Πού βρίσκουν χρηματοδότηση οι ελληνικές start ups

Παρότι η ελληνική start up επιχειρηματική κοινότητα βρίσκεται στα σπάργανα, εκπρόσωποί της καταφέρνουν να προσελκύουν ξένα επενδυτικά κεφάλαια, αξιοποιώντας τα καινοτόμα προϊόντα τους.

Πού βρίσκουν χρηματοδότηση οι ελληνικές start ups

Αν το ελληνικό δημόσιο, οι τράπεζες και μεγάλες ελληνικές επιχειρήσεις πανηγυρίζουν για την επιστροφή της εμπιστοσύνης των αγορών στις οντότητές τους, όπως πιστοποιήθηκε από τις πρόσφατες περιπτώσεις προσέλκυσης ξένων κεφαλαίων, οι εγχώριες start ups έχουν παραπάνω λόγους να αισθάνονται αξιοπρόσεκτες.

Μπορεί το ποσοστό ξένων επενδυτικών πόρων που τοποθετήθηκαν τον τελευταίο χρόνο σε ελληνικές νεοφυείς επιχειρήσεις να περιορίζεται στο 28% από το σύνολο των 42 εκατ. ευρώ που εκτιμάται ότι εισέρρευσαν (σύμφωνα με στοιχεία πρόσφατης έρευνας του οργανισμού Endeavor), ωστόσο η επίδοση αυτή δεν θεωρείται αμελητέα. Ιδίως όταν το βάθος της συγκεκριμένης αγοράς είναι πολύ μικρό, οι επιχειρήσεις είναι στα σπάργανα και εκ της φύσης τους θεωρούνται υψηλού ρίσκου επενδυτικές επιλογές.

Ο κύριος όγκος των επενδύσεων που εκδηλώθηκαν σε ελληνικές start ups έγινε σαφώς από ελληνικά funds, και ιδίως από αυτά που δημιουργήθηκαν στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού προγράμματος JEREMIE ((PJ Tech Catalyst Fund του ομίλου της Τράπεζας Πειραιώς, OpenFund II, Elikonos Jeremie Fund και Odyssey Venture Partnerts).

Ωστόσο, δεν έλειψαν και μεγάλες τοποθετήσεις από διεθνή επενδυτικά funds, που αφενός έδωσαν ώθηση στις ωφελούμενες επιχειρήσεις, αφετέρου έβαλαν την Ελλάδα στον διεθνή επενδυτικό χάρτη.

Μία από τις κορυφαίες χρηματοδοτικές κινήσεις σε ελληνική εταιρία έγινε στις αρχές του 2013, με την τοποθέτηση 15 εκατ. δολαρίων από την Bain Capital στη spin off εταιρία Persado (προήλθε από τους κόλπους της Upstream Systems). Η είδηση προκάλεσε αίσθηση αφενός λόγω του ύψους της επένδυσης και αφετέρου του ύφους των επενδυτών, οι οποίοι δεν επενδύουν σε νεοφυείς επιχειρήσεις και μάλιστα σε εταιρίες της περιφέρειας. Σημειώνεται ότι η Persado εδρεύει στη Νέα Υόρκη ασχολούμενη με το ψηφιακό marketing, αλλά διατηρεί τα τμήματα έρευνας και ανάπτυξης των προϊόντων της στην Ελλάδα.

Δεύτερο γύρο χρηματοδότησης με κεφάλαια συνολικού ύψους 1,25 εκατ. δολαρίων, τα οποία προήλθαν από διεθνή Venture Capitals εξασφάλισε και η Daily Secret Inc., η πρώτη διεθνής ελληνική εταιρία digital media, στις αρχές του 2014. Σημειώνεται ότι η εταιρία, που ξεκίνησε από την Ελλάδα το 2010 με στόχο να αποκτήσει παγκόσμια εμβέλεια, στον πρώτο κύκλο χρηματοδότησής της είχε συγκεντρώσει κεφάλαια 1,85 εκατ. δολαρίων.

Ξεκινώντας από την Αθήνα, η Daily Secret, έχει σήμερα 1,8 εκατ. εγγεγραμμένα μέλη, έχει μεταφέρει το μοντέλο της σε 22 χώρες και 37 πόλεις, και εμφανίζει λειτουργική κερδοφορία -παρότι αποκομίζει διαφημιστικά έσοδα μόλις τον τελευταίο 1,5 χρόνο. Η χρηματοδότηση προέρχεται από τo επενδυτικό σχήμα PIC, που ιδρύθηκε από τον Dick Parsons, πρώην Διευθύνοντα Σύμβουλο της Time Warner, και τον Ronald Lauder, της οικογένειας της Estee Lauder και ιδρυτή της Central European Media Enterprises. Στον γύρο συμμετείχαν επίσης τα κορυφαία αμερικανικά venture capitals Greycroft Partners και eVentures.

Με τη νέα χρηματοδότηση, η Daily Secret σχεδιάζει να προσθέσει πάνω από 15 νέους προορισμούς μέσα στον επόμενο χρόνο - συμπεριλαμβανομένων κάποιων από τις ταχύτερα αναπτυσσόμενες αγορές της Αφρικής και της Ασίας.

Η βρετανική Hummingbird επένδυσε επίσης πριν από μερικούς μήνες στο Taxibeat, το οποίο αποτελεί μία από τις πλέον ανερχόμενες ελληνικές start ups, ανοιχτή στον διεθνή ανταγωνισμό. Παράλληλα, η τουρκική YekemSepeti, η οποία έχει χρηματοδοτηθεί από το αμερικανικό fund General Atlantic, ανακοίνωσε τον περασμένο Νοέμβριο επένδυση συνολικού ύψους 3 εκατ. ευρώ στο clickdelivery.gr, μία online υπηρεσία για παραγγελίες φαγητού. Επένδυση έχει γίνει και από βουλγαρικό fund και πιο συγκεκριμένο από το LaunchHub στην codebender, ύψους 100 χιλ. ευρώ.

Πέραν των επενδύσεων, το 2013 επιφύλαξε και το πρώτο σημαντικό «exit», γεγονός που αποτελεί ορόσημο για την πορεία της εγχώριας νεοφυούς επιχειρηματικότητας, που ακόμη βρίσκει τον βηματισμό της. Τον περασμένο Σεπτέμβριο, η ελληνική BugSense (εταιρία που εντοπίζει λάθη προγραμματισμού σε εφαρμογές για φορητές συσκευές) εξαγοράσθηκε από την αμερικανική Splunk. Το ύψος της συμφωνίας δεν έγινε γνωστό, αν και με βάση πληροφορίες κινήθηκε σε επίπεδα άνω των 8 εκατ. δολαρίων, όταν η αρχική επένδυση για την ίδρυσή της δεν ξεπερνούσε τα 100.000 ευρώ.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v