Με διαδικασίες εξπρές θα πρέπει να τρέξουν πωλήσεις non core business assets και θυγατρικών οι τράπεζες προκειμένου να μειώσουν το λογαριασμό της ανακεφαλαιοποίησης, να διασφαλίσουν τη βιωσιμότητά τους και να επιδιώξουν υπό καλύτερες συνθήκες την κάλυψη των κεφαλαιακών τους αναγκών από ιδιώτες.
Με βάση την κοινοτική οδηγία για το bail in που καλείται να ενσωματώσει στο εθνικό δίκαιο η κυβέρνηση ως τις 22 Ιουλίου, η βιωσιμότητα ενός τραπεζικού ιδρύματος δεν κρίνεται, πλέον, από τον επόπτη, αλλά προκύπτει από τη διαδικασία της άσκησης προσομοίωσης.
Αν από τα αποτελέσματα της διαγνωστικής μελέτης προκύψει κεφαλαιακό έλλειμμα για τα επόμενα χρόνια η τράπεζα καλείται, αρχικά, να το καλύψει εξ ολοκλήρου από ιδιώτες μέσω αύξησης κεφαλαίου. Στην περίπτωση που δεν το καταφέρει ενεργοποιείται το bail in κατά σειρά προτεραιότητας για υβριδικούς τίτλους, ομόλογα μειωμένης εξασφάλισης και senior bonds.
Εφόσον μετά τη μετατροπή των παραπάνω τίτλων η τράπεζα εμφανίσει θετικά ίδια κεφάλαια κρίνεται βιώσιμη και ανακεφαλαιοποιείται από το πακέτο των 25 δισ. ευρώ, το οποίο θα λάβει το Δημόσιο από τον ESM με την υπογραφή του νέου μνημονίου. Το ενδεχόμενο προκαταβολής των 10 δισ. ευρώ δεν ευσταθεί σύμφωνα με τραπεζικές και θεσμικές πηγές.
Στην περίπτωση που η τράπεζα δεν εμφανίσει θετικά ίδια κεφάλαια, ούτε μετά την υποχρεωτική μετατροπή σε κεφάλαιο των ομολογιών, κρίνεται μη βιώσιμη και οδηγείται σε εξυγίανση με κούρεμα και των ανασφάλιστων καταθέσεων. Το Δημόσιο μέσω του πακέτου των 25 δισ. ευρώ καλύπτει το υπόλοιπο του funding gap.
Οι διοικήσεις των τραπεζών στην παραπάνω διαδικασία έχουν την εξής δυνατότητα παρέμβασης: Πριν από την ολοκλήρωση του stress test να ολοκληρώσουν πωλήσεις non core business assets και θυγατρικών ή να αποχωρήσουν από αγορές, προκειμένου να δημιουργήσουν εσωτερικό κεφάλαιο, μειώνοντας το σταθμισμένο ενεργητικό τους.
Οι κινήσεις τους, όμως, θα πρέπει να έχουν ολοκληρωθεί πριν από τα αποτελέσματα της άσκησης προσομοίωσης, ώστε να συνυπολογισθούν από την ΕΚΤ και τον Ενιαίο Εποπτικό Μηχανισμό (SSM) μειώνοντας τον τελικό λογαριασμό και τις πιθανότητες κάποια εξ αυτών να θεωρηθεί μη βιώσιμη.
Στο πλαίσιο αυτό αναμένεται εντός του επόμενου διμήνου-τριμήνου να πωλήσουν ό,τι είναι δυνατόν από τα non core business assets ή τις θυγατρικές τους σε εσωτερικό και εξωτερικό ή διαφορετικά να αποχωρήσουν από αγορές του εξωτερικού σε συνεργασία με τις εποπτικές αρχές και τη Διεύθυνση Ανταγωνισμού, η οποία αναμένεται να τρέξει παράλληλα με τη διαγνωστική μελέτη τη διαδικασία κατάρτισης νέων πλάνων αναδιάρθρωσης.
Πρώτο βήμα η αποχώρηση από τα Βαλκάνια
«Στην κατάσταση που βρίσκονται πλέον οι τράπεζες, εξαιτίας του Δημοσίου, δεν έχουν καμιά πρεμούρα να κρατήσουν τις θυγατρικές του εξωτερικού» εκτιμά παράγοντας της αγοράς. Ο ίδιος σημειώνει ότι η μόνη μάχη που προβλέπεται να δοθεί θα είναι για τη Finansbank.
Στις θυγατρικές των βαλκανικών χωρών μέρος των καταθέσεών τους προέρχεται από θυγατρικές ελληνικών επιχειρήσεων και ο κίνδυνος των εκροών λόγω ανησυχίας για τις εξελίξεις στις μητρικές ήταν και παραμένει μεγάλος.
Στον αντίποδα στη Finansbank το σύνολο των καταθέσεων προέρχεται από τουρκικές επιχειρήσεις και νοικοκυριά με αποτέλεσμα η τράπεζα να μην είναι συνδεδεμένη στη συνείδηση του κοινού με τις εξελίξεις στην Ελλάδα.
Η Εθνική θα επιδιώξει, όπως όλα δείχνουν, σε συνεργασία με την DG Comp να αποφύγει την άμεση αποεπένδυσή της από τη Finansbank, αλλά είναι πιθανόν να αναγκαστεί από την DG Comp και τους εποπτικούς μηχανισμούς να αναθεωρήσει το πλάνο της και να επιδιώξει την άμεση διάθεση ποσοστού άνω του 40%.
Η εύκολη περίπτωση των θυγατρικών στη Ρουμανία
Οι εγχώριες τράπεζες εκτιμάται ότι θα αποχωρήσουν σχετικά ομαλά από τη Ρουμανία. Η τοπική οικονομία έχει επιστρέψει σε ικανοποιητικό ρυθμό ανάπτυξης, ενώ οι θυγατρικές τους, έχουν σχηματίσει προβλέψεις για το 80% των μη εξυπηρετούμενων δανείων, χωρίς να συνυπολογίζονται οι εξασφαλίσεις.
Επιπρόσθετα, έχουν εφαρμοσθεί προγράμματα περιορισμού του δικτύου και του απασχολούμενου προσωπικού, μειώνοντας σημαντικά τα λειτουργικά κόστη.
«Πρόκειται για τράπεζες με καθαρό ισολογισμό που θα μπορούσαν να πωληθούν χθες» αναφέρει τραπεζικό στέλεχος. Ο ίδιος αναγνωρίζει τις δυσμενείς συνθήκες κάτω από τις οποίες πρέπει να δράσουν οι εγχώριες τράπεζες, βγάζοντας πωλητήρια εξπρές, σημειώνει, όμως, ότι το ντεσαβαντάζ μπορεί να αντισταθμισθεί εν μέρει από την ύπαρξη σημαντικού ενδιαφέροντος από private equity funds, αλλά και από ευρωπαϊκούς ομίλους.
Όπως έχει γράψει το Euro2day.gr μια ελληνική τράπεζα είχε ξεκινήσει ήδη από τον Μάιο συζητήσεις με private equities funds για την πώληση της ρουμανικής θυγατρικής επιδιώκοντας να φθάσει σε συμφωνία χωρίς διαδικασία ανοικτού διαγωνισμού.
Μικρή ζήτηση κυρίως από την Ελληνική Τράπεζα υπάρχει και για τις θυγατρικές των ελληνικών τραπεζών στην Κύπρο. Στον αντίποδα για τις θυγατρικές σε Σερβία, Βουλγαρία, FYROM και Αλβανία ενδέχεται να μην υπάρξει ενδιαφέρον για την απευθείας αγορά τους και να κινηθούν διαδικασίες αποχώρησης των εγχώριων τραπεζών σε συνεργασία με τις εποπτικές αρχές.
Τα non core business assets που μπορούν να πωληθούν
Στα non core business assets που θα μπορούσαν να πωληθούν πριν από την ολοκλήρωση του stress test περιλαμβάνονται:
-η NBGI καθώς έχει ολοκληρωθεί η διαγωνιστική διαδικασία και η Εθνική έχει λάβει αποτίμηση από ανεξάρτητο εκτιμητή που επιτρέπει την ολοκλήρωση της συμφωνίας με την κοινοπραξία Goldman Sachs - Deutsche Bank. Οι εξελίξεις, όμως στην Ελλάδα πάγωσαν προσωρινά τις κινήσεις.
- η Αστήρ Παλάς εφόσον βρεθεί μια νέα δομή μεταξύ Εθνικής-ΤΑΙΠΕΔ- Jermyn Street που να επιτρέπει την πώληση, με το τίμημα να παραμένει στα 400 εκατ. ευρώ ή εφόσον υπάρξει αποτίμηση από τρίτο εκτιμητή που να επιτρέπει την αναπροσαρμογή του τιμήματος εντός των ορίων που είναι διατεθειμένη να πληρώσει η Jermyn Street.
- Οι ασφαλιστικές των συστημικών τραπεζών εφόσον οι ευρωπαϊκοί όμιλοι αλλά και private equity funds κρίνουν ότι η πολιτική αβεβαιότητα υποχωρεί, ιδιαίτερα αν τα προαπαιτούμενα ψηφισθούν από ευρεία πλειοψηφία και βρεθεί ένα modus operandi ώστε η κυβέρνηση Τσίπρα να έχει την ανοχή από Ν.Δ., Ποτάμι και ΠΑΣΟΚ και μετά την υπογραφή του νέου προγράμματος. Πέραν της εκκρεμούσας ολοκλήρωσης της ΑΤΕ Ασφαλιστικής στον όμιλο Ergo από την Πειραιώς, ενδιαφέρον πριν από το δημοψήφισμα και την επιβολή των capital controls υπήρχε από ξένα private equities και για τη Eurolife.