Ικανοποίηση για πιθανή αύξηση της πενιχρής ρευστότητας των καταναλωτών αλλά και προβληματισμούς για τις αλλαγές στο ΦΠΑ εκφράζει το εγχώριο λιανεμπόριο διαφόρων βαθμίδων και κλάδων. Η διαμόρφωση ωστόσο συγκεκριμένης θέσης, σημειώνουν, θα προκύψει όταν οριστικοποιηθεί το σχέδιο και όταν αποκρυσταλλωθεί αν και πως θα λειτουργήσει το σχέδιο για «μπόνους» στη χρήση πλαστικού χρήματος.
Σε μια πρώτη ανάγνωση των προθέσεων του υπουργείου Οικονομικών, οι παράγοντες της αγοράς εκτιμούν ότι η θετική επίδραση θα προκύψει από την αίσθηση μείωσης τιμών που θα εισπράξει ο καταναλωτής, εάν κι εφόσον η μείωση των συντελεστών ΦΠΑ τελικώς περάσει στην κατανάλωση. «Οι τιμές της βιομηχανίας δεν πρόκειται να αλλάξουν, εάν ωστόσο η μείωση του συντελεστή ΦΠΑ περάσει εξολοκλήρου στον καταναλωτή εκ μέρους των λιανικών δικτύων, τότε θα απελευθερωθούν πόροι που θα υποστηρίξουν την πληγωμένη καταναλωτική διάθεση», υποστηρίζει ο CFO του ομίλου Σαράντη, Κ. Ροζακέας αναφερόμενος στο σενάριο για ανώτατο συντελεστή της τάξης του 18%.
Υπάρχουν ωστόσο αρκετοί παράγοντες από τη βιομηχανία και τους προμηθευτές οι οποίοι υποστηρίζουν ότι η προσπάθεια για αξιοποίηση της χρεωστικής κάρτας θα χαθεί κάπου στη διαδρομή, με το επιχείρημα ότι οι επιχειρήσεις και δη οι αλυσίδες λιανικής θα απορροφήσουν μέρος ή όλη τη μείωση για να καλύψουν τη ζημιά του παρελθόντος, τότε που απορροφούσαν τις αυξήσεις του συντελεστή ΦΠΑ.
Μια άλλη παράμετρος που συζητιέται αφορά στη μετακίνηση καταναλωτών από τα μικρά σημεία πώλησης στα μεγαλύτερα, αν φυσικά εφαρμοστεί το μπόνους της χρεωστικής και πιστωτικής κάρτας υπέρ των καταναλωτών που θα τις χρησιμοποιούν. Αυτή είναι μια πρώτη αντίδραση παραγόντων της αγοράς της «μικρής λιανικής» σύμφωνα με το πώς αυτοί ερμηνεύουν τις δηλώσεις του υπουργού Οικονομίας κ. Γιάνη Βαρουφάκη για τη νέα πολιτική του ΦΠΑ.
Σοβαρές επιφυλάξεις ωστόσο για τις επιπτώσεις εφαρμογής του μέτρου εκφράζουν οι φορείς και οι επιχειρηματίες του κλάδου μαζικής εστίασης. Σύμφωνα με τη ΓΣΕΒΕΕ, «οι επιχειρήσεις του κλάδου της εστίασης και του τουρισμού, θα κληθούν να ανταποκριθούν σε υψηλότερα βάρη καταλογισμού ΦΠΑ, ενώ η μείωση του υψηλού συντελεστή ΦΠΑ θα ευνοήσει τις μεγάλες εισαγωγικές επιχειρήσεις, καθώς και την υποκατάσταση κατανάλωσης εγχώριων με εισαγόμενα προϊόντα». Παράλληλα «η εφαρμογή ενός ενιαίου συντελεστή θα οδηγήσει σε μεγαλύτερη συρρίκνωση το ελληνικό εγχώριο προϊόν, ενώ τα φορολογικά έσοδα θα είναι τελικά χαμηλότερα του προσδοκώμενων», υποστηρίζει.