Παρά το γεγονός ότι δεκάδες δισεκατομμύρια ευρώ έχουν «δραπετεύσει» από τις ελληνικές τράπεζες το τελευταίο εξάμηνο, τα εγχώρια χρηματοπιστωτικά ιδρύματα δεν έχουν μπει αυτή τη φορά -όπως π.χ. το 2012- σε πόλεμο επιτοκίων καταθέσεων, διατηρώντας τις αποδόσεις των πελατών τους χαμηλά.
Σε αντίθεση λοιπόν με όσα συνέβησαν το 2012 όταν τα καταθετικά επιτόκια είχαν σκαρφαλώσει έως και το 6%, τους τελευταίους μήνες οι τράπεζες συνεχίζουν να μειώνουν τις απολαβές των καταθετών.
Ενδεικτικό είναι ότι ενώ στο τέλος του έτους, οι συστημικές ελληνικές τράπεζες προσέφεραν στις δωδεκάμηνες προθεσμιακές καταθέσεις των 100.000 ευρώ επιτόκιο γύρω στο 1,80%-1,85%, σήμερα η συγκεκριμένη απόδοση έχει υποχωρήσει μεταξύ του 1,6% και του 1,7%.
Υψηλότερα επιτόκια δίδονται κάτω από συγκεκριμένες προϋποθέσεις, όπως για παράδειγμα στην περίπτωση ενός σύνθετου προϊόντος, ή όταν ένα ποσοστό των καταθέσεων κατευθυνθεί σε συγκεκριμένες επενδυτικές κατηγορίες (π.χ. Αμοιβαία Κεφάλαια που προσφέρει η τράπεζα).
Τρεις είναι οι κυριότεροι λόγοι για τους οποίους οι τράπεζες ακολουθούν συντηρητική πολιτική:
Πρώτον γιατί ακόμη και αυτά τα επιτόκια που προσφέρουν είναι αρκετά υψηλότερα από τα αντίστοιχα των χωρών τόσο της Βόρειας, όσο και της Νότιας Ευρώπης. Αν για παράδειγμα οι ελληνικές τράπεζες «δίνουν» ένα καθαρό 1,45% (φορολογούνται οι τόκοι με 15%), ο καταθέτης θα υποχρεωθεί σε αρνητικό επιτόκιο σε περίπτωση που βγάλει τα λεφτά του στο εξωτερικό, που μάλιστα καθίσταται αρνητικότερο αν συνεκτιμηθούν και οι διάφορες κατηγορίες εξόδων που συνοδεύουν μια τέτοια κίνηση (π.χ. έξοδα εμβάσματος).
Ένας δεύτερος λόγος είναι ότι δεν θεωρούν πως κάπως υψηλότερα επιτόκια θα μπορούσαν να συγκρατήσουν τις διαθέσεις όσων -εσφαλμένα κατά τις τράπεζες- είναι «τρομοκρατημένοι» σχετικά με τις μελλοντικές εξελίξεις.
Και τρίτον, γιατί οι τράπεζες γνωρίζουν πως πρέπει να μειώσουν όλες τις κατηγορίες των εξόδων τους, προκειμένου να επιτυγχάνουν θετικά αποτελέσματα προ προβλέψεων και έτσι να καλύπτουν ένα σημαντικό ποσοστό του κόστους των μη εξυπηρετούμενων δανείων.
Πάντως, δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις όπου οι ελληνικές τράπεζες καταφέρνουν να συγκρατήσουν ως ένα βαθμό τα κεφάλαια που οι καταθέτες τους βγάζουν στο εξωτερικό. Αυτό γίνεται μέσω της μεταφοράς κεφαλαίων σε θυγατρικές που διαθέτουν στο εξωτερικό και που από τους πελάτες τους θεωρούνται ασφαλείς. Ενδεικτικά παραδείγματα χωρών είναι η Κύπρος, η Βουλγαρία, αλλά και η Μάλτα.
Η αλήθεια είναι πως εδώ και καιρό, οι κεντρικές τράπεζες ξένων χωρών έχουν εντείνει τους ελέγχους τους στις εκεί θυγατρικές των ελληνικών τραπεζών, προκειμένου να μην «μεταδοθεί» στο τραπεζικό σύστημα των κρατών αυτών ενδεχόμενο ελληνικό πρόβλημα. Ειδικότερα, έμφαση έχει δοθεί στο να μην έχουν έκθεση οι θυγατρικές τράπεζες στις μητρικές τους στην Ελλάδα.
Χαρακτηριστικό είναι το απόσπασμα της συνέντευξης που έδωσε πρόσφατα στο Euro2day.gr ο διευθύνων σύμβουλος της Τράπεζας Πειραιώς Κύπρου κ. Γιώργος Άππιος: «Πέραν του ονόματος και της μετοχικής σύνθεσης, η Τράπεζα Πειραιώς (Κύπρου) δεν εξαρτάται από την μητρική τράπεζα και δεν επηρεάζεται από εξελίξεις στην Ελλάδα, αφού ο ισολογισμός έχει ουσιαστικά απεξαρτητοποιηθεί».
Με βάση τα αποτελέσματα του πρώτου τριμήνου του 2015, οι καταθέσεις των κυπριακών τραπεζών παρουσιάζονται σταθεροποιημένες, ενώ οι δύο μεγαλύτερες εμπορικές τράπεζες (Κύπρου και Ελληνική) εμφάνισαν καθαρή κερδοφορία, έστω και περιορισμένη