«Μέχρι τώρα δεν έχουμε διαπιστώσει ουσιαστική κινητικότητα σε ότι αφορά τον επαναπατρισμό των χρημάτων που είχαν τοποθετήσει Έλληνες αποταμιευτές στο εξωτερικό κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης ενόψει του κινδύνου εξόδου της Ελλάδας από την Ευρωζώνη. Απλά, κάποιοι εξ’ αυτών έχουν αρχίσει να ενημερώνονται για τις εγχώριες τοποθετήσεις, χωρίς ωστόσο να έχουν προχωρήσει σε κινήσεις.
Το ευχάριστο για την Ελλάδα είναι ότι δεν παρατηρείται πλέον έντονο ενδιαφέρον για πρόσθετες εκροές κεφαλαίων στο εξωτερικό. Θα έλεγα πως η κατάσταση έχει πλέον εξισορροπήσει». Αυτά δηλώνει στο Euro2day.gr γνωστό στέλεχος της επενδυτικής αγοράς, η εταιρεία του οποίου διαχειρίζεται μεγάλο ύψος κεφαλαίων.
Προς την ίδια κατεύθυνση κινούνται και οι απόψεις διευθύνοντος συμβούλου ελληνικής ΑΕΔΑΚ:
«Υπάρχουν ορισμένοι που μετά τη φετινή άρση των capital controls έχουν αρχίσει να τοποθετούνται στο εξωτερικό. Πρόκειται για άτομα που θεωρούν πως θα πρέπει να διαθέτουν διαφοροποιημένο-διεθνοποιημένο χαρτοφυλάκιο και που κατά τα προηγούμενα χρόνια δεν μπορούσαν να το έχουν λόγω του υπάρχοντος καθεστώτος κεφαλαιακών ελέγχων. Από την άλλη πλευρά, βλέπουμε και ορισμένους που επαναπατρίζουν τμήμα των χρημάτων τους, εξ’ αιτίας των υψηλότερων yields σε τίτλους σταθερού εισοδήματος».
Στο ερώτημα για το πότε βλέπει μια μαζικότερη επιστροφή κεφαλαίων στη χώρα μας, υποστηρίζει πως «κάτι τέτοιο θα απαιτήσει περισσότερο χρόνο. Ας μην ξεχνάμε το πόσο μεγάλος ήταν ο κίνδυνος της χώρας μόλις λίγα χρόνια νωρίτερα. Μεγάλοι Όμιλοι όπως πολυεθνικές επιχειρήσεις και ασφαλιστικές εταιρείες αντιλαμβάνονται αρκετά γρήγορα τις θετικές εξελίξεις στην ελληνική οικονομία και επιστρέφουν τμηματικά τις καταθέσεις-επενδύσεις τους στη χώρα. Οι μικρότεροι όμως επενδυτές χρειάζονται περισσότερο χρόνο.
Επιπλέον, θα πρέπει να συνεκτιμηθεί πως αν και οι αποδόσεις των κρατικών ομολόγων στο εξωτερικό έχουν καταστεί σε πολλές περιπτώσεις αρνητικές, οι επενδυτές μέχρι τώρα καταγράφουν σημαντικά κέρδη καθώς από το 2011 έως και σήμερα τόσο οι μετοχές, όσο και τα ομόλογα -κρατικά και εταιρικά- έχουν σημειώσει μεγάλο άνοδο».
Διευθύνων σύμβουλος πολυεθνικής ασφαλιστικής εταιρείας στην Ελλάδα υποστηρίζει πως δεν είναι τόσο απλό να επιστέψουν μαζικά οι επενδύσεις του κλάδου από το εξωτερικό, καθώς οι εκδόσεις κρατικών ομολόγων είναι περιορισμένες και χαρακτηρίζονται από περιορισμένη εμπορευσιμότητα. Ακόμη πιο μικρή είναι η εγχώρια αγορά εταιρικών ομολόγων, η οποία δεν υπερβαίνει το 1,5 δισ. ευρώ.
Από την άλλη πλευρά, παράγοντες της αγοράς υποστηρίζουν πως η Ελλάδα μπορεί να προσφέρει -υπό προϋποθέσεις- καλύτερες αποδόσεις σε σχέση με το εξωτερικό. Ο προαναφερόμενος διευθύνων σύμβουλος ελληνικής ΑΕΔΑΚ σημειώνει:
«Εμείς συμβουλεύουμε τους πελάτες μας κυρίως υπέρ των ελληνικών μετοχών και δευτερευόντως υπέρ των ελληνικών ομολόγων, παρά το γεγονός ότι αυτά προσφέρουν υψηλότερα yields σε σχέση με τα αντίστοιχα του εξωτερικού. Υπάρχουν για παράδειγμα στην Ελλάδα πολλές μετοχές που διαπραγματεύονται με μερισματική απόδοση ανώτερη ή και πολύ ανώτερη από αυτή των δεκαετών κρατικών ομολόγων. Άρα, θεωρώ πολύ πιθανή μια υπεραπόδοση των μετοχών έναντι των ομολόγων σε μακροπρόθεσμο διάστημα, ακόμη και αν η τοποθέτηση των ομολόγων σε βάθος χρόνου αποδειχτεί κερδοφόρος».
Άλλοι επίσης κύκλοι της αγοράς επισημαίνουν την πτωτική τάση που επικρατεί στην Ελλάδα σε σχέση με τη φορολόγηση των εγχώριων επενδυτικών προϊόντων. «Από το 2020 ο εταιρικός φορολογικός συντελεστής θα μειωθεί από το 28% στο 24% και η επιβάρυνση των διανεμόμενων μερισμάτων από το 10% στο 5%. Πέραν όμως αυτών, γενικότερη διάθεση της κυβέρνησης είναι να περιορίσει την φορολογία.
Ακούμε ότι σύντομα θα ψηφιστεί ψαλίδισμα του φορολογικού συντελεστή τόσο στους τόκους των κρατικών ομολόγων, όσο και στα έσοδα από ενοίκια για τα φυσικά πρόσωπα. Μεγαλύτερη ορατότητα θα έχουμε μέχρι το τέλος του έτους.
Επιπλέον, κυβερνητικοί παράγοντες έχουν αφήσει περιθώρια για νέα μείωση του ΕΝΦΙΑ μέσα στο επόμενο έτος, ενώ επίσης «ακούνε» αιτήματα των επενδυτικών φορέων για φορολογική επιστροφή των αμοιβαίων κεφαλαίων και των ΑΕΕΑΠ στο προ του 2016 επίπεδο, ή ακόμη και για αποκλιμάκωση του κατώτατου ορίου επένδυσης σε μετοχές και ομόλογα, προκειμένου ένας αλλοδαπός να αποκτήσει “χρυσή βίζα”.
Εκτιμώ πως αργότερα ή γρηγορότερα κάποια από τα αιτήματα αυτά θα υιοθετηθούν, τουλάχιστον ως ένα βαθμό. Πιστεύω γενικότερα, πως η τάση της φορολογίας τόσο στις χρηματοοικονομικές επενδύσεις όσο και στα ακίνητα είναι πτωτική» αναφέρεται χαρακτηριστικά.