H Bank of America Merrill Lynch παραμένει συγκρατημένα αισιόδοξη για το δεύτερο εξάμηνο του έτους αφού η ολοκλήρωση της δεύτερης αναθεώρησης θα μπορούσε να συμπεριλάβει τη χώρα στο πρόγραμμα για την ποσοτική χαλάρωση (QE).
Παρά το γεγονός ότι η μακροπρόθεσμη προοπτική της ελληνικής οικονομίας παραμένει αδύναμη και εξαρτάται από την υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων, η βραχυπρόθεσμη προοπτική μπορεί να είναι θετική.
Οι τιμές των ελληνικών περιουσιακών στοιχείων είναι πολύ ευαίσθητες στις αλλαγές του παγκόσμιου κινδύνου και ως εκ τούτου στις εξελίξεις που προέκυψαν από το Brexit.
Η Ελλάδα δεν είναι στο επίκεντρο της κρίσης πια
Το Brexit είναι πολύ άσχημα νέα για την οικονομία του Ηνωμένου Βασιλείου. Είναι όμως άσχημα νέα για τη ζώνη του ευρώ και η Ελλάδα θα μπορούσε να αποτελεί εξαίρεση, εξηγεί η αμερικανική επενδυτική τράπεζα. Το άμεσο αποτέλεσμα της μείωσης της ζήτησης του Ηνωμένου Βασιλείου (π.χ. ο τουρισμός) και η αύξηση της αβεβαιότητας διατηρεί τις προβλέψεις της BofA για την Ελλάδα πολύ χαμηλότερες από αυτές των δανειστών για το 2016 και το 2017. Αυτό προστίθεται στο σημαντικό σοκ λιτότητας που έλαβε χώρα μαζί με τη μη ομαλοποιημένη κατάσταση στον τραπεζικό τομέα. «Αναμένουμε ότι η οικονομία θα συρρικνωθεί κατά 1% φέτος (οι δανειστές αναμένουν μείωση του ΑΕΠ -0,3%).
Για το 2017, οι πρόσφατες εξελίξεις στον τραπεζικό τομέα (ιδίως η επαναφορά του waiver και η πρόσβαση σε κεφάλαια TLTRO ΙΙ) θα πρέπει να βοηθήσουν την αργή ομαλοποίηση της οικονομίας προς την ανάπτυξη, κατά μέσο όρο λίγο πάνω από 1%», συνεχίζει η BofA.
«Η contrarian θετική μας άποψη για την Ελλάδα για το τρέχον έτος έχει γίνει πραγματικότητα. Η Ελλάδα ολοκλήρωσε την πρώτη αξιολόγηση για το νέο πρόγραμμα, αν και με μεγάλη καθυστέρηση. Η χώρα έλαβε την εκταμίευση αφού πραγματοποίησε τα προαπαιτούμενα. Η ΕΚΤ έχει επαναφέρει το waiver, το οποίο θα μειώσει την εξάρτησή τους στον ELA και θα βοηθήσει στη μείωση του κόστους χρηματοδότησής τους.
Παράλληλα, υπάρχει ένα πλαίσιο ελάφρυνσης του χρέους, αν και οι λεπτομέρειες της εφαρμογής του θα πάρουν περισσότερο χρόνο για να ολοκληρωθούν. Οι ισχυρές διαφωνίες μεταξύ της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και του ΔΝΤ παραμένουν και για την ώρα έχουν συμφωνήσει απλά ότι διαφωνούν, επιτρέποντας όμως την ολοκλήρωση της αξιολόγησης», υποστηρίζει η Merrill Lynch.
Τι βλέπει τώρα για το QE και τη μεταβλητότητα στην αγορά
Από την άλλη, η χρονική συμμετοχή στην ποσοτική χαλάρωση παραμένει ερωτηματικό. Η ΕΚΤ θα περιμένει την αξιολόγηση για τη βιωσιμότητα του χρέους, μετά την πρόσφατη συμφωνία με τους πιστωτές. «Η άποψή μας είναι ότι η ΕΚΤ δεν θα πάρει την πλευρά κάποιου σε αυτό το θέμα και θα περιμένει την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και το ΔΝΤ να λύσουν τις διαφορές τους, πριν δώσει τη δική της εκτίμηση για το ελληνικό χρέος. Αυτό σημαίνει ότι η συμμετοχή στο QE μπορεί να μην είναι δυνατή τον Σεπτέμβριο. Αν αυτή είναι η περίπτωση, τότε η Ελλάδα μπορεί να χρειαστεί να περιμένει για την ολοκλήρωση της δεύτερης αναθεώρησης, πιθανότατα στις αρχές του 2017, πριν τη συμμετοχή της στο QE», βλέπει η ML.
Η κυβέρνηση είναι σταθερή για την ώρα, αλλά οι πολιτικοί κίνδυνοι παραμένουν
Παρά την πτώση των ποσοστών της, η αξιωματική αντιπολίτευση είναι τώρα μπροστά κατά περίπου 8% στις περισσότερες δημοσκοπήσεις, και παρά την ψήφιση αντιλαϊκών μέτρων, η κυβέρνηση έχει διατηρήσει την ισχνή της πλειοψηφία στη Βουλή. Ωστόσο, η ανθεκτικότητα της κυβέρνησης θα μπορούσε να δοκιμαστεί στη δεύτερη αναθεώρηση του προγράμματος, η οποία θα επικεντρωθεί στις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, συμπεριλαμβανομένης και της αγοράς εργασίας.
Η μεταβλητότητα θα παραμείνει στην αγορά
Η Ελλάδα, καταλήγει η Bank of America Merrill Lynch, παραμένει μια αγορά υψηλού beta, με μεγάλη ευαισθησία στις μεταβολές της παγκόσμιας αποστροφής στον κίνδυνο. Πράγματι, τα ελληνικά περιουσιακά στοιχεία χτυπήθηκαν σκληρά από το sell-off που ακολούθησε το δημοψήφισμα του Ηνωμένου Βασιλείου. Η έλλειψη ρευστότητας καθιστά τα ελληνικά περιουσιακά στοιχεία ιδιαίτερα ευάλωτα σε τέτοιες κρίσεις. «Περιμένουμε η μεταβλητότητα που σχετίζεται με το Brexit να παραμείνει σε υψηλά επίπεδα για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα και η οποία θα συνεχίσει να επηρεάζει τις αγορές στην Ελλάδα», καταλήγει η BofA-ML.