Μάχη με τον χρόνο, τους δανειστές αλλά και το κυβερνών κόμμα δίνει η ηγεσία του υπουργείου Εργασίας, προκειμένου έως τις 24 Νοεμβρίου να έχει καταρτιστεί το τελικό σχέδιο νόμου για την ασφαλιστική μεταρρύθμιση.
Εντός της εβδομάδας, πιθανότατα αύριο, η πρώτη μάχη αναμένεται να δοθεί στην Πολιτική Γραμματεία του ΣΥΡΙΖΑ, όπου ο υπουργός Εργασίας Γιώργος Κατρούγκαλος θα κληθεί να παρουσιάσει τις προτάσεις του στα στελέχη του κόμματος, ενώ δεν αποκλείεται να κατατεθεί και "αντιπρόταση" από ομάδα επιστημόνων.
Στις 23 ή 24 Νοεμβρίου θα προγραμματιστεί συνεδρίαση του υπουργικού συμβουλίου, ώστε η τελική πρόταση να παρουσιαστεί, να εγκριθεί και να δημοσιοποιηθεί για να πάρει τον δρόμο προς τη Βουλή. Παράλληλα, η κυβέρνηση δεν εγκαταλείπει την προσπάθεια να πείσει τους δανειστές για το σχέδιο αύξησης των ασφαλιστικών εισφορών, σε μια προσπάθεια να επιμερίσει το κόστος της δημοσιονομικής προσαρμογής για την περίοδο 2016-2018 μεταξύ εργαζόμενων, εργοδοτών και συνταξιούχων.
Η Πολιτική Γραμματεία του ΣΥΡΙΖΑ ανέβαλε την περασμένη εβδομάδα, λόγω κολλήματος, τη συζήτηση του σχεδίου του υπουργού Εργασίας, δίνοντας στον υπουργό Εργασίας λίγο ακόμη χρόνο για την οριστικοποίηση των προτάσεών του.
Στο πλαίσιο αυτό και με δεδομένες τις συνεχείς διεργασίες σε κόμμα και κυβέρνηση που πραγματοποιούνται σε δεύτερο χρόνο, αναζητείται η φόρμουλα αυτή που θα συνδέσει τις παρεμβάσεις στο ύψος των συντάξεων όχι μόνο με τα έσοδα των ταμείων αλλά και με την πορεία της ανεργίας και του ΑΕΠ.
Επεξεργάζεται μάλιστα σενάρια αύξησης των εισφορών για τους εργοδότες έως και κατά 1,5 ποσοστιαία μονάδα και για τους εργαζόμενους κατά 0,5 με 1. Από αυτές, η μία μονάδα (0,5 των εργοδοτών και 0,5 των εργαζομένων θα καλύψει μέρος του ελλείμματος των επικουρικών συντάξεων. Αναλυτικά, εκτιμάται ότι θα καλυφθεί κάτι παραπάνω από 300 εκατ. ευρώ, όταν το έλλειμμα του ΕΤΕΑ για το 2016 εκτιμάται στα 600 εκατ. ευρώ. Τα υπόλοιπα θα καλυφθούν μέσω μεγάλων μειώσεων που μεσοσταθμικά και για τις υψηλές επικουρικές συντάξεις μπορεί να ξεπερνούν το 6%.
Στις κύριες συντάξεις, το μείγμα επιλογών για την τελική εξοικονόμηση 700-900 εκατ. ευρώ αναζητείται μεταξύ αύξησης των εισφορών για τους εργοδότες κατά μία μονάδα, μικρότερη αύξηση των εισφορών για τους εργαζόμενους και μικρών μειώσεων στις υψηλές συντάξεις.
Όλα τα παραπάνω εξετάζονται υπό την προϋπόθεση ότι οι εκπρόσωποι των δανειστών θα αποδεχθούν την αύξηση του μη μισθολογικού κόστους, κάτι που δεν θεωρείται πολύ πιθανό, αν και σύμφωνα με πηγές από το υπουργείο Εργασίας, δεν έχει απορριφθεί με κατηγορηματικό τρόπο.
Στην αντίθετη περίπτωση, οι περικοπές στις ήδη καταβαλλόμενες συντάξεις, κύριες και επικουρικές, θα είναι μεγάλες, καθώς η επικούρηση θα παραμείνει αυτόνομη, πιθανότατα όμως ως ειδική διεύθυνση του Ενιαίου Φορέα καταβολής Συντάξεων.
Ο αλγόριθμος που εξετάζεται θα εφαρμοστεί σε όλους τους ασφαλισμένους και στη συνέχεια θα υπάρξει ειδική μέριμνα σε κάποιες ομάδες, προκειμένου να προστατευθούν από μεγάλες μειώσεις. Σε ορισμένες περιπτώσεις βέβαια, οι μειώσεις θα αγγίξουν ακόμη και το 40%, σε σχέση με το ποσό της σύνταξης που καταβαλλόταν το 2010.
Όχι ότι υπάρχουν πολλά περιθώρια βέβαια, καθώς εκτιμάται ότι από τις συνολικά 12 περικοπές που επιβλήθηκαν στις συντάξεις από το 2010 και μετά, υπήρξαν περικοπές από 20% έως και πάνω από 50%.
Στην πρώτη γραμμή του πυρός για τις επερχόμενες μειώσεις στις συντάξεις είναι όσοι άνοιξαν πρόωρα την πόρτα της εξόδου -για παράδειγμα πριν τα 60-, ιδιαίτερα αν έφυγαν με υψηλά ποσοστά αναπλήρωσης και μεγάλους συντάξιμους μισθούς. Στην πράξη, όσοι συνταξιοδοτήθηκαν σε μικρές ηλικίες δεν θα έχουν τον ίδιο βαθμό «προστασίας» με τους υπόλοιπους, σε περίπτωση που η σύνταξή τους πέσει κάτω από ένα συγκεκριμένο όριο μετά τη διαδικασία του «επανυπολογισμού».
Σε ζώνη υψηλού κινδύνου για σημαντικές περικοπές αναμένεται να βρεθούν περίπου 50.000 συνταξιούχοι που υπολογίζεται πως έχουν αποχωρήσει την τελευταία 15ετία με προγράμματα εθελουσίας εξόδου από ΔΕΚΟ και Τράπεζες και κατάφεραν να βγουν στη σύνταξη με υψηλά -στην πλειοψηφία τους- ποσοστά αναπλήρωσης. Κάποιοι μάλιστα βρέθηκαν συνταξιούχοι ακόμη και σε ηλικίες 45-50 ετών. Πρόκειται για τους ίδιους συνταξιούχους των οποίων οι συντάξεις υπολογίστηκαν με ποσοστά αναπλήρωσης άνω του 110%. Στην ίδια μοίρα βρίσκονται και περίπου 2.500 εργαζόμενοι της πρώην Ολυμπιακής.
Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία του υπουργείου Εργασίας, κάτω των 60 ετών είναι 410.000 συνταξιούχοι (το 15,4% του συνόλου) ,εκ των οποίων σύνταξη γήρατος λαμβάνουν 227.000 άτομα κάτω των 60 ετών (11% του συνόλου). Είναι χαρακτηριστικό ότι επιπλέον 29.520 νέοι συνταξιούχοι, από τους οποίους οι 16.191 (ποσοστό 54,84%) κάτω των 62 ετών, πήραν σύνταξη στο τρίμηνο Μαΐου-Ιουλίου 2015.