Ξυλεία: Τι αλλάζει με την ”έξοδο” της Βαλκάν

Σε έναν έντονα ανταγωνιστικό κλάδο, όπως αυτόν της ξυλείας (ιδιαίτερα στα βιομηχανοποιημένα προϊόντα όπου ο ανταγωνισμός επιτείνεται από τις εισαγωγές) η διαφαινόμενη πρόθεση της Βαλκάν Έξπορτ να συρρικνώσει περαιτέρω και ενδεχομένως να μηδενίσει τη βιομηχανική της δραστηριότητα, ασφαλώς και δεν μπορεί να περάσει απαρατήρητη.

Ξυλεία: Τι αλλάζει με την ”έξοδο” της Βαλκάν
της Αθηνάς Καλαϊτζόγλου

Σε έναν έντονα ανταγωνιστικό κλάδο, όπως αυτόν της ξυλείας (ιδιαίτερα στα βιομηχανοποιημένα προϊόντα όπου ο ανταγωνισμός επιτείνεται από τις εισαγωγές) η διαφαινόμενη πρόθεση της Βαλκάν Έξπορτ να συρρικνώσει περαιτέρω και ενδεχομένως να μηδενίσει τη βιομηχανική της δραστηριότητα, ασφαλώς και δεν μπορεί να περάσει απαρατήρητη.

Παρά το γεγονός ότι η Βαλκάν με τη διαρκή τα τελευταία χρόνια μείωση της παραγωγικής της βάσης είχε περιορίσει το μερίδιό της πιο κάτω από το 10%, εντούτοις εκτιμάται από εκπροσώπους του κλάδου ότι η ενδεχόμενη αποχώρησή της από τον κλάδο -η εταιρεία σχεδιάζει να στραφεί στο real estate- θα συμβάλει στην ανατροπή των υφιστάμενων ισορροπιών, κυρίως προς όφελος των εμπορικών εταιρειών και δευτερευόντως των βιομηχανιών του κλάδου:

Πρώτον, γιατί υπάρχουν ορισμένες εταιρείες, ακόμη και βιομηχανικές, που έχουν αυτή τη στιγμή κοινή πελατειακή βάση με τη Βαλκάν και ενδεχομένως να ενισχυθούν από αυτή την κίνησή της.

Δεύτερον, γιατί όσον αφορά στην τελευταία, ουσιαστικά το μεγαλύτερο μέρος της δραστηριότητάς της αφορούσε στις εισαγωγές και την εμπορία προϊόντων ξυλείας, άρα το κενό της πιστεύεται ότι θα καλυφθεί από τις άλλες εταιρείες του κλάδου.

Η απόφαση της Βαλκάν να διακόψει κάθε συναφή δραστηριότητα, υπήρξε... κεραυνός εν αιθρία για τον κλάδο, έστω και αν δεν διατηρούσε σημαντικά μερίδια. Σε έναν κλάδο που μόλις εξήλθε από μία περίοδο έντονης οικοδομικής δραστηριότητας η οποία συνέβαλε στην αυξημένη ζήτηση, αλλά εξακολουθεί να πιέζεται από τις εισαγωγές από τρίτες χώρες σε πολύ χαμηλές τιμές, η αποχώρηση της Βαλκάν εκτιμάται ότι θα πυροδοτήσει εκ νέου τον ανταγωνισμό προς όφελος των εισαγόμενων προϊόντων.

Οι εισαγωγές που πραγματοποιούν και βιομηχανικές επιχειρήσεις, όπως η Σέλμαν, σε συνδυασμό με την ύπαρξη πολλών ευκαιριακών εισαγωγέων και την έλλειψη τυποποίησης σε πολλά είδη (κυρίως από τις χώρες της ανατολικής Ευρώπης) θεωρείται ότι δημιουργούν ένα εκρηκτικό ”μίγμα” που συμπιέζει περαιτέρω τα περιθώρια κέρδους. Να προστεθεί, επίσης, ότι και ο τρόπος διάθεσης των εισαγόμενων προϊόντων συμβάλλει στην ένταση του ανταγωνισμού.

Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι η Βαλκάν κατάφερε να επανέλθει σε κερδοφόρο τροχιά λόγω κυρίως της εμπορίας, καθώς δεν είχε να αντιμετωπίσει αυξημένα παραγωγικά κόστη που συρρικνώνουν τα περιθώρια κέρδους. Το πόσο αποδοτικές αποδεικνύονται οι εισαγωγές φαίνεται και από τα μεγέθη της Ξυλεμπορίας, η οποία στο εννεάμηνο εμφανίζει σημαντική ενίσχυση της κερδοφορίας της.

Αντίθετα, η Σέλμαν, που θεωρείται από άποψη τζίρου ο leader της αγοράς, συνεχίζει να παρουσιάζει και φέτος ζημιογόνα αποτελέσματα και μάλιστα κατά πολύ διευρυμένα. Αντίθετα, η Ακρίτας παρουσιάζει σταθερή ανάκαμψη, που αποδίδεται στην απόδοση των εκτεταμένων επενδύσεων τις οποίες πραγματοποίησε τα προηγούμενα χρόνια.

Στην αγορά εισήλθε ως αξιόλογος παίκτης και η Alfa Wood, η οποία μετά την εξαγορά το 2004 της Πίνδος παράγει MDF, προϊόν που δεν διαθέτει καμία άλλη ελληνική εταιρεία και το οποίο της επιτρέπει να διεκδικεί την τρίτη θέση στην αγορά μετά την Ακρίτας. Ωστόσο, η κερδοφορία της το 2005 εμφανίστηκε συμπιεσμένη, εξέλιξη που αποδίδεται στην επένδυσή της στο εργοστάσιο της Πίνδος, για την οποία δαπανήθηκε ένα πολύ μεγάλο ποσό.

Ωστόσο, δεν παύει να παραμένει μικρή μονάδα σε σχέση με τα ευρωπαϊκά δεδομένα, και σε συνδυασμό με το γεγονός της ρηχής ελληνικής αγοράς, εκτιμάται από παράγοντες του κλάδου ότι θα συμπιέσει την κερδοφορία του ομίλου της Alfa Wood.

Σε κάθε περίπτωση εκπρόσωποι του κλάδου που μίλησαν στο euro2day.gr εξέφρασαν την άποψη ότι παρά τα περί του αντιθέτου λεγόμενα παρουσιάζει σταθερή εικόνα σε ό,τι έχει να κάνει με την κατανάλωση, και μάλιστα με ελαφρά αυξητικές τάσεις. Σε αυτό το περιβάλλον η προοπτική των εξαγορών ή των συγχωνεύσεων επιχειρήσεων δεν φαίνεται να είναι ανοικτή.

Η Σέλμαν παρουσιάζει υψηλό τραπεζικό δανεισμό (ο βραχυπρόθεσμος τραπεζικός δανεισμός της με στοιχεία εννεαμήνου 2006 υπολογίζεται σε 84,27 εκατ. ευρώ), πράγμα το οποίο, όπως εκτιμάται, αποτρέπει τέτοιες κινήσεις.

Από την άλλη πλευρά, η Ακρίτας έχει εκδηλώσει ενδιαφέρον για την εξαγορά της Curva, κίνηση που αν ευοδωθεί θα της επιτρέψει να εισέλθει και σε έναν νέο κλάδο δραστηριότητας, ενώ η Alfa Wood μάλλον δεν συμπεριλαμβάνει σε αυτή τουλάχιστον τη φάση ανάλογους σχεδιασμούς, μετά τη σχετικά πρόσφατη εξαγορά της Πίνδος. Άρα εκ των πραγμάτων φαίνεται ότι το παιχνίδι μεταφέρεται εκτός συνόρων, και συγκεκριμένα, αν υπάρξουν οποιεσδήποτε κινήσεις, αυτές όπως υποστηρίζεται θα προέλθουν από ξένες επιχειρήσεις.

ΤΑ ΜΕΓΕΘΗ ΤΩΝ ΕΤΑΙΡΕΙΩΝ

ΑΚΡΙΤΑΣ: Στο 9μηνο ο τζίρος της ανήλθε σε 37,958 εκατομμύρια ευρώ, έναντι 35,177 εκατομμυρίων ευρώ στο αντίστοιχο διάστημα του 2005, με κέρδη προ φόρων 1,462 εκατομμύρια ευρώ, έναντι 1,438 εκατομμυρίων ευρώ. Οι βραχυπρόθεσμες τραπεζικές υποχρεώσεις της διαμορφώνονται σε 33,654 εκατομμύρια ευρώ, έναντι 26,592 εκατομμυρίων ευρώ στις 31/12/2005.

ΞΥΛΕΜΠΟΡΙΑ: Στο 9μηνο ο κύκλος εργασιών της ανήλθε σε 22,407 εκατομμύρια ευρώ, έναντι 18,468 εκατομμυρίων ευρώ στο αντίστοιχο διάστημα του 2005, με κέρδη προ φόρων 670.270 ευρώ έναντι 397.000 ευρώ. Ο βραχυπρόθεσμος τραπεζικός δανεισμός της στο 9μηνο ήταν 21,065 εκατομμύρια ευρώ, έναντι 18,336 εκατομμυρίων ευρώ στις 31/12/2005.

ΣΕΛΜΑΝ: Στο 9μηνο ο ενοποιημένος κύκλος εργασιών της ανήλθε σε 98,292 εκατομμύρια ευρώ, έναντι 98,459 εκατομμυρίων ευρώ στο αντίστοιχο διάστημα του 2005, με ζημίες στα αποτελέσματα προ φόρων 10,053 εκατομμύρια ευρώ, έναντι ζημιών 4,390 εκατομμυρίων ευρώ. Οι βραχυπρόθεσμες τραπεζικές υποχρεώσεις της φθάνουν τα 84,270 εκατομμύρια ευρώ, έναντι 86,063 εκατομμυρίων ευρώ στις 31/12/2005.

ALFA WOOD: Το 2005 ο τζίρος της έφθασε τα 26,039 εκατομμύρια ευρώ, έναντι 23,478 εκατομμυρίων ευρώ το 2004. Τα κέρδη προ φόρων ανήλθαν σε 1,327 εκατομμύρια ευρώ, έναντι 1,786 εκατομμυρίων ευρώ το 2004. Οι βραχυπρόθεσμες υποχρεώσεις της υπολογίζονται στα 14,954 εκατομμύρια ευρώ, έναντι 13,259 εκατομμυρίων ευρώ το 2004.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v