Χαμηλούς τόνους επιχειρούν να κρατήσουν τόσο η γερμανική όσο και η ελληνική πλευρά όσον αφορά την αυριανή επίσκεψη του Αντώνη Σαμαρά στο Βερολίνο, κάνοντας λόγο για μία από τις πολλές τακτικές επαφές του πρωθυπουργού με την Άγκελα Μέρκελ.
Ωστόσο είναι δεδομένο ότι το Μέγαρο Μαξίμου περιμένει πολλά από το τετ α τετ με τη Γερμανίδα καγκελάριο. Με δεδομένη την εύθραυστη πολιτική κατάσταση, τις μηδενικές αντοχές της κοινωνίας από τη λιτότητα διαρκείας και τους πιεσμένους βουλευτές της συγκυβέρνησης, ο πρωθυπουργός θα προσπαθήσει να γκρεμίσει το τείχος των αντιστάσεων του Βερολίνου, θέτοντας, όπως λέει στενός του συνεργάτης, τα αυτονόητα.
Θα υπενθυμίσει, δηλαδή, τις θετικές εξελίξεις της ελληνικής οικονομίας, όπως το πρωτογενές πλεόνασμα, την έξοδο στις αγορές, την πορεία των ομολόγων μας και την αξιολόγηση από τους ξένους οίκους, επιζητώντας από την άλλη την τήρηση από τους εταίρους των δικών τους δεσμεύσεων, με την οποία θα πρέπει να αποδείξουν την έμπρακτη στήριξή τους στη χώρα μας. Και μπορεί αποφάσεις να μη ληφθούν αύριο, ωστόσο ενδεχόμενη θετική στάση της Γερμανίας είναι προφανές ότι θα ανοίξει τον δρόμο για την ικανοποίηση των ελληνικών αιτημάτων. Τέσσερα είναι τα βασικά θέματα που έχει στην ατζέντα του ο Αντώνης Σαμαράς και θα θέσει στην Α. Μέρκελ:
1. Την έναρξη της συζήτησης για τη διευθέτηση του ελληνικού χρέους. Θα θυμίσει την απόφαση του Νοεμβρίου 2012 του Eurogroup για την «επίτευξη μιας περαιτέρω αξιόπιστης και βιώσιμης μείωσης της αναλογίας του προς το ΑΕΠ». Πρέπει να γίνει από τους δανειστές μας αυτό που ήδη κάνουν -με διαφορετικό τρόπο βέβαια- οι αγορές: να μας δώσουν δηλαδή την πιστοποίηση βιωσιμότητας, λένε στο Μέγαρο Μαξίμου, με προφανή οφέλη τόσο οικονομικά όσο και πολιτικά εν όψει της εκλογής Προέδρου της Δημοκρατίας. Ωστόσο δεν θα πρέπει να παραβλεφθεί ότι η ίδια απόφαση θέτει ως προϋποθέσεις για τη σχετική συζήτηση όχι μόνο το πρωτογενές πλεόνασμα αλλά και την «πλήρη εφαρμογή όλων των όρων που περιέχονται στο πρόγραμμα». Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι όσο εύκολο είναι οι εταίροι να συμφωνήσουν στο ελληνικό αίτημα, άλλο τόσο εύκολο είναι και να αρνηθούν.
2. Τον προϋπολογισμό του 2015 και τις φοροελαφρύνσεις. Ο κ. Σαμαράς θα παραθέσει στη Γερμανίδα καγκελάριο μια σειρά οικονομικά στοιχεία και αριθμούς που θα αποδεικνύουν ότι είμαστε εντός των στόχων μας -και σε αρκετούς τομείς πάνω από αυτούς-, ωστόσο θα επαναλάβει ότι η υπερφορολόγηση, όπως αποδεικνύεται επί του πρακτέου, μόνο οφέλη δεν έχει για τα δημόσια ταμεία. Παράλληλα, θα ξεκαθαρίσει ότι οι πολίτες δεν αντέχουν να πληρώνουν άλλο, με εξαιρετικά ορατό το σενάριο της κυβερνητικής σταθερότητας, εφόσον δεν υλοποιήσει τις δεσμεύσεις του από τη ΔΕΘ, όπως η αύξηση των δόσεων στα ληξιπρόθεσμα.
3. Τον περαιτέρω πολιτικό χρόνο για τη συνέχιση των μεταρρυθμίσεων. Η ελληνική κοινωνία, λένε στο Μέγαρο Μαξίμου και θα πει αύριο και ο πρωθυπουργός, έχει κάνει τεράστιες θυσίες τα τελευταία δύο χρόνια. Τώρα χρειάζεται μια επιβράβευση, ένα κίνητρο για να συνεχίσει την προσπάθεια, διαφορετικά ελλοχεύει ο κίνδυνος «να επιστρέψουμε στο μηδέν». Και ναι μεν ο σύμβουλος του πρωθυπουργού, Χρύσανθος Λαζαρίδης, είπε χθες στο Mega ότι «τα πιο οδυνηρά μέτρα που θα έριχναν περισσότερο το βιοτικό επίπεδο των πολιτών έχουν αποκλειστεί», όμως η τρόικα σε ζητήματα όπως το ασφαλιστικό, τα εργασιακά και τους πλειστηριασμούς δείχνει να επιμένει στην άμεση... συμμόρφωσή μας.
4. Το τέλος του προγράμματος και την απομάκρυνση της τρόικας. Είναι ένα από τα μεγάλα στοιχήματα της κυβέρνησης, με φόντο και τις πολιτικές διεργασίες που βρίσκονται σε εξέλιξη. Στόχος είναι μέχρι το τέλος του έτους η χώρα να απεμπλακεί και από τα δύο προγράμματα, της Ευρώπης και του ΔΝΤ. Πολύ πιθανόν είναι ο κ. Σαμαράς να επικαλεστεί το πορτογαλικό μοντέλο εξόδου από την κρίση. Η χώρα απέφυγε να λάβει τα τελευταία χρήματα του προγράμματός της, αποφεύγοντας παράλληλα την εφαρμογή συγκεκριμένων μέτρων που εκκρεμούσαν.
Ο στόχος για το πλεόνασμα
Κάποιοι, τέλος, στο πρωθυπουργικό επιτελείο θα έβλεπαν θετικά ο Αντώνης Σαμαράς να θέσει στη Γερμανίδα καγκελάριο ζήτημα μείωσης των στόχων για το πρωτογενές πλεόνασμα των επόμενων δύο χρόνων, από το 3% το 2015 και το 4,5% το 2016 που είναι σήμερα. Οι στόχοι αυτοί κρίνονται υπέρ το δέον φιλόδοξοι και δύσκολα υλοποιήσιμοι. Χαρακτηριστική, για του λόγου το αληθές, και η πρόσφατη έκθεση της S&P, σύμφωνα με την οποία η ανάκτηση του πραγματικού και του ονομαστικού ΑΕΠ θα επιτρέψει στην Ελλάδα να λειτουργήσει με μέσο πρωτογενές πλεόνασμα 2% του ΑΕΠ κατά τη διάρκεια της περιόδου 2014-2017.
Πού θα βρεθούν τα κεφάλαια
Το μεγάλο, πάντως, ερώτημα για την απεξάρτηση από τα μνημόνια δεν είναι άλλο από το χρηματοδοτικό κενό.
Ο Γκίκας Χαρδούβελης είναι κατηγορηματικός. Η Ελλάδα, μέσω του χρηματοδοτικού της προγράμματος, είναι σε θέση να καλύψει τις ανάγκες της, είπε χθες σε συνέντευξή του στο Βήμα της Κυριακής, ενώ την Παρασκευή με δηλώσεις του από το Λονδίνο υπαινισσόταν επί της ουσίας την αποχώρηση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου. Αν φύγει το ΔΝΤ, η Ελλάδα «χάνει» δανεικά 12 δισ. ευρώ τη διετία 2015-2016. Θα χρειαστεί για να βγάλει τη διετία περίπου 10 δισ. ευρώ ακόμα ώστε να μην υπάρχει χρηματοδοτικό κενό. Τα περίπου 22 δισ. ευρώ το υπουργείο Οικονομικών θεωρεί πως μπορεί να τα εξασφαλίσει με ίδια μέσα:
α. Οι αγορές. Ήδη οι εκδόσεις τριετών και πενταετών ομολόγων έδειξαν ότι η Ελλάδα μπορεί να δανείζεται ακόμα και την ώρα που η διεθνής συγκυρία δεν είναι η ευνοϊκότερη. Δημιουργήθηκε μια «καβάτζα» της τάξεως των 4,5 δισ. ευρώ.
Τώρα σχεδιάζονται τα επόμενα βήματα με 18μηνα έντοκα γραμμάτια και επταετή ομόλογα έως το τέλος του έτους. Ο Στέλιος Παπαδόπουλος του ΟΔΔΗΧ χτίζει γέφυρες διαρκώς και την περασμένη εβδομάδα βρισκόταν στη Νέα Υόρκη και στη Βοστώνη «πουλώντας» το ελληνικό story.
β. Τα repos. Τα ταμειακά διαθέσιμα διαφόρων φορέων του Δημοσίου, όπως έγινε ήδη εντός του 2014, μπορούν κάλλιστα μέσω συμβάσεων repo να δώσουν χρηματοδοτικές ανάσες. Τουλάχιστον 6 δισ. ευρώ εκτιμάται πως μπορεί να δανειστεί το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους από δημόσιους φορείς με καταθέσεις, όπως η Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων.
γ. Το μαξιλάρι του ΤΧΣ. Τα 11 δισ. ευρώ παραμένουν στο Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας ως «μαξιλάρι». Μέχρι να τελειώσει ο νέος γύρος των stress tests των τραπεζών και η πλήρης ανακεφαλαιοποίησή τους, τα κεφάλαια αυτά παραμένουν ανέγγιχτα. Αν όμως περισσέψουν, μπορούν να αξιοποιηθούν για την κάλυψη χρηματοδοτικών αναγκών του Δημοσίου.
δ. Και τα λεφτά της τρόικας. Μέχρι το τέλος του έτους άλλωστε, η τρόικα μας χρωστά, αν η ελληνική πλευρά περάσει τις εξετάσεις της αξιολόγησης 7,3 δισ. ευρώ. Από αυτά 3,6 δισ. ευρώ είναι το μερίδιο του ΔΝΤ, από την ευρωζώνη μένει 1,8 δισ. ευρώ και επιπλέον 1,8 δισ. ευρώ προβλέπεται να καταβληθεί από την επιστροφή κερδών των κεντρικών τραπεζών από τα ελληνικά ομόλογα.