και αυτό, γιατί θεωρεί, ότι ενώ οι νέες απαιτήσεις για την επέκταση των συλλογικών συμβάσεων ενδέχεται να μειώσουν τα κίνητρα για διαπραγματεύσεις σε κλαδικό επίπεδο, οι δυνατότητες εξαίρεσης - εάν υιοθετηθούν από τους κοινωνικούς εταίρους - μπορούν να προωθήσουν τον κοινωνικό διάλογο τόσο σε επίπεδο επιχείρησης όσο και σε επίπεδο κλάδου.
Τέλος, η ΕΕ αναφέρεται στο σχέδιο της κυβέρνησης για την καταπολέμηση της αδήλωτης εργασίας, σε συνέχεια των δεσμεύσεων για το 2017-2019. Κι όπως επισημαίνει, τα αποτελέσματα των επιθεωρήσεων εργασίας έχουν δείξει σταθερή μείωση της επίπτωσης της αδήλωτης εργασίας από την εφαρμογή του σχεδίου δράσης. Βέβαια, οι ελληνικές αρχές θα πρέπει να επεξεργαστούν την παρακολούθηση του σχεδίου δράσης μετά την ολοκλήρωση της εκ των υστέρων αξιολόγησης όλων των μέτρων που θα εφαρμοστούν.
Επιπλέον, η νυν ηγεσία του υπουργείου Εργασίας έχει υιοθετήσει πρόσφατα ορισμένα νέα μέτρα με στόχο να περιοριστεί η καταχρηστική χρήση της μερικής απασχόλησης. Έτσι, οι επιπλέον ώρες που προβλέπονται πέρα από τα όσα έχουν συμφωνηθεί σε συμβάσεις μερικής απασχόλησης αμείβονται πλέον με επιπλέον 12% της συμφωνηθείσας αμοιβής. Επιπλέον, ενισχύεται το σύστημα ΕΡΓΑΝΗ για την καταχώριση των συμβάσεων εργασίας ώστε να καλύπτονται και μη τυποποιημένες μορφές απασχόλησης, όπως το εργόσιμο και τα Δελτία Παροχής Υπηρεσιών, ενώ ένα ψηφιακό σύστημα καταγραφής του χρόνου εργασίας θα τεθεί σε ισχύ το 2020.