Ρόλο διαμεσολαβητή ανάμεσα στα δύο ισχυρά αντιμαχόμενα μέρη, όσον αφορά στη λύση ή όχι του καυτού ζητήματος του ελληνικού χρέους, δηλαδή τη Γερμανία και το ΔΝΤ, έχει αναλάβει η ηγεσία της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, προκειμένου να διασφαλιστεί η συμμετοχή του Ταμείου στο ελληνικό πρόγραμμα και να θωρακισθεί -για μία ακόμη φορά- το ευρωπαϊκό κοινό νόμισμα.
Πηγές με γνώση των παρασκηνιακών διαπραγματεύσεων τονίζουν στο Euro2day.gr ότι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και συγκεκριμένα ο πρόεδρός της Μάριο Ντράγκι ασπάζονται -από την αρχή του 2016- την άποψη ότι ο στόχος για πρωτογενές πλεόνασμα από το 2018 και μετά πρέπει να μειωθεί στο 2% από 3,5%, σε συνδυασμό με την ανάγκη, έως το τέλος Δεκεμβρίου, να επισημοποιηθεί η βραχυπρόθεσμη λύση για το χρέος.
Ο συμβιβαστικός ρόλος του Μάριου Ντράγκι φέρεται ότι πήρε σάρκα και οστά στις συναντήσεις μεταξύ των εμπλεκόμενων μερών, που έγιναν πρόσφατα στην Ουάσινγκτον κατά τη διάρκεια της ετήσιας συνόδου του ΔΝΤ.
«Κλειδί» για την επίτευξη των δύο αυτών στρατηγικών στόχων αποτελεί, σύμφωνα με την ΕΚΤ, το άμεσο κλείσιμο της 2ης αξιολόγησης. Κοινωνός της άποψης της ηγεσίας της Ευρωτράπεζας είναι ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας, ο οποίος από τις αρχές του 2016, τόσο μέσα από την Έκθεση του Διοικητή για την ελληνική οικονομία, όσο και στις δημόσιες τοποθετήσεις του, υποστηρίζει ότι το χρέος πρέπει να διευθετηθεί και ο στόχος για το πλεόνασμα πρέπει να μειωθεί στο 2%.
Έκθεση βιωσιμότητας
Ισορροπώντας στο τεντωμένο σκοινί που «κρατούν» το Βερολίνο και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, η ΕΚΤ ετοιμάζει τη δική της Έκθεση Βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους (DSA) για πρώτη φορά από το 2010 καθώς έως τώρα υιοθετούσε πλήρως την Έκθεση του ΔΝΤ. Με βάση τις πληροφορίες, η ηγεσία της ΕΚΤ είναι ενήμερη για τη δέσμη μέτρων που έχει σχεδόν έτοιμη ο ESM για τη βραχυπρόθεσμη λύση του ελληνικού χρέους και θεωρεί ότι η δέσμη αυτή αποτελεί τη βάση συνεννόησης μεταξύ Βερολίνου και ΔΝΤ, με στόχο το Ταμείο να μπει και χρηματοδοτικά στο ελληνικό πρόγραμμα. Επίσης, εφόσον μετά τα βραχυπρόθεσμα μέτρα κριθεί ότι το χρέος είναι εξυπηρετήσιμο, τότε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θα μπορούσε να εντάξει τα ελληνικά ομόλογα στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης (QE).
Η ανάγκη ένταξης των ομολόγων στο QE είναι ζωτικής σημασίας παρά το μικρό ύψος, περίπου 3 δισ. ευρώ, των τίτλων που θα ενταχθούν στο πρόγραμμα. Τραπεζικές πηγές αναφέρουν ότι το QE θα αποφέρει πολλαπλά οφέλη στην πραγματική οικονομία αλλά και στη θωράκιση του εύθραυστου ελληνικού τραπεζικού συστήματος. «Εφόσον γίνει κάτι τέτοιο, θα ανοίξει αμέσως ένα παράθυρο ρευστότητας για τις ελληνικές τράπεζες και τις μεγάλες ελληνικές επιχειρήσεις. Ρευστότητα, η οποία θα κατευθυνθεί στην οικονομία. Διαφορετικά θα συνεχίσουμε να ζούμε στο τέλμα καθώς η επιστροφή των καταθέσεων δεν έχει ακόμη δυναμική», επισημαίνουν.
Η εδώ και καιρό θέση της ΕΚΤ για την ανάγκη της αντιμετώπισης του χρέους, αρχικά σε βραχυπρόθεσμο ορίζοντα, αποτυπώθηκε με το πλέον σαφές τρόπο στις πρόσφατες δηλώσεις του μέλους της, Μπενουά Κερέ. Σύμφωνα με τον κ. Κερέ, η βραχυπρόθεσμη λύση «θα καθησυχάσει τις αγορές, θα αποκαταστήσει την εμπιστοσύνη στη δυναμική του χρέους και θα επιτρέψει την πλήρη συμμετοχή του ΔΝΤ στο πρόγραμμα».
Ανέφικτος ο στόχος
Στην αιχμή της υποστηρικτικής στρατηγικής της ΕΚΤ προς την Αθήνα βρίσκεται, πέραν του χρέους, και η ανάγκη για μείωση του στόχου για πρωτογενές πλεόνασμα από το 2018 και μετά. Αίτημα που προβάλλει η κυβέρνηση αλλά και η αντιπολίτευση.
«Ο στόχος δεν είναι εφικτός, αλλά και να ήταν, δεν είναι διατηρήσιμος. Το 3,5% σε ετήσια βάση θα στερήσει από την οικονομία περίπου 10 δισ. ευρώ, η λιτότητα θα συνεχισθεί και το ΑΕΠ της Ελλάδος θα κινηθεί πέριξ του μηδενός για χρόνια, ακόμη κι αν καταφέρει να κινηθεί ανοδικά το 2017 και το 2018. Το ελατήριο δεν θα λειτουργεί για πάντα. Πόσω μάλλον όταν η οικονομία θα πρέπει να έχει πλεόνασμα 3,5% για χρόνια», τονίζουν οι ίδιες πηγές.