Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

S&P: Υπό αυστηρή παρακολούθηση η Αθήνα

Σε CreditWatch Negative κρατά την Ελλάδα. Οι δύσκολες διαπραγματεύσεις και το ρίσκο εκροών καταθέσεων. Πρόβλεψη για ανάπτυξη 1% φέτος και προβληματισμός για τα φορολογικά έσοδα. Δεν είναι βασικό σενάριο το Grexit, ποια είναι τα σημάδια ότι αυξάνει ο κίνδυνος.

S&P: Υπό αυστηρή παρακολούθηση η Αθήνα

Η Standard and Poor's διατήρησε τελικά την αξιολόγηση Β-/Β για το ελληνικό αξιόχρεο, διατηρώντας πάντως το creditwatch negative.

Ο οίκος αξιολόγησης (που είχε υποβαθμίσει την ελληνική οικονομία στις 6 Φεβρουαρίου) εκτιμά πως τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα, υπάρχουν αβεβαιότητες για το αν η Ελλάδα θα καταλήξει σε μια χρηματοδοτική συμφωνία με τους επίσημους πιστωτές της.

Η S&P σημειώνει ακόμα πως η χρηματοδοτική θέση της Ελλάδας επιδεινώνεται διαρκώς, κάτι που θα απαιτήσει υψηλότερη χρηματοδότηση το δεύτερο τρίμηνο του 2015 για να εξασφαλιστεί η έγκαιρη αποπληρωμή των δανειακών της υποχρεώσεων.

Επιπλέον, τονίζει πως η έλλειψη ενός ξεκάθαρου βραχυπρόθεσμου και μακροπρόθεσμου σχεδίου χρηματοδότησης και η συνεπαγόμενη πολιτική αβεβαιότητα επιδρούν αρνητικά στις προοπτικές ανάπτυξης και στην φορολογική συμμόρφωση και αυξάνουν το ρίσκο σημαντικών εκροών καταθέσεων.

Ο οίκος προβλέπει ανάπτυξη 1% φέτος και επιτάχυνση στο 2% το 2016. Βλέπει επίσης υποχώρηση του χρέους ως προς το ΑΕΠ στο 171,8% φέτος από 176,1% το 2014, και περαιτέρω αποκλιμάκωση στο 169,7% το 2016.  

Οι χρηματοδοτικές ανάγκες

Αναλυτικά, ο οίκος υπογραμμίζει ότι η συμφωνία της 24ης Φεβρουαρίου ανάμεσα στην Ελλάδα και το Eurogroup για την παράταση της Κύριας Σύμβασης Χρηματοδοτικής Διευκόλυνσης ως τον Ιούνιο του 2015 δεν έχει αντιμετωπίσει πως θα καλυφθούν οι χρηματοδοτικές ανάγκες της Ελλάδας τους επόμενους μήνες.

Η ελληνική κυβέρνηση και οι επίσημοι πιστωτές της φαίνεται να έχουν διάσταση απόψεων σχετικά με τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν για να εκταμιευτεί επιπρόσθετη βοήθεια.

Την ίδια ώρα η S&P εκτιμά πως υπάρχουν λίγες πιθανότητες η Ελλάδα να ανακτήσει την πρόσβαση στις αγορές για να βρει εναλλακτικές πηγές χρηματοδότησης τους επόμενους μήνες. Σύμφωνα με τον οίκο αξιολόγησης, μια συμφωνία ανάμεσα στην Ελλάδα και τους επίσημους πιστωτές αποτελεί προϋπόθεση για να περιορίσει η χώρα τα αυξανόμενα ρίσκα ρευστότητας.

Από τον Μάρτιο ως τον Ιούνιο του 2015, η ελληνική κυβέρνηση πρέπει να καταβάλλει πληρωμές κεφαλαίου 4,6 δισ. ευρώ για να εξυπηρετήσει το μακροπρόθεσμο χρέος της, κυρίως στο ΔΝΤ, και 1,9 δισ. ευρώ για πληρωμές τόκων.

Παράλληλα πρέπει να καταβάλλει 11,6 δισ. ευρώ σε λήξεις έντοκων γραμματίων, σε ένα περιβάλλον όπου οι περισσότεροι ξένοι επενδυτές έχουν αποχωρήσει από την αγορά και η ΕΚΤ έχει περιορίσει την ποσότητα των εντόκων που δέχεται για τον ELA.

Τα χρεόγραφα της ελληνικής κυβέρνησης παραμένουν αποκλεισμένα από τα παραδοσιακά κανάλια ρευστότητας του ευρωσυστήματος, καθώς και από το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ.

Επιπλέον οι χρηματοδοτικές ανάγκες της Ελλάδας φαίνεται να αυξάνονται. Ένα έλλειμμα 2,5 δισ. ευρώ στα έσοδα βάζει σε κίνδυνο την βιωσιμότητα του πρωτογενούς πλεονάσματος της γενικής κυβέρνησης. 

Στο πλαίσιο αυτό, η S&P εκτιμά πως η κάλυψη των βραχυπρόθεσμων χρηματοδοτικών αναγκών μπορεί να απαιτεί την αύξηση των ληξιπρόθεσμων χρεών προς τους εγχώριους προμηθευτές και την άντληση κεφαλαίων από τα ταμεία δημόσιων θεσμών. Θεωρεί επίσης πιθανό να γίνουν αναλήψεις και από τις καταθέσεις ύψους 10 δισ. ευρώ της κεντρικής κυβέρνησης στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα.

Σύμφωνα με την S&P, μια μεγάλη ανάληψη καταθέσεων από την κυβέρνηση θα αυξήσει τις πιέσεις στην ρευστότητα των ελληνικών τραπεζών, αν δεν συνοδευτεί από την αύξηση της ρευστότητας από το ευρωσύστημα.

Αβεβαιότητα για την κάλυψη των υποχρεώσεων

Ο οίκος αξιολόγησης προειδοποιεί πως εκτός από τις βραχυπρόθεσμες προκλήσεις για την ρευστότητα, υπάρχει μεγάλη αβεβαιότητα όσον αφορά την δυνατότητα του πολυετούς προγράμματος να καλύψει τις ανάγκες της Ελλάδας πέρα από το πρώτο μισό αυτού του έτους. Συνολικά το 2015, οι ανάγκες της ελληνικής κυβέρνησης θα ανέλθουν στα 21 δισ. ευρώ, συμπεριλαμβανομένων αποπληρωμών χρέους 16 δισ. ευρώ, και υπό την προϋπόθεση ενός πρωτογενούς πλεονάσματος 1,2%.

Το 2016-2018 οι χρηματοδοτικές ανάγκες θα μειωθούν στα 10,6 δισ. ευρώ το χρόνο, δεδομένων των μικρότερων υποχρεώσεων για την εξυπηρέτηση του χρέους.

Η S&P προβλέπει πως ένα πρωτογενές πλεόνασμα 1% είναι εφικτό μόνο αν διατηρηθεί η ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας και αναστραφεί η πρόσφατη πτώση στα έσοδα από φόρους.

Σύμφωνα με την S&P η έλλειψη σαφήνειας όσον αφορά την χρηματοδότηση βραχυπρόθεσμα και μεσοπρόθεσμα και η συνεπαγόμενη πολιτική αβεβαιότητα μπορεί να επιδράσουν αρνητικά στην οικονομική ανάκαμψη της Ελλάδας και στην δημοσιονομική της θέση. Ένα βασικό ρίσκο παραμένει η πιθανότητα να ενταθούν εκ νέου οι πιέσεις στην ρευστότητα των τραπεζών.

Από το Νοέμβριο του 2014 ως τον Ιανουάριο του 2015 οι ελληνικές τράπεζες αντιμετώπισαν μεγάλες εκροές καταθέσεων ύψους 18 δισ. ευρώ, ποσό που αντιστοιχεί στο ένα δέκατο των καταθέσεων.

Ο οίκος αξιολόγησης τονίζει ακόμα πως η αναπτυξιακή τάση που ξεκίνησε πέρυσι θα συνεχιστεί και στο δεύτερο μισό του 2015.

Το προφίλ του χρέους

Όπως σημειώνει η S&P παρότι ο λόγος χρέους προς ΑΕΠ είναι πολύ υψηλός, στο 176% στα τέλη του 2014, άλλα στοιχεία του προφίλ του ελληνικού χρέους είναι λιγότερο επαχθή. Αυτά περιλαμβάνουν την ασυνήθιστα μεγάλη μέση λήξη (16,2 χρόνια για το σύνολο του χρέους και 30 χρόνια για τα επίσημα διμερή δάνεια και τη χρηματοδότηση από την ΕΚΤ) και το χαμηλό ονομαστικό επιτόκιο, το οποίο εκτιμάται ότι σήμερα είναι περίπου στο 2%.

Περιλαμβάνοντας τα ευνοϊκά επιτόκια, την επανεκχώρηση των κερδών από το Ευρωσύστημα και την περίοδο χάριτος στους τόκους του «επίσημου» δανεισμού, η S&P υπολογίζει ότι στα τέλη του 2014 το κόστος της γενικής κυβέρνησης για τόκους ήταν κάτω από το 3% του ΑΕΠ.

Δεν είναι βασικό σενάριο το Grexit

Η έξοδος της Ελλάδας από την ευρωζώνη δεν είναι το βασικό σενάριο, υπογραμμίζει η S&P. «Είμαστε της άποψης ότι οι οικονομικές, κοινωνικές και πολιτικές επιπλοκές από ένα τέτοιο 'πρωτοφανές' βήμα θα είναι τεράστιες και πιθανότατα θα συνοδευτούν από πτώχευση της Ελλάδας τόσο έναντι των επίσημων όσο και των εμπορικών της υποχρεώσεων».

Τα σημάδια κινδύνου

Πρώτα σημάδια αυξημένου ρίσκου εξόδου από την ευρωζώνη θα είναι η επιβολή κεφαλαιακών ελέγχων, όπως και όρια στην ανάληψη μετρητών, αλλά και η έκδοση παράλληλου νομίσματος IOUs για την πληρωμή υπαλλήλων, συνταξιούχων και προμηθευτών από μια κυβέρνηση με ανεπάρκεια μετρητών.

Αυτά τα IOUs θα μπορούσαν να κυκλοφορήσουν ως ένα δευτερεύον μέσο συναλλαγών και με τον καιρό να οδηγήσει σε ένα εθνικό νόμισμα, το οποίο θα μπορούσε να λειτουργήσει ως το μοναδικό νόμιμο χρήμα μετά από μια πιθανή νομοθετική παρέμβαση της κυβέρνησης που θα επαναπροσδιορίζει τις οικονομικές της υποχρεώσεις όπου είναι δυνατό.

«Σημειώνουμε πως οι αξιολογήσεις δημόσιου χρέους μας αφορούν στην ικανότητα της κεντρικής κυβέρνησης και την θέλησή της να εξυπηρετήσει τις οικονομικές της υποχρεώσεις προς ιδιώτες πιστωτές, που στην περίπτωση της Ελλάδας έχουν περίπου το 20% του χρέους, εξαιρώντας την ΕΚΤ και άλλους επίσημους πιστωτές». Οι λήξεις χρέους που κατέχουν ιδιώτες πιστωτές αντιστοιχούν σε λιγότερα από 500 εκατ. ευρώ το 2015 και 1,09 δισ. το 2016, λιγότερο από το 0,3% του ΑΕΠ και 0,6% του ΑΕΠ αντίστοιχα, πολύ κάτω από τις λήξεις χρέους προς «επίσημους» πιστωτές.

Μια χαμένη πληρωμή προς ένα «επίσημο» πιστωτή δεν συνιστά πυροδότηση για υποβάθμιση σε κατηγορία SD (selective default) με βάση τα κριτήρια μας, σημειώνει η S&P, ωστόσο αν δεν οι άλλοι παράγοντες παραμένουν ως έχουν θα συνιστά ένα αρνητικό παράγοντα στην ανάλυσή μας. Μόνο η μη πληρωμή ιδιώτη επενδυτή θα συνιστά «default» με βάση τα κριτήρια μας.

Η ελληνική κυβέρνηση έχει επανειλημμένα δεσμευτεί να εξαιρέσει ιδιώτες επενδυτές από οποιαδήποτε μελλοντική αναδιάρθρωση χρέους, παρότι θεωρούμε ότι τα κίνητρα για μια ακόμα αναδιάρθρωση θα αυξηθούν αν ενταθεί η κρίση χρέους.

Το creditwatch

Σκοπεύουμε να προχωρήσουμε σε λύση ή επανενημέρωση για το CreditWatch εντός των επόμενων δυο μηνών, χρόνο κατά τον οποίο πιστεύουμε ότι τα πλάνα χρηματοδότησης της Ελλάδας θα είναι ποιο ξεκάθαρα.

Θα μπορούσαμε να μειώσουμε το rating αν αντιληφθούμε ότι η πιθανότητα για μια μονομερή (distress) αλλαγή του ελληνικού χρέους που κατέχουν ιδιώτες θα αυξηθεί. Αυτό θα γίνει αν, για παράδειγμα, αποκτήσουμε την άποψη ότι οι περαιτέρω πληρωμές δόσεων παραμείνουν απατηλές, με αποτέλεσμα την ανικανότητα της κυβέρνηση να καλύψει όλες τις υποχρεώσεις της κατά πλήρη και έγκαιρο τρόπο.

Θα επιβεβαιώσουμε το rating αν εκτιμήσουμε ότι ένα νέο πρόγραμμα στήριξης θα συμφωνηθεί με όρους που θα ικανοποιούν τόσο τις πολιτικές προτεραιότητες της Ελλάδας όσο και των χωρών-πιστωτών. Ένα τέτοιο σενάριο θα συνεισφέρει στο να αυξηθεί η πολιτική σταθερότητα, η φορολογική συμμόρφωση και η σταδιακή οικονομικά ανάκαμψη.

Οι προβλέψεις της S&P για Ελλάδα

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v