Μία εβδομάδα θα παραμείνουν στην Αθήνα οι επικεφαλής του κουαρτέτου για τις διαπραγματεύσεις με την ελληνική κυβέρνηση, αρχής γενομένης από τις 28 Φεβρουαρίου. Αυτό είναι το αρχικό χρονοδιάγραμμα, το οποίο αναλόγως των εξελίξεων, βέβαια, μπορεί να τροποποιηθεί.
Από τις πρώτες μέρες της παραμονής του κουαρτέτου στην Αθήνα πάντως, σε κάθε περίπτωση, αναμένεται να φανεί εάν υπάρχει το ενδεχόμενο μιας γρήγορης συμφωνίας για την ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης, ή θα επιβεβαιωθούν αναλυτές οι οποίοι προβλέπουν παράταση των διαπραγματεύσεων.
Όλα δείχνουν ότι σε αυτές τις επτά ημέρες, το θερμόμετρο των διαπραγματεύσεων θα χτυπήσει κόκκινο. Από τις χθεσινές δηλώσεις του Γερούν Ντάισελμπλουμ προκύπτει πάντως, για μία ακόμα φορά, ότι οι Ευρωπαίοι δεν βιάζονται. Ο πρόεδρος του Eurogroup επανέλαβε χθες ότι δεν υπάρχει πίεση ρευστότητας και τα θέματα τα οποία θα τεθούν στο τραπέζι συνιστούν δύσκολες μεταρρυθμίσεις που απαιτούν πολλή δουλειά.
Το πρώτο στο οποίο θα πρέπει να καταλήξουν κουαρτέτο και ελληνική κυβέρνηση είναι το ύψος των μέτρων τα οποία θα συνθέσουν αυτό το πακέτο των «μεταρρυθμίσεων».
Η αρχική θέση των δανειστών αφορά σε πρόσθετα μέτρα ύψους 2% του ΑΕΠ, μοιρασμένα κατά το ήμισυ σε περικοπές συντάξεων και μείωση αφορολόγητου. Σε αυτή την περίπτωση, το πακέτο φτάνει τα 3,6 δισ. ευρώ.
Κυβερνητικές αλλά και ευρωπαϊκές πηγές αφήνουν ανοιχτό το ενδεχόμενο, το πακέτο να είναι χαμηλότερο, στην περιοχή των 2,7 δισ. ευρώ ή 1,5% του ΑΕΠ. Ο ισχυρισμός που προβάλλουν για το ηπιότερο πακέτο μέτρων εδράζεται στην υπεραπόδοση του 2016, όταν κατά τους ελληνικούς υπολογισμούς επιτεύχθηκε πλεόνασμα 2,5%-3% του ΑΕΠ. Υποστηρίζουν ότι μεγάλο μέρος αυτής της υπεραπόδοσης έχει διατηρήσιμα χαρακτηριστικά, επομένως το πακέτο των μέτρων μπορεί να είναι μικρότερο.
Στο σημείο αυτό, κατά την έναρξη των συζητήσεων δηλαδή, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο δεν αποκλείεται να επιφυλάσσει μία νέα σφήνα.
Με βάση τους μέχρι τώρα υπολογισμούς του, υποστηρίζει ότι το 2018 δεν πρόκειται να επιτευχθεί πλεόνασμα υψηλότερο του 1,5% του ΑΕΠ και επομένως δύσκολα θα βάλει νερό στο κρασί των πρόσθετων απαιτήσεών του.
Το δεύτερο λεπτό σημείο αφορά στα ίδια τα μέτρα. Πόσο θα μειωθεί το αφορολόγητο (5.900 η αρχική θέση των δανειστών), από πότε και πόσο θα μειωθούν οι συντάξεις, τι θα γίνει με το ελληνικό αίτημα επαναφοράς των συλλογικών διαπραγματεύσεων και πώς θα λυθεί ο γρίφος των ομαδικών απολύσεων.
Ακόμα και στους κόλπους των δανειστών, ξεκάθαρη εικόνα αυτή την ώρα δεν υπάρχει. Χθες ένας υψηλόβαθμος αξιωματούχος των Βρυξελλών άφηνε ανοιχτό το ενδεχόμενο έναρξης εφαρμογής των μέτρων από το φθινόπωρο του 2018, την ώρα που έτερο κορυφαίο στέλεχος των δανειστών μιλούσε για πρώτη εφαρμογή το 2019, όπως και η ελληνική κυβέρνηση.
Το τρίτο σημείο στο οποίο θα πρέπει να υπάρξει συμφωνία αφορά στα περιβόητα αντισταθμιστικά μέτρα. Κυβερνητικά στελέχη τις τελευταίες ημέρες παρουσιάζουν μια εικόνα πακέτου μέτρων το οποίο θα εξουδετερώνεται δημοσιονομικά από ένα πακέτο «αντιμέτρων» με μειώσεις φόρων.
Πηγές των δανειστών αντιτείνουν ότι δεν είναι αυτό το σενάριο. Διευκρινίζουν ότι, ενώ τα σκληρά μέτρα θα εφαρμοστούν σε κάθε περίπτωση, τα αντισταθμιστικά μέτρα θα εφαρμοστούν μόνο εφόσον υπάρξει υπέρβαση των συμφωνηθέντων δημοσιονομικών στόχων (προς το παρόν 3,5% του ΑΕΠ σε «μεσοπρόθεσμο» ορίζοντα) και θα αφορούν μόνο στο σκέλος της υπέρβασης.
Αν για παράδειγμα το 2018 επιτευχθεί πρωτογενές πλεόνασμα 4% και ο στόχος είναι 3,5% του ΑΕΠ, τότε τα θετικά μέτρα θα μπορούν να είναι εντός του δημοσιονομικού περιθωρίου του 0,5% του ΑΕΠ.