Σε αυτές τις εκλογές, για την πλειοψηφία του ελληνικού λαού, οι ψευδαισθήσεις έχουν τελειώσει. Όσοι πίστεψαν ότι υπάρχουν εναλλακτικές στα μνημόνια διαψεύστηκαν οικτρά.
Με εξαίρεση πλέον μόνον εκείνους που έλκονται από το όνειρο ενός παραδείσου εκτός του ευρώ (ένα ποσοστό που φαίνεται να κινείται πέριξ του 25%, χωρίς να σημαίνει ότι αυτό θα φανεί και στην κάλπη), όλοι οι υπόλοιποι αντιλαμβάνονται ότι διακύβευμα αυτών των εκλογών είναι απλώς το ποιος θα εφαρμόσει το τρίτο μνημόνιο με τον «καλύτερο» τρόπο.
Μαζί με αυτή τη συνειδητοποίηση πορεύεται όμως και η δυσαρέσκεια. Οι υποσχέσεις για απαλλαγή από τα μνημόνια αποδείχτηκαν ανεφάρμοστες. Γι' αυτό και σημαντικό μέρος της κοινής γνώμης αισθάνεται ότι παραπλανήθηκε προεκλογικά, από όλα ανεξαιρέτως τα κόμματα που ανέλαβαν την εξουσία τα τελευταία χρόνια.
Η δυσαρέσκεια αυτή δεν έχει απλώς «ηθικό» χαρακτήρα. Η κρίση συμπιέζει ολοένα και περισσότερο το βιοτικό επίπεδο της πλειοψηφίας του κόσμου, ενώ σχεδόν όλοι αντιλαμβάνονται ότι τα νέα μέτρα που ψηφίστηκαν από τη συντριπτική πλειοψηφία της Βουλής θα χειροτερέψουν, τουλάχιστον για ένα διάστημα, την κατάσταση.
Κατά συνέπεια, τα περιθώρια για μεγαλόστομες υποσχέσεις, που έως πρότινος χάριζαν τη νίκη, είναι πια σχεδόν ανύπαρκτα. Γι' αυτό και η μεγάλη πλειονότητα των λεγόμενων «αναποφάσιστων», που μετακινούμενοι, κρίνουν κάθε φορά την εκλογική αναμέτρηση, θα πάει στην κάλπη πιστεύοντας όχι ότι θα διαλέξει το καλύτερο, αλλά το… «μη χειρότερο».
Οι ψηφοφόροι αυτοί θα συγκρίνουν δυσάρεστες ως επί το πλείστον καταστάσεις, προκειμένου να πάρουν την απόφασή τους. Κι έτσι το αποτέλεσμα είναι εξαιρετικά δύσκολο να προβλεφθεί.
Είναι δε πολύ πιθανό ότι έως το άνοιγμα της κάλπης θα επικρατήσει ανοικτός πόλεμος μεταξύ των διεκδικητών της ψήφου, ένας πόλεμος που μάλλον θα οδηγήσει και σε κτυπήματα κάτω από τη μέση, προκειμένου να αυξηθεί η προαναφερθείσα δυσαρέσκεια προς τη μία ή την άλλη πλευρά.
Κατόπιν όμως του αποτελέσματος, είναι σχεδόν βέβαιο ότι οι διαφορές θα παραμεριστούν. Πολύ απλά, διότι άλλη λύση δεν υπάρχει, χωρίς περιπέτειες για την οικονομία και την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών. Ο ρεαλισμός θα επικρατήσει, όποιο αποτέλεσμα κι αν βγάλει η δυσαρέσκεια, προκειμένου να σχηματιστεί κυβέρνηση.
Το μεγάλο ζητούμενο είναι το… μετά. Θα έχει η κυβέρνηση αυτή τα απαραίτητα στοιχεία για να εφαρμόσει το μνημόνιο, σε συνάρτηση με ένα εθνικό σχέδιο; Θα επιλεγούν οι ικανότεροι, προκειμένου να γίνουν συγκρούσεις με ομάδες συμφερόντων, να αναδιαρθρωθεί το κράτος και να επιστρέψει η Ελλάδα σε τροχιά ανάπτυξης, με ενίσχυση και της κοινωνικής συνοχής;
Ή θα επικρατήσει ξανά η λογική του «ελάχιστου κοινού παρονομαστή», με τον οποίο κινήθηκαν οι εκάστοτε «συγκυβερνήσεις» των τελευταίων ετών;