Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Η αναμονή βλάπτει σοβαρά την οικονομία!

Αυξάνονται οι φόβοι στην αγορά με τις καθυστερήσεις στην ολοκλήρωση της αξιολόγησης. Πονοκέφαλος και λόγω του νέου κύκλου πολιτικής αστάθειας μετά την κόντρα ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ. Η βραδυφλεγής βόμβα του προσφυγικού και τα δώρα που δεν... έρχονται.

Η αναμονή βλάπτει σοβαρά την οικονομία!

Το έργο των διαπραγματεύσεων με τους δανειστές (είτε τρόικα τους έλεγαν είτε θεσμούς) το είχαμε ξαναδεί και δεν περιμέναμε κάτι διαφορετικό σε αυτόν τον νέο γύρο διαπραγματεύσεων. Όμως, ενώ η χώρα, η αγορά, όλοι κατά κάποιον τρόπο είχαν (και έχουν οι περισσότεροι) αποδεχθεί την αναγκαιότητα (ή το αναπόφευκτο...) των νέων μέτρων και περίμεναν την ολοκλήρωση της αξιολόγησης και την εξομάλυνση της κατάστασης, όλα δείχνουν να ανατρέπονται ξανά.

Δεν είναι πια οι απαιτήσεις των δανειστών το κυρίαρχο θέμα, αλλά ο νέος γύρος πολιτικής αστάθειας τόσο με την ενδοκυβερνητική κόντρα ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ, όσο και με την ανάφλεξη για τα τεκταινόμενα στον χώρο της δικαιοσύνης.

Κι ακόμα, πολύ περισσότερο είναι η βραδυφλεγής βόμβα του προσφυγικού, πρόβλημα που θα οξυνθεί ακόμα περισσότερο, αλλά και τα νέα δεδομένα στο εσωτερικό της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Η χώρα ζει το μαρτύριο της σταγόνας και η αγορά μέρα με τη μέρα βυθίζεται πιο πολύ στην ύφεση και στην απαισιοδοξία, καθώς κανείς δεν φαίνεται να αντιπαραβάλλει ένα πειστικό σχέδιο ανάκαμψης.

Την προηγούμενη εβδομάδα ο «Μ» ζητούσε ένα... «θετικό σοκ» για την οικονομία και την αγορά, καθώς η στασιμότητα στις διαπραγματεύσεις για την αξιολόγηση της χώρας από τους θεσμούς σε συνδυασμό με το προσφυγικό και την οικονομική ύφεση οδηγούν τα πράγματα σε ολοένα και χειρότερη θέση.

Μόλις λίγες μέρες μετά, τα πράγματα φαίνονται χειρότερα, καθώς τα πράγματα στο προσφυγικό περιπλέχτηκαν περαιτέρω, ενώ μια λέξη του κ. Μουζάλα προκάλεσε ένταση στις σχέσεις των δύο κυβερνητικών εταίρων (ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝΕΛ)! Μάλιστα, σε μια τόσο κρίσιμη συγκυρία, η χώρα πήγε στη Σύνοδο Κορυφής για το προσφυγικό με τον αρμόδιο υπουργό να είναι υπό αμφισβήτηση και μάλιστα από βουλευτές του κυβερνητικού συνασπισμού... Το κακό είναι ότι οι εκκρεμότητες, αντί με την πάροδο του χρόνου να αντιμετωπίζονται και σταδιακά να τακτοποιούνται, αυξάνονται.

Έτσι, το μόνο βέβαιο είναι ότι περίπου τρεις περίπου μήνες αργότερα από τότε που θα έπρεπε να έχει προκύψει η θετική αξιολόγηση (Δεκέμβριος 2015), ο μέσος Έλληνας πολίτης βομβαρδίζεται καθημερινά από σενάρια σχετικά με:

1. Πόσο θα μειωθεί το αφορολόγητο εισόδημά του και πόσο θα αυξηθούν οι συντελεστές στην κλίματα.

2. Πόσο θα ψαλιδιστούν οι τρέχουσες κύριες και επικουρικές συντάξεις και από ποιο ποσό και πάνω.

3. Πόσο θα ανεβούν οι ασφαλιστικές εισφορές στα «επαγγέλματα της γραβάτας» και αν θα υπάρξει σύνδεση των εισφορών με το φορολογητέο εισόδημα.

4. Σε ποιο βάθος θα φτάσει το μαχαίρι στα εισοδήματα των αγροτών.

Η διατήρηση εδώ και τόσους μήνες ενός τέτοιου κλίματος είναι φυσικό να έχει προκαλέσει πολιτική φθορά στην κυβέρνηση πριν καν αυτή λάβει οποιοδήποτε νέο σκληρό μέτρο και επίσης έχει δημιουργήσει ένα αρνητικό κλίμα στην πραγματική οικονομία, με αρκετούς να φοβούνται πλέον ακόμη και επανάληψη των φαινομένων του 2015.

«Το κακό είναι πως την ίδια ώρα που όλοι μάς διαβεβαιώνουν πως αντιλαμβάνονται την κρισιμότητα του θέματος, πως γνωρίζουν ότι αν καθυστερήσουμε... ζήτω που καήκαμε, πως έχουν εντολή να κλείσουν το πεδίο της αξιολόγησης σε λίγες ημέρες, οι ημερομηνίες παρέρχονται χωρίς αποτέλεσμα. Ζούμε το μαρτύριο της σταγόνας», αναφέρεται χαρακτηριστικά.

Πέραν αυτού όμως, υπάρχουν και άλλες φωνές που κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου, υποστηρίζοντας πως η καθυστέρηση της συμφωνίας πλήττει σοβαρά τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας.

«Τα πράγματα στο διεθνές περιβάλλον έχουν δυσκολέψει πολύ. Οι Άραβες, που ήταν διατεθειμένοι να επενδύσουν μεγάλα ποσά ανά τον κόσμο, σήμερα είναι πολύ πιο συγκρατημένοι βλέποντας το πετρέλαιο να έχει πέσει τόσο χαμηλά, ενώ το κλίμα ανησυχίας που επικρατεί σε Κίνα, ΗΠΑ και Ευρώπη πιθανόν να επηρεάσει και τη στάση των Κινέζων και Αμερικανών. Με άλλα λόγια, μέσα από τις καθυστερήσεις μας, κινδυνεύουμε όταν εμείς θα έχουμε λύσει τα προβλήματά μας και θα καλούμε τους ξένους για επενδύσεις, αυτοί να είναι απρόθυμοι να πράξουν κάτι τέτοιο λόγω της δικής τους κρίσης», αναφέρει χαρακτηριστικά γνωστός παράγοντας της αγοράς.

Άλλο στέλεχος εισηγμένης εταιρείας σημειώνει: «Ο σκοπός των υφεσιακών μέτρων που θα πάρουμε είναι να μειωθεί η αβεβαιότητα στην οικονομία και έτσι να τονωθεί η κατανάλωση στο εσωτερικό από τους έχοντες και να έρθουν επενδύσεις από το εξωτερικό. Αν είναι όμως να καθυστερήσουμε τόσο έτσι ώστε να μην έρθουν επενδύσεις, τότε αμφιβάλλω για το αν θα τονωθεί η εγχώρια κατανάλωση μετά τη μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος που θα επέλθει».

Γενικότερα, επικρατεί κλίμα γενικότερης δυσφορίας μεταξύ των Ελλήνων επιχειρηματιών, γιατί όπως υποστηρίζουν «την ώρα που ο Μάριο Ντράγκι ρίχνει χρήμα στις αγορές με το τσουβάλι, η Ελλάδα είναι η μόνη χώρα της ευρωζώνης που τελικά δεν ωφελείται. Οι ελληνικές τράπεζες συνεχίζουν να πληρώνουν πανάκριβα τον μηχανισμό ELA, οι εγχώριες εταιρείες επιβαρύνονται με υπερδιπλάσια επιτόκια χορηγήσεων, το κόστος των καυσίμων είναι υπερδιπλάσιο από την Ευρώπη και φυσικά η καθημερινή επιχειρηματική άσκηση συνεχίζει να ταλαιπωρείται από τα συνεχιζόμενα capital controls.

Γκρίζο τοπίο στο εξωτερικό

Προβληματισμό επίσης προκαλεί και η κατάσταση στο εξωτερικό της χώρας. Γιατί μπορεί ο διοικητής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, κ. Μάριο Ντράγκι, να μηδένισε το επιτόκιο της ΕΚΤ, να αύξησε το ανώτατο μηνιαίο όριο της ποσοτικής χαλάρωσης (συμπεριλαμβάνοντας και τη δυνατότητα εγγύησης εταιρικών ομολόγων) και επίσης να δήλωσε έτοιμος να κάνει ό,τι χρειαστεί για να στηρίξει την ευρωπαϊκή οικονομία, ωστόσο ένα περίπου έτος μετά την εφαρμογή της περσινής πολιτικής χαλάρωσης, η ευρωπαϊκή οικονομία φλερτάρει με τη στασιμότητα και τον αποπληθωρισμό.

Το μεγάλο ερώτημα βέβαια είναι αν αρκούν οι παρεμβάσεις των κεντρικών τραπεζών για να ανακάμψει η παγκόσμια οικονομία και στο σημείο αυτό υπάρχουν αρκετές ενστάσεις και διαφωνίες.

Σύμφωνα με τους περισσότερους, πέρα από τις δράσεις της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, χρειάζεται και η λήψη παράλληλων μέτρων από την πλευρά των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων, με μειώσεις στη φορολογία, με τόνωση των δημοσίων επενδύσεων, με παροχή κινήτρων για ιδιωτικές επενδύσεις και με διοικητικά μέτρα που θα τονώσουν την ανάπτυξη. «Δυστυχώς, η στάση των Ευρωπαίων απέναντι σε αυτό το ζήτημα δεν είναι ενιαία, με τους Βόρειους να εκφράζουν διαφορετικές αντιλήψεις από τους Νότιους», υποστηρίζει γνωστός παράγοντας της οικονομίας.

Οι καταλύτες στο Χρηματιστήριο

Μέσα λοιπόν σε αυτό το σύνθετο περιβάλλον, η ελληνική πλευρά καλείται να κλείσει όσο το δυνατόν γρηγορότερα τις υπάρχουσες εκκρεμότητές της και από την ταχύτητα αυτή θα εξαρτηθεί και η πορεία των τιμών των μετοχών στο ελληνικό χρηματιστήριο.

Πέραν αυτού, η ολοκλήρωση της αξιολόγησης θα δημιουργήσει την αφετηρία για ταχύτερη διαχείριση των κόκκινων επιχειρηματικών δανείων, αποτέλεσμα των οποίων θα είναι η υλοποίηση ενός μεγάλου αριθμού εξαγορών και συγχωνεύσεων που θα περιλαμβάνει αρκετές εισηγμένες εταιρείες.

Χαρακτηριστική είναι η θέση του οικονομικού διευθυντή του ομίλου Sarantis, κ. Κωνσταντίνου Ροζακέα: «Σε πολλές περιπτώσεις, η απορρόφηση των εταιρειών αυτών από ισχυρότερους ομίλους θα κριθεί απαραίτητη, καθώς ένα κούρεμα δανείων ενδεχομένως να μην είναι αρκετό. Αν για παράδειγμα, μια εταιρεία σημειώνει οριακά θετικό EBITDA και έχει δανεισμό 8 εκατ. ευρώ, δεν αρκεί ο δανεισμός να πέσει στο μισό, αλλά απαιτείται επίσης και να δημιουργηθούν προϋποθέσεις για ένα πολύ υψηλότερο EBITDA. Και τέτοιες προϋποθέσεις θα μπορούσαν να δημιουργηθούν μέσα από τις συνέργειες και τις οικονομίες κλίμακας μιας συγχώνευσης», αναφέρθηκε χαρακτηριστικά.

Χρειάζονται, λοιπόν, ισχυροί όμιλοι που να μπορούν να σηκώσουν στις πλάτες τους τις χρεωμένες εταιρείες και να τις διασώσουν μέσα από τη μείωση του κόστους τους και ενδεχομένως μέσα από την καλύτερη ανάδειξη των προϊόντων τους. Κάτι τέτοιο βέβαια, θα οδηγήσει σε συγκέντρωση της αγοράς σε λιγότερα χέρια».

Πέραν όμως των εξαγορών και των συγχωνεύσεων, αρκετές υπερχρεωμένες εισηγμένες εταιρείες δρομολογούν αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου, οι οποίες ωστόσο προϋποθέτουν όχι μόνο τη θετική αξιολόγηση της Ελλάδας από τους θεσμούς, αλλά και τη στήριξη των τραπεζών μέσα από μειώσεις επιτοκίων, μετακυλήσεις λήξεως και κάποιου είδους ελαφρύνσεις.

Γενικότερα, το χρηματιστηριακό 2016 δεν θα επηρεαστεί μόνο από τα όσα θα γίνουν στο μακροοικονομικό μέτωπο της χώρας, αλλά και από μια ευρεία σειρά επιχειρηματικών εξελίξεων οι οποίες θα αφορούν όχι μόνο τους ισχυρούς παίκτες της αγοράς (δηλαδή όσους ομίλους προσαρτήσουν άλλες εταιρείες και λοιπά περιουσιακά στοιχεία), αλλά και αρκετούς από τους αποκαλούμενους αδύναμους κρίκους.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v