Από δεκαπενθήμερο σε δεκαπενθήμερο υποχωρούν τα επιτόκια που προσφέρουν οι τράπεζες στις προθεσμιακές καταθέσεις, μέσα φυσικά σε περιβάλλον αυστηρών κεφαλαιακών ελέγχων.
Έτσι, σε σύγκριση με το 1,6%-2,0% που δινόταν για ποσά μεγαλύτερα των 100.000 ευρώ στις αρχές του έτους και το 1,3% του Αυγούστου, σήμερα οι πελάτες των τραπεζών καρπώνονται γύρω στο:
α) 1,1% μικτό (φόρος 15% επί των τόκων και συνυπολογισμός τους στην εισφορά αλληλεγγύης) για ποσά άνω των 100.000 ευρώ.
β) 0,8% (πάντοτε μικτό) αν η κατάθεση υπολείπεται έστω και ελαφρά των 100.000 ευρώ.
γ) Μόλις 0,6% για ποσά της τάξεως των 30.000 ευρώ.
Τα μεγαλύτερο ωστόσο πρόβλημα για τους Έλληνες αποταμιευτές δεν είναι το ύψος των επιτοκίων -ιδίως σε μια περίοδο αποπληθωρισμού και αρνητικών αποδόσεων στις ευρωπαϊκές καταθέσεις-, όσο ο φόβος που εξακολουθεί να υφέρπει: α) Είτε για κούρεμα των καταθέσεων για ποσά άνω των 100.000 ευρώ σε περίπτωση που δεν προφθάσουν να επανακεφαλαιοποιηθούν οι ελληνικές τράπεζες έως το τέλος του έτους, β) Είτε η έξοδος της Ελλάδας από τη ζώνη του ευρώ, εξέλιξη που θα σημάνει ένα έμμεσο -και συνήθως μεγαλύτερο- κούρεμα (λόγω της υποτίμησης του νομίσματος που πιθανότατα θα ακολουθήσει).
Γνωστός πάντως παράγοντας της αγοράς μιλώντας στο Euro2day.gr δήλωσε: «Εκτιμώ ότι σοβαρό ενδεχόμενο κουρέματος των καταθέσεων, στην πράξη, δεν υπάρχει. Όλα δείχνουν ότι η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών θα ολοκληρωθεί έγκαιρα, αλλά ακόμη και αν δεν γίνει κάτι τέτοιο, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα έχει δηλώσει με καθαρό τρόπο τη βούλησή της να στηρίξει τους Έλληνες καταθέτες. Νομίζω ότι το θέμα περί κουρέματος καταθέσεων επαναφέρεται από ορισμένους για πολιτικούς λόγους, προκειμένου να μην υπάρξει κάποιου είδους... ατύχημα στην κυβερνητική πλειοψηφία, όταν θα κληθεί να ψηφίσει δύσκολα μέτρα».
Σύμφωνα επίσης με τον ίδιο παράγοντα, «η τρόικα γνωρίζει πολύ καλά ότι ενδεχόμενο κούρεμα καταθέσεων όχι μόνο θα αποφέρει σχετικά πολύ μικρά ποσά στις τράπεζες, αλλά επίσης θα κάνει τόσο μεγάλη και μακροχρόνια ζημιά στην οικονομία, με αποτέλεσμα να μην το βάζει ουσιαστικά στο τραπέζι των συζητήσεων. Αντίθετα, ο φόβος του Grexit δεν έχει περάσει, ωστόσο δεν το βλέπω ως πολύ πιθανό σενάριο για το ορατό μέλλον. Η Ελλάδα θα είναι η μόνη μνημονιακή χώρα το 2016 και θεωρώ απίθανο πως Ευρώπη και ελληνική κυβέρνηση θα οδηγήσουν τη χώρα στα βράχια, μετά από τόσα λεφτά που δόθηκαν, τόσο βαριά μέτρα που ελήφθησαν και τόσες διαπραγματεύσεις που έγιναν».
Στελέχη της τραπεζικής αγοράς επιβεβαιώνουν τον προαναφερόμενο παράγοντα, συμφωνώντας πως τα κεφάλαια που θα «εξοικονομήσουν» οι τράπεζες μέσα από ένα ενδεχόμενο κούρεμα των λεγόμενων μεγάλων καταθέσεων θα είναι σαφώς περιορισμένα:
«Σε αντίθεση με την Κύπρο, οι Έλληνες καταθέτες είχαν πληροφορηθεί για τον κίνδυνο των κεφαλαιακών ελέγχων πολλούς μήνες πριν συμβεί, ακόμη και μέσα από τα πάνελ των τηλεοπτικών σταθμών. Οι αναλήψεις δεκάδων δισ. ευρώ που έγιναν από τον Δεκέμβριο του 2014 έως και την 26η Ιουνίου του 2015 αφορούσαν σε μεγάλο βαθμό κεφάλαια που κινδύνευαν να κουρευτούν. Άλλα πήγαν στο εξωτερικό, άλλα σε επενδυτικά προϊόντα που σχετίζονται με τις ξένες αγορές και τέλος, κάποια άλλα σε θυρίδες και στρώματα».
Η ουσία μάλιστα είναι ότι και τα περιορισμένα κεφάλαια που κινδυνεύουν να κουρευτούν είναι λογικό να έχουν μειωθεί ακόμη περισσότερο από την 29η Ιουνίου μέχρι σήμερα και όλα δείχνουν πως η τάση αυτή θα συνεχιστεί τουλάχιστον μέχρι το τέλος του έτους. Άρα, η όποια χρησιμότητα ενός κουρέματος θα είναι αμελητέα, σε σχέση με τις παρενέργειες που θα προκαλέσει.
Σύμφωνα μάλιστα με ρεπορτάζ του Euro2day.gr, δεν είναι λίγοι οι καταθέτες που με τις περιορισμένες κινήσεις που τους επιτρέπονται με βάση τα capital controls, μειώνουν συστηματικά το όποιο ποσό των χρημάτων τους θα μπορούσε να κουρευτεί.
Μερικές μάλιστα από τις κινήσεις που επιλέγονται από ορισμένους για τον σκοπό αυτό είναι οι παρακάτω:
• Αγορά ακινήτου και άλλων περιουσιακών στοιχείων (π.χ. αυτοκινήτων, επίπλων και λοιπών διαρκών καταναλωτικών αγαθών), με αντίστοιχη μείωση του υπολοίπου του τραπεζικού λογαριασμού που «κινδυνεύει».
• Καταβολή φορολογικών και λοιπών υποχρεώσεων από την ίδια πηγή.
• Σύναψη ασφαλιστικών-επενδυτικών προγραμμάτων εφάπαξ καταβολής.
• Μεταφορά υπολοίπων από τράπεζα σε τράπεζα και από λογαριασμό σε λογαριασμό μέσα στο ίδιο χρηματοπιστωτικό ίδρυμα, έτσι ώστε να μεγαλώνει το συνολικό ποσό των «ασφαλισμένων καταθέσεων» που είναι 100.000 ευρώ ανά τράπεζα και ανά συνδικαιούχο.
• Εκμετάλλευση -κατά το δυνατόν- νέων τραπεζικών λογαριασμών που έχουν ακόμη και σήμερα δυνατότητα να ανοιχτούν.
• Ευρύτατη χρήση χρεωστικών και πιστωτικών καρτών, με παράλληλη εξάντληση του επιτρεπόμενου εβδομαδιαίου ορίου αναλήψεων (420 ευρώ ανά λογαριασμό και ανά συνδικαιούχο).
• Έσοδα από πωλήσεις ακινήτων, αυτοκινήτων και άλλων περιουσιακών στοιχείων θεωρούνται «νέο χρήμα», το οποίο μπορεί να χρησιμοποιηθεί για αγορές εγχώριων επενδύσεων (π.χ. μετοχές).
• Οι επιχειρήσεις που έχουν τη σχετική άνεση αποπληρώνουν μελλοντικές τους υποχρεώσεις (προφανώς καρπωνόμενες εκπτώσεις), επιστρέφουν κεφάλαια σε μετόχους και κυρίως φροντίζουν να αποπληρώνουν τις οφειλές τους από κεφάλαια του εσωτερικού, εισπράττοντας -στον βαθμό που αυτό είναι εφικτό- σε λογαριασμούς που διαθέτουν στο εξωτερικό.