Την άμεση αντίδραση των εργοδοτών προκάλεσε η απόφαση του Διοικητικού Δικαστηρίου της Κύπρου, το οποίο έκρινε ως αντισυνταγματικές τις νομοθεσίες που επέβαλαν το πάγωμα των προσαυξήσεων, την εισφορά 3% στο σχέδιο συντάξεων και στη μείωση απολαβών των δημοσίων υπαλλήλων, κάνοντας λόγο για «βόμβα» στα δημόσια οικονομικά.
Το τριμελές Διοικητικό Δικαστήριο έκρινε με ομόφωνη απόφαση ως αντισυνταγματικό τον περί Μείωσης των Απολαβών και των Συντάξεων των Αξιωματούχων, Εργοδοτουμένων και Συνταξιούχων της Κρατικής Υπηρεσίας και του Ευρύτερου Δημοσίου Τομέα Νόμου του 2012, ενώ κατά πλειοψηφία κρίθηκαν ως αντισυνταγματικοί ο περί Συνταξιοδοτικών Ωφελημάτων των Κρατικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων του Ευρύτερου Δημοσίου Τομέα Νόμος (αποκοπή μέρους των ακαθάριστων απολαβών τους ως εισφορά στον Πάγιο Ταμείο της Δημοκρατίας) και ο περί Μη Παραχώρησης Προσαυξήσεων και Τιμαριθμικών Αυξήσεων στους Μισθούς των Αξιωματούχων και Εργοδοτουμένων και στις Συντάξεις της Κρατικής Υπηρεσίας και του Ευρύτερου Δημοσίου Τομέα Νόμου του 2011.
Στην ομόφωνη απόφαση, η προεδρεύουσα του Δικαστηρίου Αγνή Ευσταθίου Νικολέτου και ο Γεώργιος Σεραφείμ είχαν κοινή απόφαση ενώ η Δικαστής Έλενα Μιχαήλ είχε διαφορετικό σκεπτικό, ενώ στις άλλες δύο κατά πλειοψηφία αποφάσεις, η Έλενα Μιχαήλ διαφώνησε με την απόφαση περί αντισυνταγματικότητας.
Οι νόμοι κρίθηκαν αντισυνταγματικοί διότι παραβιάζουν το άρθρο 23 του Συντάγματος, που αφορά στο δικαίωμα της ιδιοκτησίας, αφού οι αιτητές υποστήριξαν στο Δικαστήριο και δικαιώθηκαν ότι οι απολαβές αποτελούν περιουσιακό στοιχείο.
H Κυπριακή Δημοκρατία έχει περιθώριο 42 ημερών να ασκήσει έφεση κατά της απόφασης.
Βόμβα στην οικονομία
Η απόφαση του δικαστηρίου προκάλεσε ποικίλες αντιδράσεις, με τις εργοδοτικές οργανώσεις να κάνουν λόγο για βόμβα στα θεμέλια της οικονομίας.
Το ΚΕΒΕ χαρακτηρίζει «βόμβα» στα δημόσια οικονομικά την απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου, τονίζοντας ότι θα υπάρξει πλήρης ανατροπή της δημοσιονομικής ισορροπίας, ενώ υπάρχει κίνδυνος εκτροχιασμού της οικονομίας από την αναπτυξιακή της πορεία.
Το ΚΕΒΕ καλεί την κυβέρνηση να ασκήσει έφεση κατά της απόφασης και υπογραμμίζει ότι η τυχόν επιστροφή των περικοπών των δημοσίων υπαλλήλων θα προκαλέσει κοινωνικές αναταραχές, αφού οι εργαζόμενοι στον ιδιωτικό τομέα που υπέστησαν μεγαλύτερες θυσίες από τους εργαζόμενους στον δημόσιο τομέα, θα μείνουν ακόμα μια φορά εκτεθειμένοι.
Την ίδια ώρα, το ΚΕΒΕ προειδοποιεί όλους ότι οι φορολογούμενοι και ειδικά οι επιχειρήσεις και οι εργαζόμενοι στον ιδιωτικό τομέα δεν έχουν περιθώρια για άλλες φορολογίες, προκειμένου να καλύψουν τις επιστροφές των περικοπών των δημοσίων υπαλλήλων.
Η ΟΕΒ σημειώνει ότι οι δικαστικές αποφάσεις που κρίνουν αντισυνταγματικές τις αποκοπές μισθών και συντάξεων σε υπαλλήλους και συνταξιούχους του δημοσίου επισφραγίζουν την πλήρη και απόλυτη διάκριση ανάμεσα σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα.
«Με νομολογημένο πλέον το απαράβατο της προστασίας μισθών και συντάξεων του Δημοσίου, ακόμα και όταν ο εργοδότης-δημόσιο έχει χρεοκοπήσει, αυτό σημαίνει ότι κάθε κρίση, κάθε κίνδυνο, κάθε απειλή για την πατρίδα, θα τη σηκώνει ο ιδιωτικός τομέας», σημειώνει σε ανακοίνωσή της.
Πέραν των €2- €2,5 δισ. θα χρειαστεί να καταβάλει η κυβέρνηση, εάν πρόκειται να υλοποιηθεί η απόφαση του Διοικητικού Δικαστηρίου, ανέφερε ο οικονομολόγος Ιωάννης Βιολάρης μιλώντας στην ίδια εκπομπή.
Μελετά την απόφαση η Λευκωσία
Η κυβέρνηση, σε συνεργασία με τη νομική υπηρεσία, εξετάζει το ενδεχόμενο έφεσης της απόφασης του Δικαστηρίου που δικαίωσε τους υπαλλήλους του ευρύτερου δημόσιου τομέα, δήλωσε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Πρόδρομος Προδρόμου.
Τόνισε ότι «εξετάζεται και η τυχόν ανάγκη υιοθέτησης συντηρητικών μέτρων μέχρι την εκδίκαση της έφεσης». Πρόσθεσε ότι «ο πρόεδρος της Δημοκρατίας αλλά και ο υπουργός Οικονομικών έχουν ήδη επικοινωνήσει με τον γενικό εισαγγελέα, όπου μέσα σε αυτό το πλαίσιο θα διευκρινιστούν ο χρόνος και ο τρόπος εφαρμογής της απόφασης του δικαστηρίου και οι πρακτικές επιπτώσεις».
Σε δηλώσεις το απόγευμα προς τα ΜΜΕ ο κ. Προδρόμου χαρακτήρισε πολύ σοβαρή την απόφαση του Διοικητικού Δικαστηρίου, η οποία όπως είπε θα έχει σοβαρές επιπτώσεις στη χώρα. Επανέλαβε ότι «η κυβέρνηση σε στενή συνεργασία με τη νομική υπηρεσία μελετά και θα αξιολογήσει την απόφαση ενώ σε κάθε περίπτωση θα εξαντλήσει κάθε περιθώριο, προκειμένου να διασφαλιστούν δύο στόχοι μείζονος σημασίας: η σταθερή πορεία της οικονομίας και το περί δικαίου αίσθημα στην κοινωνία».
Όπως επεσήμανε ο κ. Προδρόμου, «σε αυτό το στάδιο, η όποια αναφορά για τον οικονομικό αντίκτυπο στην οικονομία ή και για το κόστος θα είναι πρόωρη και λανθασμένη».
Σε ερώτηση αν μέχρις ότου εκδικαστεί η έφεση, η κυβέρνηση θα εφαρμόσει την απόφαση, ο εκπρόσωπος είπε «να περιμένουμε να δούμε εάν θα υποβληθεί η έφεση. Αυτή είναι η κατεύθυνση της μελέτης που γίνεται. Αυτή τη στιγμή (η απόφαση) θα πρέπει να μελετηθεί σοβαρά από τους αρμόδιους και στη συνέχεια θα ληφθούν αποφάσεις, οι οποίες θα ανακοινωθούν».
Η Νομική Υπηρεσία θα μελετήσει προσεκτικά τις αποφάσεις ως προς το ενδεχόμενο καταχώρησης έφεσης στο Ανώτατο Δικαστήριο, δήλωσε στο ΚΥΠΕ ο Γενικός Εισαγγελέας Κώστας Κληρίδης, ο οποίος είχε ήδη μια πρώτη επικοινωνία με τον υπουργό Οικονομικών Χάρη Γεωργιάδη.
Ο κ. Κληρίδης δήλωσε ότι «οι τρεις αποφάσεις θα πρέπει να μελετηθούν προσεκτικά για να διακριβωθεί το ενδεχόμενο καταχώρησης έφεσης», η οποία θα πρέπει να καταχωρηθεί εντός 42 ημερών.
Κληθείς να σχολιάσει τις ανησυχίες που εκφράζονται για τα δημόσια οικονομικά λόγω των αποφάσεων, ο κ. Κληρίδης είπε ότι αυτό το θέμα δεν αφορά τη Νομική Υπηρεσία αλλά το Υπουργείο Οικονομικών.
Ερωτηθείς σχετικά, ο κ. Κληρίδης είπε ότι υπήρξε μια πρώτη επικοινωνία με τον υπουργό Οικονομικών. «Είχαμε μια πρώτη επικοινωνία, αλλά ο σκοπός μας είναι αφού μελετήσουμε προσεκτικά τις αποφάσεις, εντός των προσεχών ολίγων ημερών να συγκαλέσουμε κάποια σύσκεψη μεταξύ των εμπλεκομένων υπηρεσιών του κράτους για να συζητήσουμε ακριβώς αυτές τις προοπτικές».
«Αν αποφασιστεί να καταχωρηθεί έφεση, αυτό θα γίνει το συντομότερο και θα ζητήσουμε να εκδικαστεί το συντομότερο», κατέληξε ο Γενικός Εισαγγελέας.
Αντιδράσεις κομμάτων
Η απόφαση του δικαστηρίου προκάλεσε και αντιδράσεις των κομμάτων.
Ο ΔΗΣΥ σε ανακοίνωσή του αναφέρει ότι «αναμένουμε την τελεσίδικη απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου και αναλόγως θα τοποθετηθούμε».
«Είναι φρόνιμο όμως, η Κυβέρνηση και το Υπουργείο Οικονομικών να εξετάσει από τώρα το ενδεχόμενο επικύρωσης της πρωτόδικης απόφασης από το Ανώτατο», σημειώνεται.
«Δεν είναι τυχαίο που ο πρόεδρος της Παράταξής μας, ο κ. Αβέρωφ Νεοφύτου, κρούει επανειλημμένα τον κώδωνα του κινδύνου για να μη θεωρούμε τη σταθεροποίηση που έχει επιτευχθεί ως δεδομένη», τονίζει.
«Αναμένουμε από την κυβέρνηση συντομότατα πρόταση για τις διευθετήσεις που θα πρέπει να γίνουν, για την πορεία των δημοσίων οικονομικών, μετά την απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου για τους μισθούς των υπαλλήλων του κρατικού και του ημικρατικού τομέα και του ευρύτερου δημόσιου τομέα», αναφέρει σε ανακοίνωσή του το ΔΗΚΟ.