Όπως κι αν βλέπει κάποιος από ιδεολογική σκοπιά τα τεκταινόμενα στην Ουκρανία, δύο γεγονότα αναδεικνύονται πέραν πάσης αμφιβολίας.
Πρώτον, ότι ο Πούτιν είναι το είδος εκείνο του ηγέτη που αντιλαμβάνεται τις αδυναμίες των αντιπάλων του και σπεύδει να τις εκμεταλλευτεί με τόλμη.
Δεύτερον, ότι η Ρωσία μπορεί να μην είναι πλέον παγκόσμια υπερδύναμη, είναι, όμως, η μεγαλύτερη ηπειρωτική δύναμη στην Ευρώπη, με συμφέροντα που πολύ εύκολα θα μπορούσαν να έλθουν σε ευθεία αντιπαράθεση με τη Γερμανία, την Πολωνία, ή με άλλες ευρωπαϊκές δυνάμεις.
Από την πλευρά της υπόλοιπης Ευρώπης, αν υπάρχει κάτι που ανέδειξε περίτρανα η κρίση στην Ουκρανία, είναι ότι ΔΕΝ υπάρχει κανένας μηχανισμός ουσιαστικής παρέμβασης σε θέματα άμυνας και εξωτερικής πολιτικής.
Κι αν ως τώρα υπάρχει το ΝΑΤΟ για να αναπληρώνει αυτόν τον ρόλο, μέσω ενός «διευρυμένου» ορισμού των αρμοδιοτήτων του, η στροφή των ΗΠΑ προς την Ασία και τον Ειρηνικό, σε συνδυασμό με τις περικοπές των αμυντικών τους δαπανών και την «κόπωση» μετά από δύο μακροχρόνιους πολέμους, δεν εγγυάται ότι θα συνεχίσουν να υφίστανται ως λύση ανάγκης και στο μέλλον.
Η πολιτική Ομπάμα στη Μέση Ανατολή (απέναντι στη Συρία και το Ιράν) έχει ήδη ανησυχήσει τους εκεί συμμάχους των ΗΠΑ, καθώς δίνει δείγματα σταδιακής «απεξάρτησης», με τρόπο που θα ήταν ανήκουστος σε προηγούμενες δεκαετίες. Ίσως γιατί οι ΗΠΑ, μέσω των νέων τεχνολογιών εξόρυξης αλλά και του σχιστολιθικού αερίου τείνουν να ανεξαρτητοποιηθούν από το αραβικό πετρέλαιο.
Θα μπορούσε να συμβεί κάτι αντίστοιχο και στην Ευρώπη; Παρά το γεγονός ότι η πολιτική απάντηση των ΗΠΑ στα γεγονότα της Ουκρανίας ήταν σκληρότερη από αυτήν των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ίσως συμβαίνει ήδη!
Δεν είναι ιδιαίτερα γνωστό στην εντεύθεν πλευρά του Ατλαντικού, αλλά επί δεκαετίες (ακόμη και κατά την περίοδο του Ψυχρού Πολέμου) οι Αμερικανοί εκτιμούσαν ότι οι Ευρωπαίοι κρύβονται πίσω από τη στρατιωτική ισχύ των ΗΠΑ για να προασπίσουν τα συμφέροντά τους όποτε χρειάζεται (γλιτώνοντας τεράστιες αμυντικές δαπάνες, αλλά και κόστος σε αίμα), κι εν συνεχεία έκαναν και… κριτική.
Το γεγονός άλλωστε ότι στην περίπτωση της Λιβύης (καθώς και σε άλλες χώρες στη Βόρεια Αφρική) οι Ηνωμένες Πολιτείες άφησαν τους Ευρωπαίους και κυρίως τους Γάλλους να πάρουν τον πρώτο ρόλο έδωσε κάποια δείγματα γραφής.
Εν ολίγοις, το ενδεχόμενο μιας σταδιακά κι ολοένα χαλαρότερης στάσης εκ μέρους των Ηνωμένων Πολιτειών, σε θέματα που καίνε την Ευρώπη, μάλλον έχει πάψει να βρίσκεται στη σφαίρα της φαντασίας.
Σε αυτήν την περίπτωση πόσο προετοιμασμένη είναι η Ευρώπη;
Οσα συμβαίνουν σήμερα στην Ουκρανία ίσως αποτελούν το πρώτο καμπανάκι. Η συγκεκριμένη χώρα δεν είναι Γεωργία, ούτε Τσετσενία. Συνορεύει με την καρδιά της κεντρικής Ευρώπης, με χώρες όπως η Ουγγαρία, η Σλοβακία και η Πολωνία αλλά και με τη Ρουμανία και τη Μολδαβία, κράτη που έζησαν στη σοβιετική ζώνη επιρροής και ήδη νιώθουν ανασφάλεια.
Ταυτόχρονα, η Ουκρανία είναι και αγωγός μεταφοράς ενέργειας προς την Ευρώπη, ενέργειας την οποία παρέχει η Ρωσία, έχοντας ένα πρόσθετο μέσο πίεσης έναντι της δυτικής Ευρώπης (και ιδίως της Γερμανίας), το οποίο και φαίνεται να λειτουργεί άψογα σε τούτη την αντιπαράθεση.
Τα παραπάνω ακούγονται ίσως λίγο υπερβολικά μετά από δεκαετίες μιας ανήσυχης ειρήνης στην ευρωπαϊκή ήπειρο. Ποιος θα περίμενε όμως πριν από τα τέλη της δεκαετίας του 1980 ότι η Γιουγκοσλαβία θα διαμελιζόταν μέσα σε λίγα χρόνια με τόσο αιματηρό τρόπο, κι ότι το έδαφός της θα γινόταν στόχος αμερικανικών βομβαρδισμών;
Σε προηγούμενο σχόλιο είχαμε γράψει ότι η ιδέα μιας πληρέστερης «ένωσης» στην Ευρώπη ίσως δεν προχωράει όπως προχώρησε κάποτε στις Ηνωμένες Πολιτείες διότι δεν υπάρχει μια ορατή απειλή, ένας εξωτερικός κίνδυνος.
Θα ήταν σίγουρα τραβηγμένο να αποκαλέσουμε σήμερα τη Ρωσία υπαρκτό κίνδυνο για την Ευρώπη.
Ωστόσο η ανυπαρξία κοινής ευρωπαϊκής στόχευσης, αλλά και «υποδομής» για την αντιμετώπιση μιας τόσο σοβαρής κρίσης, αναδεικνύει την ένδεια της Ευρώπης σε θέματα άμυνας και εξωτερικής πολιτικής, ακριβώς όπως η κρίση χρεών ανέδειξε την ένδειά της σε οικονομικές δομές.
Κι αυτό ίσως αποδειχτεί επικίνδυνο, όχι μόνο σε επίπεδο εξωτερικών «εχθρών», αλλά κι από πλευράς εσωτερικών προσδοκιών. Διότι αν ένα υπερεθνικό σχήμα δεν μπορεί να προσφέρει ευμάρεια ούτε και ασφάλεια, ποιος ο λόγος ύπαρξής του;