Επιμήκυνση των λήξεων δανείων που κατέχει η ΕΚΤ και οι κεντρικές τράπεζες της Ευρωζώνης, όπως προβλέπει η απόφαση του Eurogroup του Νοεμβρίου 2012, ή μέτρα ισοδύναμου αποτελέσματος είναι το μήνυμα που στέλνει ο υπουργός Οικονομικών, Γιάννης Στουρνάρας, με συνέντευξή του στη «Ναυτεμπορική».
Η ΕΚΤ και οι κεντρικές τράπεζες της Ευρωζώνης μπλοκάρουν τη μετακύλιση των λήξεων δανείων, ύψους 19 δισ. ευρώ, έως το 2016, εκ των οποίων 10 δισ. ευρώ λήγουν εντός του 2014, προβάλλοντας εκ των υστέρων το επιχείρημα ότι αποτελεί νομισματική χρηματοδότηση.
Η μετακύλιση των λήξεων θα έλυνε το άμεσο χρηματοδοτικό πρόβλημα, σε συνδυασμό και με την ανανέωση των ομολόγων που έχουν δοθεί στις τράπεζες, ύψους 4,5 δισ. ευρώ.
Αναλυτικότερα, ο κ. Στουρνάρας υπογραμμίζει ότι το χρηματοδοτικό κενό του 2014-15, ύψους 11 δισ. ευρώ, "δεν είναι πολύ δύσκολο να καλυφθεί".
Όπως αναφέρει, «υπάρχουν πηγές που δεν είχαμε σκεφθεί. Για παράδειγμα, τα ομόλογα που είχε εκδώσει το υπουργείο Οικονομικών για να πάρει προνομιούχες μετοχές από τις τράπεζες, ύψους περίπου 4,5 δισ. ευρώ, αυτά λήγουν το Μάρτιο του 2014. Αυτά σκεφτόμαστε να τα ανανεώσουμε. Αυτό σημαίνει κάλυψη ενός μεγάλου κομματιού από το χρηματοδοτικό κενό.
Επίσης υπάρχουν τα ANFAs, τα ελληνικά ομόλογα που διακρατούν οι κεντρικές τράπεζες, τα οποία είχαν πει ότι θα τα ανανεώνανε, αλλά μέχρι στιγμής δεν τα έχουν ανανεώσει. Αυτή είναι μια δική τους υποχρέωση, την οποία πρέπει να τηρήσουν. Εάν δεν θέλουν να υλοποιήσουν τη ρύθμιση αυτή, επειδή ενδεχομένως τη θεωρούν νομισματική χρηματοδότηση, πρέπει να βρουν ισοδύναμα μέτρα. Εμείς έχουμε μέχρι τώρα τηρήσει τις υποσχέσεις μας. Πρέπει να τηρήσουν και αυτοί τις δικές τους. Αναγνωρίζω βέβαια ότι μας έχουν επιστρέψει τα ANFAs και τα SMPs, αλλά πρέπει να κάνουν ανακύκλωση και των ANFAs, των λήξεων των ομολόγων αυτών».
Σημειώνεται ότι οι διαπραγματεύσεις για τo χρηματοδοτικό κενό θα διεξαχθούν Νοέμβριο με Δεκέμβριο, ενώ η συζήτηση για τα μέτρα μείωσης του χρέους θα ανοίξει μετά τον Απρίλιο του 2014.
Ερωτηθείς για το δημοσιονομικό κενό της διετίας 2015-16, τονίζει ότι ανέρχεται στα 2-2,2 δισ. ευρώ, αν και η Ελλάδα δεν έχει κάνει ακόμη το νέο Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα. Σημειώνεται ότι η τρόικα στις εκθέσεις της θεωρεί πως υπάρχει δημοσιονομικό κενό ύψους 3,9 με 4,2 δισ. ευρώ και η τελευταία έκθεση του ΔΝΤ το ανεβάζει σε 3,5% του ΑΕΠ ή 6,5 δισ. ευρώ. Σημειώνει πάντως πως «Δεν θέλουμε με τίποτα να καλυφθεί με οριζόντια δημοσιονομικά μέτρα. Πιστεύουμε ότι μπορεί να καλυφθεί με παρεμβάσεις που έχουν να κάνουν με την αποτελεσματική λειτουργία του κράτους».
«Πολιτική; Εως τον Ιούνιο έχω δουλειά αλλά μετά τα πάντα είναι ανοιχτά»
Απαντώντας στην ερώτηση αν έχει πολιτικές φιλοδοξίες, ο κ. Στουρνάρας αποφεύγει να πάρει σαφή θέση, λέγοντας: «Μέχρι το Μάιο - Ιούνιο έχω πολλή δουλειά, μετά τα πάντα είναι ανοιχτά». Ξεκαθαρίζει ότι αισθάνεται άνετα στη θέση του, «δεν σκέφτηκα ποτέ να παραιτηθώ», λέει.
Όχι σε νέα μέτρα, τι λέει για πλειστηριασμούς
Ο υπουργός αποκλείει το άνοιγμα του ασφαλιστικού, τη μείωση του κατώτατου μισθού, το κούρεμα των καταθέσεων και την πιθανότητα η εφορία να προχωρήσει σε κατασχέσεις. Εκτιμά δε ότι η ύφεση εφέτος θα διαμορφωθεί μεταξύ 3,8-4%.
Ειδικότερα, ερωτηθείς για το ενδεχόμενο πλειστηριασμών πρώτης κατοικίας για χρέη προς το Δημόσιο τονίζει ότι: «Δεν υπάρχει τέτοιο θέμα. Εδώ οι τράπεζες, για παράδειγμα, δεν προχωρούν σε πλειστηριασμούς ούτε για τη δεύτερη κατοικία που δεν υπόκειται σε περιορισμούς. Η εφορία δεν κάνει κατασχέσεις. Μπορεί να προσημειώνει το ακίνητο για να προστατεύσει τα δικαιώματα του Δημοσίου. Αλλά η εφορία δεν πετάει έξω κόσμο. Να το ξεκαθαρίσουμε αυτό».
Σε σχέση με τη ρευστότητα στην αγορά, και την αδυναμία των τραπεζών να χορηγήσουν νέα δάνεια, όπως διαφαίνεται και από την πιστωτική επέκταση που παραμένει στο -4%, υπογραμμίζει: «Θα σας πως κάτι που δεν το ξέρετε. Στο -3% με -4% είναι και στην υπόλοιπη Ευρώπη. Μην ξεχνάτε ότι η κρίση αυτή άρχισε ως τραπεζική κρίση. Υπάρχει ακόμα φόρος. Αυτό ακριβώς προσπαθούμε να αντιμετωπίσουμε. Η ανακεφαλαιοποίηση είναι αναγκαία, αλλά όχι και ικανή συνθήκη για ρευστότητα. Ακόμα δεν έχει αποκατασταθεί το ύψος των καταθέσεων που υπήρχε πριν από την κρίση για να μπορούμε να πούμε ότι οι συνθήκες ρευστότητας θα αποκατασταθούν στα προ κρίσης επίπεδα».