Πονοκέφαλο στο οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης προκαλούν σειρά αποφάσεων του Μισθοδικείου που έκρινε αντισυνταγματικές τις περικοπές των συντάξεων των απόμαχων δικαστών και εισαγγελέων. Σύμφωνα με τις επίμαχες αποφάσεις οι συντάξεις πρέπει να αναπροσαρμοστούν στα επίπεδα του 2012.
Το ύψος της επιβάρυνσης στον κρατικό προϋπολογισμό που δημιουργείται από το Μισθοδικείο δεν μπορεί να προσδιοριστεί άμεσα, καθώς το ύψος των συντάξεων είναι ανάλογο με το βαθμό και τα χρόνια προϋπηρεσίας των δικαστών και εισαγγελέων.
Ως εκ τούτου, το Μισθοδικείο διαβιβάζει στο Ελεγκτικό Συνέδριο όλες τις αποφάσεις προκειμένου να προσδιοριστεί το ύψος των αναδρομικών που πρέπει να λάβουν οι συνταξιούχοι δικαστές για το χρονικό διάστημα από 1ης Δεκεμβρίου 2015 έως την ημερομηνία που κατέθεσαν τις αγωγές τους στο Μισθοδικείο το Νοεμβρίου του 2017.
Οι αποφάσεις που εκδόθηκαν αφορούν προσφυγές που είχαν καταθέσει στο Μισθοδικείο ο πρώην πρόεδρος του Ελεγκτικού Συνεδρίου Νικόλαος Αγγελάρας, ο πρώην αντιπρόεδρος του Ελεγκτικού Συνεδρίου Ευάγγελος Νταής, ο πρώην αρεοπαγίτης Σταμάτης Γιακουμέλος και η πρώην πρόεδρος και γ.γ. της Ένωσης Συνταξιούχων Δικαστικών Λειτουργών και Λειτουργών του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους Αγγελικής Σμυρνιού.
Οι προσφεύγοντες συνταξιούχοι δικαστικοί λειτουργοί υποστήριζαν ότι οι περικοπές που έγιναν στις συντάξεις τους ανήλθαν περίπου σε ποσοστό 74% και μόνο αυτές που έγιναν κατ΄ επιταγή του νόμου 4387/2016 ανέρχονται σε ποσοστό 40%, περίπου.
Μετά την εφαρμογή των επίμαχων νομοθετικών μέτρων, η μηνιαία σύνταξη των προέδρων των Ανωτάτων Δικαστηρίων της χώρας μειώθηκε και το καθαρό ποσό των συντάξεων των προέδρων κυμαίνεται (ανάλογα με τα χρόνια προϋπηρεσίας), από τα 1.450 ευρώ έως τα 1.675 ευρώ.
Το Μισθοδικείο με πρόεδρο την αντιπρόεδρο του ΣτΕ Μαίρη Σάρπ και εισηγήτρια τη σύμβουλο Επικρατείας Κωνσταντίνα Φιλοπούλου, έκριναν κατά πλειοψηφία (7 υπέρ έναντι 2 κατά) ότι ο νόμος 4093/2012 αντίκειται στις διατάξεις των άρθρων 26, 87, 88 κ.λπ. του Συντάγματος, οι οποίες επιτάσσουν τη χορήγηση στους δικαστικούς συντάξεις οι οποίες να μην αποκλίνουν ουσιωδώς από τις αποδοχές των εν ενεργεία συναδέλφων τους, έτσι ώστε να εξασφαλίζεται σ΄ αυτούς ένα επίπεδο αξιοπρεπούς διαβίωσης, ανάλογο με το κύρος και την αποστολή του λειτουργήματος που ασκούν.
Αντίθετα, μειοψήφησαν οι καθηγητές της Νομικής Σχολής Κωνσταντινος Παπαδημητρίου και Καλλιόπη Χριστακάκου-Φωτιάδη, οι οποίοι υποστήριξαν ότι είναι δικαιολογημένες οι περικοπές των συντάξεων των δικαστών και των εισαγγελέων.
Σύμφωνα με το Μισθοδικείο, δεν αποκλείεται η επέμβαση του νομοθέτη για μείωση των συντάξεων λόγω επιτακτικής ανάγκης προς κάλυψη των οικονομικών αναγκών της χώρας και βελτίωση της δημοσιονομικής κατάστασης, αλλά η επέμβαση πρέπει να γίνεται υπό την προϋπόθεση ότι οι μειώσεις αυτές δεν υπερβαίνουν το αναγκαίο μέτρο και είναι πράγματι πρόσφορες για την αντιμετώπιση του οικονομικού προβλήματος,
Επομένως, λόγοι αποκλειστικά οικονομικοί ή για επίτευξη δημοσιονομικών στόχων δεν μπορούν από μόνοι τους να δικαιολογήσουν περικοπές στις συντάξεις των δικαστικών, ιδιαίτερα μάλιστα στην περίπτωση εκείνη των αιφνίδιων, αλλεπάλληλων ή σοβαρών περικοπών που αποτρέπουν πράγματι το έως τότε ισχύον συνταξιοδοτικό καθεστώς.