Μετά από ολιγοήμερη καθυστέρηση, η διαπραγμάτευση στο πλαίσιο της δεύτερης αξιολόγησης αναμένεται να ξεκινήσει από αύριο. Οι επικεφαλής των δανειστών αναμένεται να φτάσουν σήμερα στην Αθήνα και σύμφωνα με πηγές του υπουργείου Οικονομικών, τα ραντεβού θα ξεκινήσουν από την Παρασκευή.
Από αυτό το πρώτο δεκαήμερο των συζητήσεων αναμένεται το κυβερνητικό επιτελείο να σχηματίσει μια σαφέστερη εικόνα για το κατά πόσο μπορεί να επιτευχθεί ο στόχος ολοκλήρωσης της αξιολόγησης έως το τέλος Νοεμβρίου, όπως έχει δηλώσει πρόσφατα ο Ευκλείδης Τσακαλώτος, ή θα επιβεβαιωθούν οι απαισιόδοξοι (αναλυτές και ξένοι οίκοι), που βλέπουν καθυστερήσεις έως και τα μέσα του 2017.
Η κυβέρνηση, όπως ξεκάθαρα προκύπτει από τις πρόσφατες τοποθετήσεις του πρωθυπουργού, δεν επιδιώκει απλώς την επιτυχή και έγκαιρη ολοκλήρωση των διαδικασιών της δεύτερης αξιολόγησης. Θέλει λύση-πακέτο για το χρέος και ένταξη στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.
Τα δύο αυτά συνακόλουθα της δεύτερης αξιολόγησης, αποτελούν βασικές προϋποθέσεις για να επιτευχθεί ο στόχος για ρυθμό ανάπτυξης 2,7% το επόμενο έτος, όπως προκύπτει και από τις εκτιμήσεις του Γραφείου Προϋπολογισμού της Βουλής.
Από τη χθεσινή ομιλία του υπουργού Οικονομικών Ευκλείδη Τσακαλώτου στη Βουλή, προκύπτει η βαρύτητα που θα έχει στις μελλοντικές εξελίξεις η λύση ή η μη λύση του θέματος του χρέους.
«Η συζήτηση για το χρέος συνεχίζεται. Πάρα πολλοί παίκτες δουλεύουν για αυτή τη λύση. Όλοι ξέρουν τι σημαίνει να μη δοθεί. Θα είναι αυτοεκπληρούμενη προφητεία μετά το ότι δεν θα πάμε καλά», σημείωσε ο κ. Τσακαλώτος, με σχετικά συγκρατημένη αισιοδοξία και χωρίς κορόνες για το τι τελικά θα αποδώσει η μάχη για το χρέος.
Ενδιαφέρον είχε άλλωστε και η δήλωση του υπουργού αναφορικά με το τι θα σημάνει η συμμετοχή του ΔΝΤ στο πρόγραμμα. «Διαφωνώ με τον Χριστοδουλάκη. Δεν είναι καθόλου προφανές από τις συζητήσεις μου με το ΔΝΤ ότι θέλουν κι άλλο πρόγραμμα, επιπλέον από αυτό».
Κατά τα δύο πρώτα προγράμματα στήριξης της Ελλάδας, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο υπέγραφε το δικό του Μνημόνιο (MEFP) με την ελληνική κυβέρνηση. Το Μνημόνιο με τους Ευρωπαίους (MOU) ήταν παρεμφερές με αυτό του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, αλλά συνιστούσε ξεχωριστό κείμενο δεσμεύοντας την ελληνική κυβέρνηση σε συγκεκριμένα μέτρα έναντι της χρηματοδότησης που προβλεπόταν.
Στον βαθμό όπου το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο μπει τελικά στο ελληνικό πρόγραμμα με χρηματοδότηση (ο Β. Σόιμπλε θεωρεί τη συμμετοχή του δεδομένη αλλά το ΔΝΤ έχει ξεκαθαρίσει ότι θα μπει μόνο με τους δικούς του όρους και εφόσον το χρέος κριθεί βιώσιμο), δεν υπάρχει αμφιβολία ότι θα υπογραφτεί ένα νέο Memorandum of Economic and Financial Policies. Η διάρκειά του είναι ένα ερωτηματικό, ιδίως από την ώρα που ανέδειξε και αυτή την πτυχή πρόσφατα ο Π. Τόμσεν. Το περιεχόμενό του είναι επίσης ερωτηματικό.
Για να φτάσουμε όμως σε αυτά τα ερωτηματικά, το πρώτο που θα πρέπει να γίνει είναι να ολοκληρωθεί η δεύτερη αξιολόγηση του υφιστάμενου Μνημονίου με τους Ευρωπαίους εταίρους, η οποία μόλις ξεκινά.