Κόκκινα δάνεια: Η «χρυσή τομή» για το ακαταδίωκτο των στελεχών

Το υπουργείο Οικονομικών δεν θα έχει λόγο στην απόφαση για άσκηση ποινικής δίωξης αλλά μία τριμελής επιτροπή.

Κόκκινα δάνεια: Η «χρυσή τομή» για το ακαταδίωκτο των στελεχών

«Λύση» βρέθηκε, όπως μετέδωσε νωρίτερα το Euro2day.gr στο ζήτημα του ακαταδίωκτου των τραπεζικών στελεχών, τα οποία θα βάζουν την υπογραφή τους στις αναδιαρθρώσεις κόκκινων δανείων.

Μετά από πλούσιο παρασκήνιο το υπουργείο Οικονομικών δεν θα έχει λόγο στην απόφαση για άσκηση ποινικής δίωξης αλλά μία τριμελής επιτροπή, την οποία θα απαρτίζουν: Ένας Αεροπαγίτης και δυο αντιεισαγγελείς, οι οποίοι θα κινούν την οποία δικαστική διαδικασία κατόπιν γνωμοδότησης της Τράπεζας της Ελλάδας. Σε ο,τι αφορά τους υπαλλήλους της εφορίας και των ασφαλιστικών ταμείων για αυτούς θα αποφασίζει ο Γενικός Επιθεωρητής Δημόσιας Διοίκησης.

Το άρθρο 65 του νομοσχεδίου προβλέπει:

* Για πράξεις ή παραλείψεις της προηγούμενης παραγράφου, ποινική δίωξη ασκείται μόνο ύστερα από αίτηση του Γενικού Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης. Στην αίτηση πρέπει να τεκμηριώνεται ειδικά και εμπεριστατωμένα ότι οι ανωτέρω πράξεις ή παραλείψεις τελέστηκαν κατά παράβαση των προϋποθέσεων της προηγούμενης παραγράφου.

* Όσοι από τον νόμο ή από δικαιοπραξία έχουν την επιμέλεια ή με τη οποιονδήποτε τρόπο διαχείριση περιουσίας πιστωτικού ή χρηματοδοτικού ιδρύματος (ολική ή μερική ή μόνο για ορισμένη πράξη) δεν υπέχουν ποινική και αστική ευθύνη για πράξεις ή παραλείψεις τις οποίες τελούν για την εξυπηρέτηση της αναδιάρθρωσης ή διαγραφής δανείων, οφειλών ή χρεών, κατά τα οριζόμενα στον Πτωχευτικό Κώδικα ή στον ν. 4469/2017 (Α΄ 62) ή στο ν. 3869/2010 (Α΄ 130) ή στο πλαίσιο της ειδικής εκκαθάρισης των άρθρων 145 επ. του ν. 4261/2014 (Α΄ 107) ή στα άρθρα 2 και 3 του ν. 4354/2015 (Α΄ 176), εφόσον αυτές είναι σύμφωνες με τους προβλεπόμενους στους ανωτέρω νόμους και τις σχετικές εγκυκλίους, κανόνες και διαδικασίες, τα οριζόμενα στους εσωτερικούς κανονισμούς και τα καταστατικά των νομικών προσώπων που εκπροσωπούν και τη νομοθεσία που διέπει τη λειτουργία τους και συντρέχουν σωρευτικά, όπου προσήκει, οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α) οι πράξεις ή παραλείψεις τελούνται με σκοπό είτε την είσπραξη μέρους τουλάχιστον της απαίτησης είτε, αν πρόκειται για επιχειρηματικά δάνεια, τη συνέχιση της δραστηριότητας της επιχείρησης με βάση συμφωνία εξυγίανσης ή σχέδιο αναδιοργάνωσης και διάσωσης, με το οποίο αποβλέπουν στην εξασφάλιση είσπραξης τουλάχιστον μέρους της απαίτησης,

β) κατά την εξυπηρέτηση της αναδιάρθρωσης ή διαγραφής των δανείων, οφειλών ή χρεών δεν παραβιάζονται οι σχετικές κανονιστικές πράξεις της Τράπεζας της Ελλάδος για τη διαχείριση οφειλών σε καθυστέρηση και τη διαχείριση μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων, όπως αυτές εκάστοτε ισχύουν, και τηρούνται οι κανόνες που προβλέπονται στην εγκεκριμένη πολιτική αναδιαρθρώσεων των ως άνω ιδρυμάτων,

γ) υφίστανται αποφάσεις των θεσμοθετημένων εγκριτικών επιτροπών ή οργάνων του πιστωτικού ή χρηματοδοτικού ιδρύματος ή της Επιτροπής Ειδικών Εκκαθαρίσεων προκειμένου για ειδικούς εκκαθαριστές,

δ) δεν οδηγούν σε χειροτέρευση της πραγματικής οικονομικής θέσης του νομικού προσώπου του δανειστή, από αυτή στην οποία θα επερχόταν, αν ο οφειλέτης, η οφειλή του οποίου αναδιαρθρώνεται ή διαγράφεται, ετίθετο άμεσα σε εκκαθάριση ή ρευστοποίηση του ενεργητικού του σε περίπτωση αναγκαστικής εκτέλεσης σε βάρος του.

Τα ανωτέρω ισχύουν και για την αναδιάρθρωση ή διαγραφή δανείων, οφειλών ή χρεών από διμερείς συμφωνίες μεταξύ πιστωτικού ιδρύματος και οφειλέτη, που αποβλέπουν στην εφαρμογή της εσωτερικής εγκεκριμένης πολιτικής διαχείρισης μη εξυπηρετούμενων δανείων, είτε επιχειρήσεων είτε ιδιωτών στο πλαίσιο εφαρμογής του Κώδικα Δεοντολογίας (απόφαση 195/1/29.7.2016, Β΄ 2376).

* Για πράξεις ή παραλείψεις της προηγούμενης παραγράφου ποινική δίωξη ασκείται μόνο ύστερα από αίτηση τριμελούς Επιτροπής που αποτελείται από έναν Αρεοπαγίτη και δύο Αντεισαγγελείς του Αρείου Πάγου, οι οποίοι ορίζονται από το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο. Το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο ορίζει τα ανωτέρω πρόσωπα καθώς και τους αναπληρωτές τους εντός δεκαπέντε ημερών από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου. Εκπρόσωπος της Τράπεζας της Ελλάδος, που ορίζεται με απόφαση της εκτελεστικής επιτροπής της Τράπεζας της Ελλάδος, συντάσσει ειδική και εμπεριστατωμένη γνώμη, την οποία υποχρεούται να υποβάλλει στην ανωτέρω Επιτροπή εντός προθεσμίας τριάντα ημερών σχετικά με την παράβαση ή μη των όρων που προβλέπονται στις περ. β’ και γ’ της προηγούμενης παραγράφου. Η προθεσμία των τριάντα ημερών αρχίζει από την επομένη της υποβολής του αντίστοιχου αιτήματος της ανωτέρω Επιτροπής προς την Τράπεζα της Ελλάδος.

Η Επιτροπή αναζητά, εφόσον το κρίνει σκόπιμο, συμπληρωματικά στοιχεία από οποιαδήποτε υπηρεσία ή τρίτο, ιδίως από ειδικευμένο εμπειρογνώμονα. Στην αίτηση της Επιτροπής προς τον αρμόδιο Εισαγγελέα πρέπει να τεκμηριώνεται ειδικά και εμπεριστατωμένα ότι οι ανωτέρω πράξεις ή παραλείψεις τελέστηκαν κατά παράβαση των αναφερόμενων στην προηγούμενη παράγραφο προϋποθέσεων.

Με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων συγκροτείται η Επιτροπή και τοποθετούνται τα μέλη της και οι αναπληρωτές τους για θητεία ενός έτους, η οποία μπορεί να ανανεώνεται άπαξ για ένα έτος. Τα μέλη της Επιτροπής ασκούν τα ανωτέρω καθήκοντα παράλληλα με τα κύρια δικαστικά τους καθήκοντα. Με την ίδια απόφαση ορίζονται υπάλληλοι του Υπουργείου Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων κατηγορίας ΠΕ ως Γραμματείς της Επιτροπής.

* Ο Γενικός Επιθεωρητής Δημόσιας Διοίκησης και η Επιτροπή της παρ. 4 υποχρεούνται, εντός τεσσάρων  μηνών από την παραλαβή της καταγγελίας, να υποβάλλουν στον αρμόδιο εισαγγελέα την αίτηση των παρ. 2 και 4 ή να κοινοποιήσουν την απόφαση περί μη υποβολής της.

* Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται μόνο σε πράξεις ή παραλείψεις σχετικές με αναδιαρθρώσεις ή διαγραφές δανείων, οφειλών και χρεών που τελούνται μετά τη δημοσίευση του παρόντος νόμου.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v