Στην Ελλάδα και στον τραπεζικό κλάδο ήταν στοχευμένη η σημερινή παρουσίαση υψηλόβαθμων στελεχών της Fitch Ratings, καθώς ο οίκος αξιολόγησης ετοιμάζει την επίσημη αξιολόγησή του για την εγχώρια οικονομία στις 16 Φεβρουαρίου.
Η τρέχουσα πιστοληπτική διαβάθμιση του ελληνικού κράτους τοποθετείται σε Β- με θετικές προοπτικές από τις 18 Αυγούστου του 2017, ωστόσο είναι πλέον εξαιρετικά πιθανό ο οίκος να προχωρήσει σε θετική αναβάθμιση του αξιόχρεου της χώρας στις επόμενες δύο εβδομάδες.
Στα θετικά στοιχεία για την οικονομία είναι οι ενδείξεις ότι η τρέχουσα ανάκαμψη διατηρείται και ότι χτίζεται ένα σερί (track record) επίτευξης των στόχων για τα πρωτογενή πλεονάσματα.
Παράλληλα, έχει επιτευχθεί σημαντική «ανακούφιση» στο βάρος του επίσημου χρέους. Η συνέχιση της επιτυχούς εφαρμογής του προγράμματος του ESM και η βελτιωμένη σχέση μεταξύ της χώρας και των επίσημων πιστωτών σε συνδυασμό με το σταθερό πολιτικό περιβάλλον αποτελούν επίσης θετικά στοιχεία για τη χώρα. Η δυναμική στην αγορά εργασίας αλλά και το τρίτο συνεχόμενο τρίμηνο ανάπτυξης είναι επίσης στα στοιχεία που βοηθούν, παράλληλα με τη βελτίωση του κλίματος εμπιστοσύνης και την αποκλιμάκωση των οφειλών του κράτους και των δημοσίων φορέων προς τον ιδιωτικό τομέα.
Η Fitch Ratings εκτιμά ότι το ΑΕΠ θα αυξηθεί 2,1% το 2018 και η άνοδος θα επιταχυνθεί το 2019 στο 2,6% ενώ ταυτόχρονα το χρέος θα κινηθεί πτωτικά στο 176,4% φέτος και στο 169,5% το επόμενο έτος. Το γενικό ισοζύγιο της κυβέρνησης θα είναι ισοσκελισμένο φέτος ενώ το 2019 θα εμφανίσει θετικό πρόσημο 0,4%.
Στα πιθανά αρνητικά στοιχεία ή στους καταλύτες που μπορεί να επηρεάσουν αρνητικά την αξιολόγηση της χώρας στο μέλλον, η Fitch Ratings επισημαίνει τυχόν αποκλίσεις από τους δημοσιονομικούς στόχους και αντιστροφή των νομοθετημένων πολιτικών του προγράμματος, αλλά και επιδείνωση των σχέσεων με τους πιστωτές, κάτι που θα επηρέαζε αρνητικά τα επιπρόσθετα μέτρα ανακούφισης του χρέους.
Αναφορικά με τον τραπεζικό τομέα, τα κυρίαρχα ζητήματα είναι τα αποτελέσματα από τα stress tests της ΕΚΤ, η εκτέλεση των προγραμμάτων μείωσης των μη εξυπηρετούμενων δανείων (NPLs), καθώς παραμένει ερώτημα αν οι ηλεκτρονικοί πλειστηριασμοί λειτουργήσουν όπως έχουν σχεδιαστεί, αν οι τράπεζες βρουν αγοραστές για τις ιδιοκτησίες που θα βγουν στους πλειστηριασμούς ή θα χρειαστεί να τις διακρατήσουν οι ίδιες στον ισολογισμό τους και τέλος, πώς θα εξελιχθεί το ενδιαφέρον των επενδυτών για τα εγχώρια προβληματικά περιουσιακά στοιχεία. Παράλληλα, η εξάλειψη του ELA και η επιστροφή σε θετικούς ρυθμούς πιστωτικής επέκτασης αποτελούν σημαντικά ζητήματα.
Για τα stress tests της ΕΚΤ, τις παραμέτρους των οποίων θα γνωρίζουμε τις επόμενες μέρες, το τελικό αποτέλεσμα, σε μεγάλο ποσοστό, θα καθοριστεί από τις παραδοχές. O στατικός ισολογισμός που θα είναι το προς ανάλυση και η εφαρμογή του λογιστικού προτύπου IFRS 9 κάνουν τα stress tests να είναι μια πρόκληση για τις εγχώριες τράπεζες.
Καθοριστικό παράγοντα θα αποτελέσουν τα haircuts στα εχέγγυα των τραπεζών κατά τη διάρκεια των tests. Από την άλλη, το σημείο εκκίνησης των τραπεζών σε σχέση με το 2015 είναι πιο δυνατό, ενώ τα αποθέματα κεφαλαιακής επάρκειας και η κερδοφορία προ προβλέψεων αναμένεται να αυξήσει τα αποθεματικά.