Σταθεροποίηση -έστω στα χαμηλά επίπεδα κατανάλωσης που όρισε η πολυετής κρίση- φαίνεται ότι ανατέλλει για το εγχώριο λιανεμπόριο. Οι ενδείξεις για αυτήν την εξέλιξη έρχεται τόσο από τη δημοσιοποίηση επίσημων στατιστικών όσο και από τις ανεπίσημες ενδείξεις που καταγράφουν σειρά επιχειρήσεων ενός κλάδου επιχειρηματικότητας που έχει πληγεί πολύ τα τελευταία χρόνια.
Το κοινό αίσθημα ωστόσο στο εγχώριο λιανεμπόριο μετριάζει την πανηγυρική υποδοχή των στοιχείων της ΕΛΣΤΑΤ για τις λιανικές πωλήσεις τον περασμένο Απρίλιο. Μπορεί να καταγράφηκε όντως αύξηση 8,6% στον κύκλο εργασιών έναντι του Μαρτίου 2014, σημειώνοντας την ισχυρότερη άνοδο την τελευταία τριετία, ενώ την ίδια ώρα το Βαρόμετρο του ΣΕΛΠΕ περιγράφει την αισιοδοξία των μεγάλων λιανεμπορικών επιχειρήσεων, όμως το εγχώριο λιανεμπόριο δηλώνει εμμέσως ότι η σταθεροποίηση -αν και ορατή- είναι ακόμη εύθραυστη και η ανάκαμψη αβέβαιη.
Τα στοιχεία τζίρου και όγκου λιανικών πωλήσεων όπως παρουσιάστηκαν από την ΕΛΣΤΑΤ για τον περασμένο Απρίλιο εμπεριέχουν συγκυριακούς παράγοντες. Οι παρατεταμένες εκπτώσεις και τα δεκαήμερα προσφορών επέδρασαν θετικά στην αγορά ένδυσης που τον συγκεκριμένο μήνα παρουσίασε αύξηση πωλήσεων 14,3% σε αξία και 16,3% σε όγκο. Η εορταστική περίοδος του Πάσχα φέρεται να επηρέασε σημαντικά τις πωλήσεις τόσο στα σούπερ μάρκετ, όσο και σε πολυκαταστήματα, βιβλία, χαρτικά, παιχνίδια, ακόμη και στα καύσιμα. Η θέσπιση του ανοίγματος επιπλέον Κυριακές του χρόνου φαίνεται να επέδρασαν επίσης θετικά.
Τα παραπάνω έφεραν καλοδεχούμενη κατανάλωση, ωστόσο το τελευταίο εξάμηνο η εμπειρία που μεταφέρουν μεγάλες λιανεμπορικές μονάδες περιγράφει μια κατάσταση που μοιάζει με σκοτσέζικο ντους. Στο πρώτο μισό του έτους, τα δύο πρόσωπα του Ιανού εναλλάσσονταν δημιουργώντας μικτή εικόνα στα ταμεία των εταιριών. Το πρώτο δίμηνο οι εισπράξεις έκαναν βουτιά έναντι των δεδομένων του περυσινού δ' τριμήνου. Ο Μάρτιος και ο Απρίλιος, εμφανίστηκαν πιο παραγωγικοί μήνες, ενώ ο εκλογικός Μάιος επέφερε καθίζηση.
Η ευμετάβλητη καταναλωτική συμπεριφορά είναι στοιχείο που οι έμποροι συνυπολογίζουν. Δεδομένου δε ότι δεν έχει επέλθει ουσιαστική μεταβολή στον ρυθμό ανάπτυξης της οικονομίας και στη μείωση του ποσοστού των ανέργων, ενώ παράλληλα η υψηλή φορολογία συνεχίζει να ροκανίζει διαθέσιμα εισοδήματα, οι έμποροι εκτιμούν ότι η ανάκαμψη των πωλήσεων είναι προς το παρόν ζητούμενο.
Πέρα από την εγκρατή ανάλυση των στοιχείων πωλήσεων, οι λιανέμποροι, οι παράγοντες τη αγοράς, ακόμη και οι έρευνες καταναλωτικής συμπεριφοράς συγκλίνουν στη διαπίστωση ότι σήμερα διαμορφώνεται μια νέα, εντελώς διαφορετική αγορά. Η αύξηση πωλήσεων δεν είναι σε καμιά περίπτωση οριζόντια και αφορά εκείνους που έχουν καταφέρει να κερδίσουν μερίδια αγοράς, όλα τα προηγούμενα χρόνια της συνεχούς πτώσης πωλήσεων. Οι μικρές επιχειρήσεις του εμπορίου και των υπηρεσιών βρίσκονται σε οριακό σημείο, όπως δήλωσε χθες ο πρόεδρος της Γενικής Συνομοσπονδίας Επαγγελματιών Βιοτεχνών Εμπόρων Ελλάδος Γ. Καββαθάς. Σύμφωνα με τον ίδιο, τα τελευταία χρόνια έχουν κλείσει 250.000 επιχειρήσεις, ενώ οι επιχειρήσεις που συγκαταλέγονται στο άνω άκρο των ΜμΕ ανέρχονται μόλις σε 399.
Παρ' όλα αυτά, δεδομένων των επιτευγμάτων της ελληνικής οικονομίας σε ό,τι αφορά τη δημοσιονομική προσαρμογή, την εξυγίανση του τραπεζικού τομέα και τα θετικά μηνύματα από τον τουρισμό αλλά και το επενδυτικό ενδιαφέρον γύρω από ελληνικές αξίες, οι έμποροι αισιοδοξούν ότι κάποια στιγμή θα υπάρξει μετακύλιση και στην πραγματική οικονομία. Αυτό εξάλλου καταγράφει ο ΣΕΛΠΕ, ανακοινώνοντας ότι ο συνολικός δείκτης που αποτυπώνει το επιχειρηματικό κλίμα στον κλάδο του λιανικού εμπορίου ανέρχεται στις +40 μονάδες και είναι εμφανές τόσο από το πρόσημο, όσο και από το μέγεθός του πως ο κλάδος διακατέχεται από αρκετή αισιοδοξία για το πώς θα εξελιχθούν συνολικά τα πράγματα τους προσεχείς έξι μήνες.
Η διαμόρφωση του δείκτη επιχειρηματικού κλίματος ανά διάσταση και συνολικά