Με αρνητικό πρόσημο -όπως πέρυσι- ξεκίνησε και τη φετινή χρονιά ο ελληνικός τουρισμός, επιβεβαιώνοντας την επιφυλακτικότητα επιχειρηματιών του χώρου για τα έσοδα από τον τουρισμό το 2017, παρά τη νέα αύξηση της ζήτησης που καταγράφεται στις ευρωπαϊκές αγορές για διακοπές στην Ελλάδα.
Κορυφαίοι παράγοντες του τουρισμού, ωστόσο, επισημαίνουν στο Euro2day.gr πως το συγκεκριμένο διάστημα αποτελεί διαχρονικά την περίοδο με την πιο χαμηλή ταξιδιωτική κίνηση προς την Ελλάδα και προεξοφλούν γρήγορη αλλαγή της εικόνας προς το θετικότερο, καθώς θα αρχίσουν να καταφθάνουν οι ταξιδιώτες της καλοκαιρινής περιόδου.
Κι αν πέρυσι ήταν η πρώτη χρονιά κατά την οποία τα στατιστικά στοιχεία που δημοσιοποιεί η Τράπεζα της Ελλάδος προκάλεσαν ποικίλες αντιδράσεις, με την υπουργό Τουρισμού και τον Γ.Γ του Παγκόσμιου Οργανισμού Τουρισμού να παίρνουν αποφάσεις σε ό,τι αφορά κυρίως στα στοιχεία των εισπράξεων, τα πράγματα ίσως γίνουν πιο σύνθετα φέτος.
Πέρυσι, το στοιχείο που προσέλκυσε το ενδιαφέρον ήταν η μείωση των ταξιδιωτικών εισπράξεων, παρά την αύξηση του αριθμού ξένων επισκεπτών. Αποτέλεσμα το οποίο αποδόθηκε εν μέρει στη μικρότερη διάρκεια παραμονής των ξένων τουριστών στη χώρα μας (σ.σ. τάση που ισχύει και για τις ανταγωνίστριες χώρες), αλλά και τις μεγάλες προσφορές των Ελλήνων ξενοδόχων σε μια προσπάθεια να αναθερμάνουν τις κρατήσεις, οι οποίες κινούνταν σε χαμηλές στροφές στο α’ εξάμηνο του 2016.
Φέτος, αντίθετα, τα στοιχεία ταξιδιωτικού ισοζυγίου της Τράπεζας της Ελλάδος για το εναρκτήριο δίμηνο του 2017 αποτυπώνουν μια πιο «λογική» αντιστοιχία: μείωση 2,8% των ξένων επισκεπτών με ισοϋψή πτώση 2,7% των ταξιδιωτικών εισπράξεων.
Το στοιχείο που κάνει επιχειρηματίες του χώρου να εκφράζουν συγκρατημένη αισιοδοξία για τις φετινές εισπράξεις αφορά στις δαπάνες των ξένων επισκεπτών. Έτσι, υποστηρίζουν, η μείωση κατά 8,6 εκατ. ευρώ των τουριστικών εισπράξεων του πρώτου διμήνου θα πρέπει να εξεταστεί σε συνδυασμό με τη σταθεροποίηση των δαπανών των ξένων τουριστών. Πιο συγκεκριμένα, η δαπάνη ανά ταξίδι των επισκεπτών (όχι μόνο από τη Γερμανία) που δεν μένουν μόνιμα στην Ελλάδα διαμορφώθηκε στα 317,4 ευρώ έναντι 317,1 ευρώ το αντίστοιχο διάστημα του 2016, καταγράφοντας οριακή άνοδο 0,1% σε σύγκριση με την άνοδο 14,6% που είχε σημειώσει το ίδιο διάστημα πέρυσι έναντι του 2015.
Νέες στατιστικές αρρυθμίες, ωστόσο, διαπιστώνονται αν συγκρίνει κανείς τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος με τα αντίστοιχα που δημοσιοποίησε η Ομοσπονδιακή Στατιστικής Αρχή της Γερμανίας (Destatis) για τους ταξιδιώτες από τη Γερμανία που έφθασαν στη χώρα μας στο δίμηνο Ιανουαρίου-Φεβρουαρίου. Τα στοιχεία της Destatis αφορούν επισκέπτες (Γερμανούς και άλλων εθνικοτήτων) που αναχώρησαν με αεροπλάνο από αεροδρόμια της Γερμανίας με προορισμό την Ελλάδα. Διάστημα κατά το οποίο, σύμφωνα με έμπειρα στελέχη της αγοράς, θεωρείται δεδομένο πως σχεδόν το σύνολο των ταξιδιωτών από τη Γερμανία έρχεται στην Ελλάδα αεροπορικώς και όχι με κάποιο άλλο μέσο.
Από τα στοιχεία της ΤτΕ προκύπτει πως οι επισκέπτες από τη Γερμανία που ήρθαν στην Ελλάδα στο πρώτο δίμηνο του 2017 έφθασαν τις 98.000 έναντι 69.600 το αντίστοιχο διάστημα του 2016, καταγράφοντας αύξηση 40,9%.
Η Ομοσπονδιακή Στατιστική Αρχή της Γερμανίας, από την πλευρά της, για το ίδιο διάστημα (Ιανουάριος-Φεβρουάριος) αναχώρησαν από γερμανικά αεροδρόμια με προορισμό την Ελλάδα συνολικά 163.000 ταξιδιώτες έναντι 142.000 την αντίστοιχη περίοδο του 2016, σημειώνοντας αύξηση 14,7%.
Γνωστοί επιχειρηματίες, την ίδια στιγμή, εκφράζουν στο Euro2day.gr τον προβληματισμό τους για το γεγονός ότι οι πρώτες ενδείξεις από τη μεγαλύτερη αγορά του ελληνικού τουρισμού, Γερμανία, δεν επιτρέπουν εφησυχασμό.
Όπως εξηγούν, ενώ οι συνολικές εισπράξεις επισκεπτών από τη Γερμανία στο πρώτο δίμηνο σημειώνουν αύξηση 13,4% (36,9 εκατ. ευρώ έναντι 32,5 εκατ. ευρώ το 2016), την ίδια στιγμή οι τουρίστες εμφανίζονται να έχουν μειώσει κατά 20% τα χρήματα που ξοδεύουν για το ταξίδι τους. Έτσι, κάθε επισκέπτης από τη Γερμανία εμφανίζεται να ξοδεύει στο πρώτο δίμηνο 376,5 ευρώ σε κάθε ταξίδι του στην Ελλάδα έναντι 466,9 ευρώ στο αντίστοιχο διάστημα του 2016 (μείωση 19,4%).
Αποτέλεσμα, σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, μπορεί να οφείλεται είτε στην περαιτέρω μείωση της διάρκειας παραμονής τους στη χώρα μας, είτε σε μειωμένες τιμές στα καταλύματα ή σε συνδυασμό των δύο.
Εξέφραζαν, μάλιστα, τον προβληματισμό τους για τις ενδεχόμενες επιπτώσεις στα φετινά έσοδα από τον τουρισμό, εφόσον οι περικοπές δαπανών των επισκεπτών από τη Γερμανία στη χώρα μας δεν περιοριστεί μόνο στο αρχικό δίμηνο αλλά επεκταθεί και στην υπόλοιπη χρονιά.
Από τα στοιχεία επιβατικής κίνησης των γερμανικών αεροδρομίων στο πρώτο δίμηνο της χρονιάς που ανακοίνωσε η Destatis, προκύπτει αύξηση 6,6% των ταξιδιών προς το εξωτερικό. Ταυτόχρονα ο αριθμός ταξιδιωτών που αναχώρησαν από Γερμανία προς την Ευρώπη κατέγραψε άνοδο 7,1%, ενώ για τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης η αύξηση ήταν 8,1%
Τη μεγαλύτερη αύξηση επιβατών από τη Γερμανία κατέγραψε η Πορτογαλία (16,5%). Ακολουθεί σε άνοδο η Ελλάδα (14,7%), ενώ η Ισπανία κινείται σε οριακά υψηλότερα επίπεδα κίνησης σε σύγκριση με πέρυσι (+1,7%).
Παραμένει σε περίοδο σοβαρής υποχώρησης ο τουρισμός της Τουρκίας, με τους επισκέπτες από Γερμανία να σημειώνουν νέα μείωση 14,3%. Σε ανεξέλεγκτη περιδίνηση, την ίδια στιγμή, φαίνεται πως παραμένει εγκλωβισμένος ο βασικός παραθεριστικός προορισμός της Τουρκίας (Αττάλεια) καθώς καταγράφει νέα βουτιά 34,8% ταξιδιωτών από Γερμανία. Στοιχείο που, ενδεχομένως, θα πυροδοτήσει νέο μπαράζ προσφορών εκ μέρους των Τούρκων ξενοδόχων, προκειμένου να διασωθεί ό,τι είναι δυνατόν από τη φετινή χρονιά.
Τη σταδιακή επιστροφή των προορισμών της Βορ. Αφρικής στη μεσογειακή αγορά διακοπών σηματοδοτεί, την ίδια στιγμή, η αύξηση κίνησης από Γερμανία που καταγράφουν στο πρώτο δίμηνο η Αίγυπτος (25,7%), το Μαρόκο (18,8%) και η Τυνησία (8,1%).