Είναι σχεδόν πρωτοφανές, τις τελευταίες δεκαετίες, μια ελληνική κυβέρνηση να αντιμετωπίζει τόσο πολλά «καυτά» θέματα.
Ο κορωνοϊός και οι επιπτώσεις του θα ήταν αρκετό βάρος (όπως είναι και για όλες τις άλλες χώρες) από μόνος του, πλην όμως, στην περίπτωση της Ελλάδας, έχουμε ταυτόχρονα τα ελληνοτουρκικά (και την κυπριακή τους διάσταση), συν το γεγονός ότι η οικονομία μας βρισκόταν στο εμβρυακό στάδιο της εξόδου από την κρίση και της επιστροφής στην ανάπτυξη, κουβαλώντας σημαντικές ανοιχτές πληγές.
Αντίθετα με ό,τι συνέβαινε στους πρώτους μήνες του 2020, το βάρος αυτών των προβλημάτων αρχίζει και γίνεται αισθητό στην κυβερνητική λειτουργία, ενώ ταυτόχρονα έχει λήξει και η παραδοσιακή περίοδος του «μέλιτος» με την κοινωνία, της οποίας απολαμβάνει σχεδόν κάθε νέος πρωθυπουργός.
Τώρα, καθώς ο χειμώνας έρχεται, μπαίνουμε στην «ώρα της αλήθειας». Από δω και μπρος:
- Θα γίνουν πολύ πιο ορατές και στην κατανάλωση, οι οικονομικές επιπτώσεις του «ασύμμετρου» πλήγματος που δέχεται η οικονομία και η κοινωνία, με επίκεντρο τους χώρους της αναψυχής (εστίαση κ.λπ.) και του τουρισμού.
- Θα αυξηθεί κάθετα ο κίνδυνος μετάδοσης της Covid-19 λόγω κλειστών χώρων, ενώ θα αρχίσει και η χρονική σύμπτωση με την εποχική γρίπη, συμπιέζοντας περαιτέρω τις δυνατότητες του συστήματος Υγείας.
- Θα εισέλθουμε, όπως όλα δείχνουν, σε μια περίοδο διαπραγμάτευσης με την Τουρκία, κατά τη διάρκεια της οποίας είναι πιθανόν ότι θα διαψευστούν όσοι πιστεύουν πως θα είναι ξανά «ατέρμονη», δίνοντάς μας την ευκαιρία να παραμείνουμε ακίνητοι, όπως είχαμε βολευτεί για πολλά χρόνια.
- Το μεταναστευτικό απαιτεί λύσεις και η μέχρι τώρα εμπειρία δείχνει ότι ούτε αυτές θα είναι εύκολες, ακόμη και μεταξύ των βουλευτών της κυβέρνησης.
- Είναι ενδεχόμενο ότι θα εκδηλωθούν σοβαρές κοινωνικές πιέσεις/κινητοποιήσεις, σε συνάρτηση και με τα παραπάνω.
Εάν, δε, κρίνουμε από ορισμένα φαινόμενα που έχουν σημειωθεί ως τώρα, είναι ενδεχόμενο ότι -κάτω από την πολύ αυξημένη πίεση των περιστάσεων- οι διάφορες «γκάφες» και τα στραβοπατήματα από το κυβερνητικό επιτελείο θα αυξηθούν, δυσχεραίνοντας περαιτέρω την κατάσταση.
Ενδεικτικά, δεν μπορούν να περάσουν απαρατήρητα ορισμένα φαινόμενα όπως:
Ακόμη μεγαλύτερη σημασία, όμως, έχει το γεγονός ότι στο καυτό δίπολο κορωνοϊός - ελληνοτουρκικά, η κυβέρνηση δεν έχει την «ορμή» του πρώτου διαστήματος της εκδήλωσής τους. Η Ελλάδα δεν δείχνει πλέον να έχει την αξιοζήλευτη θέση που διέθετε τους πρώτους μήνες της πανδημίας. Ασχέτως αν αυτό είναι αναμενόμενο ή όχι, με βάση τις γενικότερες επιδόσεις της χώρας μας, το γεγονός είναι ότι αυτή ακριβώς ήταν η ασπίδα μας απέναντι στις απόλυτα υπαρκτές αδυναμίες του ελληνικού συστήματος υγείας, σε σχέση με τις περισσότερες χώρες της Ευρώπης. Αν αυτό αλλάξει, τότε πολύ απλά, εξαιτίας αυτών των αδυναμιών, θα βρεθούμε σε χειρότερη θέση, ακριβώς λόγω των αντικειμενικών αδυναμιών του συστήματος, ακόμη και σε επίπεδο δυνατοτήτων για τεστ.
Στα ελληνοτουρκικά, πάλι, είναι «κοινό μυστικό» ότι η κυβέρνηση είναι δέσμια (κυρίως έναντι του… κοινού της ή ακριβέστερα μιας μεγάλης αριθμητικά πτέρυγάς της) της στάσης που κράτησε στο θέμα της Συμφωνίας των Πρεσπών, υποδαυλίζοντας (προκειμένου να προστατεύσει την ενότητά της) μαξιμαλιστικές εθνικιστικές θέσεις. Κι αυτό πάει πολύ πέρα από το αν και πότε θα έρθουν για κύρωση στη Βουλή οι συμφωνίες με τη Βόρεια Μακεδονία (όπου ο ΣΥΡΙΖΑ καραδοκεί για ονομαστική ψηφοφορία).
Δεν είναι τυχαίο ότι σήμερα η σκληρότερη κριτική στα ελληνοτουρκικά έρχεται «εξ οικείων», καθώς η «εθνική κυριαρχία» μπερδεύεται με τα «κυριαρχικά δικαιώματα» και η ΑΟΖ (που πρέπει, λέει, να συνορεύει με αυτή της Κύπρου), παρότι εξ ορισμού «ζώνη οικονομικής εκμετάλλευσης» εμφανίζεται να είναι κάτι σαν τα... χωρικά μας ύδατα.
Εν ολίγοις, τώρα, αυτοί που φώναζαν «χάσαμε τη Μακεδονία» είναι έτοιμοι να μιλήσουν πάλι (και για πολύ πιο ιστορικά ευαίσθητο θέμα) για προδοσίες και για την «απώλεια» του Καστελόριζου, της Ρόδου ή και της Κρήτης. Πού να εμφανιστεί και θέμα μερικής αποστρατικοποίησης των νήσων…
Πρόκειται λοιπόν για ένα πολλαπλό «κρας τεστ» το οποίο θα κληθεί να περάσει η κυβέρνηση, με αμφίβολο αποτέλεσμα, αν κρίνουμε από τις περιορισμένες δυνατότητες «multitasking» που έχουν επιδείξει ως τώρα ΟΛΕΣ οι ελληνικές κυβερνήσεις των τελευταίων δεκαετιών!
Υπάρχουν «φωτεινά σημεία»; Ασφαλώς. Μεταξύ τους, η δουλειά που φαίνεται να γίνεται στο Υπουργείο Ψηφιακής Διακυβέρνησης, η ταχύτατη υλοποίηση των μέτρων οικονομικής στήριξης (με τα όποια κενά τους) και αρκετά ακόμη, που, όμως, δεν αλλάζουν τη δύσκολη εικόνα του εγγύς μέλλοντος.
Ατυχώς, για να πούμε ένα ακόμη «κοινό μυστικό», η κυβέρνηση εξακολουθεί να έχει στη σύνθεσή της στελέχη που μάλλον δεν «αξιοποιήθηκαν» με γνώμονα την αποτελεσματικότητά τους, αλλά τις εσωκομματικές ισορροπίες και άλλους αμφιβόλου σημασίας (για το αποτέλεσμα) παράγοντες. Αν αυτό δεν αλλάξει γρήγορα, με έναν συγκροτημένο ανασχηματισμό «αρίστων», οι πιθανότητες να περάσει το «κρας τεστ» θα λιγοστέψουν αντιστοίχως. Κι αυτό δεν θα είναι οδυνηρό μόνο για την κυβέρνηση, αλλά και για την οικονομία και την κοινωνία. Το μέγεθος των προβλημάτων, το εγγυάται.
ΥΓ: Δεν είμαι καθόλου σίγουρος ότι η Σύνοδος Κορυφής της ΕΕ την προηγούμενη εβδομάδα προσφέρεται για πανηγυρισμούς. Συμφωνήσαμε για κυρώσεις στη Λευκορωσία (για... εσωτερικά της θέματα), πλην όμως όχι απλώς δεν υπήρξαν κυρώσεις στην Τουρκία ή έστω μια λίστα κυρώσεων για το μέλλον (πράγμα απολύτως αναμενόμενο, με τη δικαιολογία ότι «ξεκινάει» επιτέλους διάλογος), αλλά ούτε καν μια απλή αναφορά στο ενδεχόμενο κυρώσεων. Ομοίως, παρότι ο υπογράφων έχει χρόνια να ασχοληθεί στενά με τα διπλωματικά τερτίπια του ΝΑΤΟ, αυτά τα «τεχνικά μέτρα» για την αποφυγή εντάσεων και η «κόκκινη γραμμή» ηχούν λίγο θολά. Δηλαδή κάθε φορά που ο Ερντογάν θα στέλνει τον στόλο και το πλοίο ερευνών σε περιοχές όπου η Ελλάδα διατυπώνει κυριαρχικά δικαιώματα, τι ακριβώς θα συμβαίνει; Θα οριστούν πρωτόκολλα «ορθής και ασφαλούς»... συμπεριφοράς; Τι ακριβώς συμφωνήθηκε;
Για να επιστρέψουμε όμως στη Σύνοδο, από τα μέχρι τώρα προκύπτει ότι α) η Τουρκία έπεσε -για μια ακόμη φορά- στα μαλακά κι ότι ο «διάλογος» ξεκινά υπό την σκιά μιας στάσης της Ευρώπης (με πρωτεργάτη τη Γερμανία) που αφήνει πολλές αμφιβολίες για την αποτελεσματική (έμμεση) στήριξη της χώρας μας, στην πορεία...