Το καλοκαίρι του 2015, οι Ευρωπαίοι ηγέτες συμφώνησαν μια σειρά μέτρων που θα διασφαλίσουν το μέλλον της Ελλάδας στο ευρώ. Αν όλοι αναλάβουν τον ρόλο που τους αναλογεί, είμαι απολύτως πεπεισμένος ότι μέχρι τη λήξη του προγράμματος, η Ελλάδα θα είναι σε καλύτερη θέση να αποκομίσει τα οφέλη της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης, τόνισε ο Μπ. Κερέ μιλώντας σε συνέδριο του Ελληνοαμερικανικού Επιμελητηρίου.
Το στέλεχος της ΕΚΤ ξεκαθάρισε στην ομιλία του ότι η απόφαση για ένταξη της Ελλάδας στο QE αποτελεί αποκλειστικά απόφαση του ΔΣ, που θα ληφθεί «σε πλήρη ανεξαρτησία», και πως θα πρέπει να βρεθεί λύση στο χρέος που θα μπορέσει να καθησυχάσει τις αγορές.
Το χρέος
«Ολοι οι συμμετέχοντες στο ελληνικό πρόγραμμα προσαρμογής συνειδητοποιούν ότι υπάρχουν σοβαρές ανησυχίες σχετικά με τη βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους της Ελλάδας», τόνισε.
«Όπως πολύ καλά γνωρίζετε όλοι, βρίσκεται υπό εξέλιξη επί του παρόντος συζήτηση στο Eurogroup σχετικά με τα βραχυπρόθεσμα, μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα μέτρα που είναι αναγκαία για να διασφαλιστεί η βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους.
Προσβλέπουμε σε μια λύση που θα μπορέσει να καθησυχάσει τις αγορές, να αποκαταστήσει την εμπιστοσύνη στη βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους σε ένα αβέβαιο μακροοικονομικό περιβάλλον, να επιτρέψει την πλήρη συμμετοχή του ΔΝΤ στο πρόγραμμα -η οποία θα ενισχύσει την αξιοπιστία του προγράμματος- και τελικά να αποκαταστήσει την πρόσβαση της Ελλάδας στις αγορές πριν από τη λήξη του προγράμματος τον Ιούλιο του 2018, χωρίς να υπονομεύσει το μεταρρυθμιστικό έργο».
Το QE
Όσον αφορά στην ενδεχόμενη συμπερίληψη των ελληνικών ομολόγων στο πρόγραμμα αγοράς τίτλων του δημόσιου τομέα (Public Sector Purchase Programme - PSPP), «ένα θέμα που συζητείται έντονα στους ελληνικούς πολιτικούς κύκλους και στα μέσα ενημέρωσης τις τελευταίες εβδομάδες», όπως τόνισε ο Μπ. Κερέ, η απόφαση θα ληφθεί με πλήρη ανεξαρτησία.
«Θα ήθελα να δηλώσω ρητώς ότι το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ λαμβάνει αποφάσεις σχετικά με το PSPP με πλήρη ανεξαρτησία.
Οι εξελίξεις του προγράμματος και, ιδίως, η αξιολόγηση της βιωσιμότητας του χρέους εκ μέρους των θεσμών αποτελούν σημαντικούς παράγοντες οι οποίοι λαμβάνονται υπόψη, δεν είναι όμως οι μόνοι. Το Διοικητικό Συμβούλιο θα βασίσει τις αξιολογήσεις του επίσης στην εσωτερική ανάλυση και θα λάβει υπόψη και άλλους παράγοντες σχετικά με τη διαχείριση κινδύνων, προτού λάβει την τελική του απόφαση».
Οι προκλήσεις για τις τράπεζες
* Σημαντική πρόοδος έχει επιτευχθεί φέτος σε σχέση με την αξιολόγηση και την ανασύσταση των Διοικητικών Συμβουλίων των ελληνικών τραπεζών. Η διαδικασία αυτή πρέπει να ολοκληρωθεί στο εγγύς μέλλον. Οι τράπεζες θα κληθούν να λάβουν δύσκολες και σύνθετες αποφάσεις, ιδίως για την αντιμετώπιση των υψηλών επιπέδων των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Αυτό σημαίνει ότι τα διοικητικά συμβούλια των τραπεζών πρέπει να έχουν ισχυρά και ανεξάρτητα μέλη με πολύ μεγάλη εμπειρία, που να μπορούν να διασφαλίσουν τη λήψη ανεξάρτητων αποφάσεων προς το συμφέρον όλων των ενδιαφερομένων και της ελληνικής οικονομίας.
* Οι διοικήσεις των τραπεζών πρέπει να είναι απαλλαγμένες από κάθε πολιτική επιρροή και άλλα συμφέροντα. Για αυτόν τον σκοπό, ενθαρρύνουμε το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας να καταβάλει κάθε εύλογη προσπάθεια ούτως ώστε η διαδικασία αξιολόγησης και ανασύστασης να ολοκληρωθεί εντός των επόμενων εβδομάδων.
* Η μεταρρύθμιση του εξωδικαστικού μηχανισμού ρύθμισης οφειλών, που θέτει ως κύριο στόχο την παροχή επαρκών κινήτρων στους πιστωτές και τους οφειλέτες, ώστε να συμφωνούν σε αμοιβαία επωφελείς ρυθμίσεις αναδιάρθρωσης του χρέους.
Ο μηχανισμός απευθύνεται σε βιώσιμες επιχειρήσεις οι οποίες βρίσκονται σε δυσχέρεια και η κερδοφορία τους έχει πληγεί σοβαρά από την παρατεταμένη οικονομική κρίση. Για να είναι αποτελεσματικός, πρέπει να ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι οι ελληνικές επιχειρήσεις έχουν σημαντικά μη εξυπηρετούμενα δάνεια έναντι τραπεζών και σημαντικές ληξιπρόθεσμες οφειλές έναντι του Δημοσίου.
Όπως τόνισε, από τα τέλη του 2015 οι συνολικές ληξιπρόθεσμες οφειλές έναντι του Δημοσίου όσον αφορά φόρους και εισφορές κοινωνικής ασφάλισης ήταν περίπου 110 δισ. ευρώ, εκ των οποίων περίπου 79 δισ. ευρώ αφορούσαν εταιρείες, μεσαίες και μικρές επιχειρήσεις, καθώς και επαγγελματίες -κατηγορίες που μπορούν να υπαχθούν σε εξωδικαστική ρύθμιση. Το ύψος των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων των ελληνικών τραπεζών σε σχέση με τις ίδιες κατηγορίες ανερχόταν σε επιπλέον 55 δισ. ευρώ.
* Πέρα από την ανάπτυξη αποτελεσματικού εξωδικαστικού μηχανισμού ρύθμισης οφειλών, οι ελληνικές αρχές πρέπει επίσης να εφαρμόσουν πλήρως τα μέτρα που έχουν συμφωνηθεί για την ενίσχυση του δικαστικού συστήματος, γεγονός που θα συντομεύσει σημαντικά τις νομικές διαδικασίες και θα ενισχύσει τη δικαιοδοσία των δικαστηρίων. Αυτές οι απαιτήσεις δεν αφορούν μόνο την Ελλάδα. Βάσει εμπειρίας έχει διαπιστωθεί ότι η ρύθμιση των μη εξυπηρετούμενων δανείων απαιτεί ισχυρά νομικά πλαίσια σε όλη τη ζώνη του ευρώ. Σε κάθε περίπτωση, οι πιστωτές στην Ελλάδα χρειάζεται να περιμένουν μεγαλύτερο χρονικό διάστημα για την έκδοση δικαστικής απόφασης σε περίπτωση πτώχευσης σε σχέση με όλες τις άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης (εκτός της Σλοβακίας). Κατά μέσο όρο απαιτούνται περίπου 3,5 έτη, σε σύγκριση με χρονικό διάστημα μικρότερο των 6 μηνών στην Ιρλανδία, τη χώρα με την καλύτερη επίδοση στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
* Η ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας και η προσέλκυση επενδύσεων είναι δύο εξαιρετικές προκλήσεις για την ελληνική οικονομία. Πολλά έχουν γίνει για τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας και τα κέρδη δεν θα πρέπει να αντιστραφούν. Περισσότερα πρέπει να γίνουν πάντως για την αποκατάσταση των συνθηκών για ανάκαμψη των επενδύσεων, τόσο των εγχώριων όσο και των ξένων. Πρέπει να δημιουργηθεί ένα επιχειρηματικό περιβάλλον πιο ευνοϊκό προς την ανάπτυξη, μέσω περαιτέρω διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και μεταρρυθμίσεων στις αγορές προϊόντων καθώς και με την πλήρη υλοποίηση του προγράμματος ιδιωτικοποιήσεων.