Σε δύο ταχύτητες αξιολογεί η αγορά τις ιδιωτικές τοποθετήσεις που διενεργούν ή δρομολογούν οι τέσσερις συστημικές τράπεζες, με θρυαλλίδα το αν αποσκοπούν ρεαλιστικά στην κάλυψη του συνόλου των κεφαλαιακών τους αναγκών, σε συνδυασμό με τα αποτελέσματα των κινήσεων ενεργητικής διαχείρισης παθητικού.
Το εγχείρημα των Πειραιώς και Εθνικής να καλύψουν από ιδιωτικά κεφάλαια τουλάχιστον τις κεφαλαιακές ανάγκες υπό το βασικό σενάριο ήταν εξαρχής δύσκολο. Οι επενδυτές καλούνται να συνυπολογίσουν στις αποφάσεις τους την ανάγκη λήψης κρατικής βοήθειας μέσω CoCos, τα οποία πρέπει να αποπληρωθούν σε εύθετο χρόνο.
Ο βαθμός δυσκολίας, όμως, εκτινάχθηκε εξαιτίας της πολιτικής αβεβαιότητας, η οποία επηρεάζει πρωτίστως τις τράπεζες που εξαρτώνται από τη λήψη κρατικής βοήθειας, για να καλύψουν το σύνολο των κεφαλαιακών τους αναγκών.
Δεν είναι τυχαίο ότι ακόμη και επενδυτές που έχουν ξαναζήσει πολιτική διαπραγμάτευση μεταξύ κυβέρνησης και Τρόικας διστάζουν στο παρά πέντε να συμμετάσχουν σε ιδιωτικές τοποθετήσεις για τις οποίες είχαν εκδηλώσει στη διάρκεια του pre marketing ζωηρό ενδιαφέρον.
Ως αποτέλεσμα της αβεβαιότητας, πρωτεύον για τις τράπεζες που έχουν μπροστά τους υψηλές αυξήσεις κεφαλαίου είναι πλέον η συγκέντρωση των απαραίτητων με το βασικό σενάριο ιδιωτικών κεφαλαίων και δευτερεύον καθίσταται το θέμα της τιμολόγησης.
Αν δεν αλλάξει η παραπάνω κατάσταση, η κυβέρνηση θα... πυροβολήσει τα πόδια της σχολιάζει στο Euro2day.gr στέλεχος ξένης επενδυτικής τράπεζας, σημειώνοντας ότι όσο δεν κλείνει η συμφωνία για την πρώτη δέσμη των προαπαιτούμενων, αυξάνεται ο κίνδυνος να υποστεί συντριπτικό dilution το ΤΧΣ, λόγω της διαμόρφωσης της τιμής διάθεσης των νέων μετοχών σε πολύ χαμηλά επίπεδα.
Σύμφωνα με τον ίδιο, απαιτείται άρδην αλλαγή κλίματος μέσα στις επόμενες ώρες, για να διευκολυνθούν οι ιδιωτικές τοποθετήσεις Πειραιώς και Εθνικής. Θα πρέπει κυβέρνηση και Τρόικα να συμφωνήσουν άμεσα για το θέμα της προστασίας πρώτης κατοικίας και τις τροποποιήσεις στο πλαίσιο εταιρικής διακυβέρνησης τραπεζών και ΤΧΣ και να γνωστοποιηθεί ότι οι αλλαγές θα νομοθετηθούν πριν τη Δευτέρα.
Αν επέλθει συμφωνία, τα βιβλία θα μείνουν πιθανώς ανοικτά για μερικά ακόμη 24ωρα, αλλά ο στόχος συγκέντρωσης των ελάχιστα απαιτούμενων κεφαλαίων (σ.σ. υπό το βασικό σενάριο) εκτιμάται ότι θα επιτευχθεί. Σε διαφορετική περίπτωση, υπάρχει κίνδυνος οι επενδυτές να επικεντρωθούν στις τράπεζες που έχουν καλές προϋποθέσεις να καλύψουν αποκλειστικά από ιδιώτες το σύνολο των κεφαλαιακών τους αναγκών.
Σημειώνεται ότι η Εθνική, όπως έγραψε το Euro2day.gr έχει την εφεδρεία της έκδοσης μετατρέψιμου ομολογιακού δανείου που θα απευθύνεται σε ιδιώτες επενδυτές και θα αποπληρωθεί εντός του 2016 από τα έσοδα πώλησης της Finansbank.
Μειώνεται ο πήχης των προσδοκιών για Alpha και Eurobank
Η επιδείνωση του κλίματος έχει επηρεάσει, σε μικρότερο όμω βαθμό, Alpha και Eurobank καθώς διαθέτουν λελογισμένες κεφαλαιακές ανάγκες οι οποίες μπορούν να καλυφθούν αποκλειστικά από ιδιώτες.
Σήμερα η Alpha ανακοίνωσε ότι ανοίγει βιβλίο προσφορών, επιδιώκοντας να αντλήσει από θεσμικούς και άλλους ειδικούς επενδυτές κεφάλαια ύψους 1,66 δισ. ευρώ έναντι συνόλου κεφαλαιακών αναγκών 2,74 δισ.
Με την παραπάνω απόφαση, αφενός, μειώνει το ύψος της ιδιωτικής τοποθέτησης επιδιώκοντας να πετύχει όσο το δυνατόν καλύτερη τιμολόγηση κόντρα στο κλίμα αβεβαιότητας, αφετέρου, θέτει τους κατόχους junior και senior τίτλων μπροστά στο δίλημμα να καλύψουν προαιρετικά τα 1,1 δισ. ευρώ, αλλιώς θα υποχρεωθούν να το πράξουν με δυσμενέστερους όρους.
Το γεγονός μάλιστα ότι δεν προβλέπεται διενέργεια γενικών συνελεύσεων των ομολογιούχων ανά έκδοση και επομένως δεν θα ενεργοποιηθούν οι ρήτρες συλλογικής δράσης (CACs) καθιστά ακόμη μεγαλύτερο το βάρος της ευθύνης για τους κατόχους των junior και senior τίτλων της Alpha.
Η Εurobank από την πλευρά της έχει πιο εύκολο έργο καθώς καλείται να συγκεντρώσει 2,1 δισ. ευρώ από ιδιώτες επενδυτές, μέσω της ιδιωτικής τοποθέτησης και αν χρειαστεί της προαιρετικής δημόσιας προσφοράς προς τους κατόχους junior και senior τίτλων από την οποία θα μπορούσαν να συγκεντρωθούν κεφάλαια έως 900 εκατ. ευρώ.
Πάντως και στις περιπτώσεις των Eurobank, Alpha, αναλυτές εκτιμούν ότι η σχέση τιμής προς λογιστική αξία (σ.σ. μετά την ανακεφαλαιοποίηση) θα διαμορφωθεί στην καλύτερη περίπτωση στο 0,4, χαμηλότερα από όσο υπολόγιζε η αγορά πριν από δύο εβδομάδες.