Το κλειδί της επενδυτικής άμυνας

Στην ιδανική στρατηγική του μέσου επενδυτή στην παρούσα πολυσύνθετη διεθνή συγκυρία και κατ’ επέκταση στη σύνθεση του χαρτοφυλακίου αναφέρεται ο Δημήτρης Σκαπινάκης, Chief Analyst της Marfin Bank, εκτιμώντας ότι οι χρηματιστηριακές αγορές έχουν ουσιαστικά σταθεροποιηθεί στα σημερινά επίπεδά τους, χωρίς να παρουσιάζουν υπερβολικούς κινδύνους.

Το κλειδί της επενδυτικής άμυνας
του Δημήτρη Σκαπινάκη, Chief Analyst της Marfin Bank

Με το χτύπημα στη Μαδρίτη ο φόβος της τρομοκρατίας επανήλθε στο προσκήνιο, αυτή τη φορά στο ευρωπαϊκό έδαφος. Τα γεγονότα της Μαδρίτης συνέβησαν σε μία κρίσιμη στιγμή για την ευρωπαϊκή οικονομία.

Μετά από ένα απογοητευτικό 2003, όπου το ΑΕΠ της ζώνης του ευρώ έμεινε πρακτικά στάσιμο (+0,5% έναντι +3,1% στις ΗΠΑ), οι προσδοκίες έχουν μετατεθεί για το 2004 και 2005: οι συγκλίνουσες εκτιμήσεις δίνουν άνοδο 1,8% και 2,2% για τα δύο έτη αντίστοιχα.

H έκδηλη ανησυχία της κεντρικής τράπεζας (ECB) αποτυπώνεται στην έκκληση του προέδρου της, Jean - Claude Trichet, προς τους πολίτες των χωρών της ευρωζώνης να ξοδέψουν. Σε συνδυασμό με τον ελαφρά χειρότερο του αναμενομένου δείκτη IFO για τον μήνα Μάρτιο, οι Ευρωπαίοι κεντρικοί τραπεζίτες φαίνεται να προετοιμάζουν το έδαφος για μια μείωση επιτοκίων (για τελευταία φορά τα επιτόκια μειώθηκαν τον Ιούνιο του 2003).

Τα οικονομικά στοιχεία, πάντως, που δημοσιεύονται, ενισχύουν την άποψη ότι με ”ατμομηχανή” τις ΗΠΑ και την Κίνα, η παγκόσμια οικονομία ανακάμπτει, αργά αλλά μάλλον σταθερά: οι εξαγωγές της Γερμανίας και της Ιαπωνίας συνεχίζουν να αυξάνονται παρά την εξασθένιση του δολαρίου, ο δείκτης ISM στις ΗΠΑ εξακολουθεί να βρίσκεται σε επίπεδα ρεκόρ (παρά την κόπωση των τελευταίων μηνών) και οι χρόνοι εκπλήρωσης παραγγελιών έχουν αυξηθεί στο υψηλότερο σημείο από το 1973, σύμφωνα με τα στοιχεία της Κεντρικής Τράπεζας των ΗΠΑ (Fed).

Δυστυχώς, τα στοιχεία απασχόλησης σε ΗΠΑ και Ευρώπη παραμένουν ένα από τα μελανά σημεία. Η διατήρηση της ανεργίας σε υψηλά επίπεδα επιδρά αρνητικά στην καταναλωτική ζήτηση και στον βαθμό που οι εξαγωγές ή οι επενδυτικές δαπάνες των επιχειρήσεων θα σημειώσουν κάμψη (ενδεχομένως λόγω αυξημένης ανασφάλειας), το αποτέλεσμα στην ευρύτερη οικονομία θα είναι αρνητικό.

Παράγοντες που συντηρούν την αυξημένη καταναλωτική ζήτηση στις ΗΠΑ είναι οι επιστροφές - μειώσεις φόρων που υλοποιεί η κυβέρνηση των ΗΠΑ και τα χαμηλά επιτόκια. Η άνοδος στην τιμή της βενζίνης (+20% από την αρχή του χρόνου), βέβαια, έχει περιορίσει τα οφέλη σε κάποιο βαθμό. Έτσι, σε συνδυασμό με την εξάντληση των μέτρων δημοσιονομικής και νομισματικής πολιτικής και τη διατήρηση της ανεργίας σε υψηλά επίπεδα, η ανησυχία ως προς τη διατηρησιμότητα της ανάπτυξης, αν δεν υπάρξει άνοδος των επενδύσεων από τις επιχειρήσεις, συντηρείται.

Η συνεισφορά της Κίνας στην παγκόσμια ανάπτυξη είναι αναμφισβήτητη. Το 2003 η χώρα κατανάλωσε το 40% της παγκόσμιας παραγωγής τσιμέντου, το 25% της παγκόσμιας παραγωγής αλουμινίου, το 7% του πετρελαίου κ.λπ. Το 2003 το ΑΕΠ μεγάλωσε 9,1% και το 2004 η εκτίμηση είναι για 7,8%.

Οι αρχές της χώρας, φοβούμενες την υπερθέρμανση της οικονομίας, έχουν αρχίσει να εφαρμόζουν ολοένα και πιο περιοριστική πολιτική. Την προηγούμενη εβδομάδα ανακοίνωσαν αύξηση των υποχρεωτικών καταθέσεων στην κεντρική τράπεζα από τις εμπορικές τράπεζες, με σκοπό να μειωθεί ο δανεισμός προς τις επιχειρήσεις. Έτσι, επανέρχεται στο προσκήνιο το θέμα της διατηρησιμότητας ή μη της ανάπτυξης της κινεζικής οικονομίας και των επιπτώσεων που θα έχει η μείωση του ρυθμού ανόδου της στις χώρες της Ασίας, στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ.

Αποτίμηση των αγορών μετοχών

Στο επίπεδο των επιχειρήσεων, η αναμενόμενη ανά μετοχή κερδοφορία προβλέπεται να αυξηθεί το 2004 κατά 12,2% στην Ευρώπη, κατά 12,3% στις ΗΠΑ και 14,9% στην Ιαπωνία (συγκλίνουσες εκτιμήσεις αναλυτών), με εξαίρεση τις εταιρείες του κλάδου τεχνολογίας, για τις οποίες οι εκτιμήσεις των αναλυτών είναι στο +33%.

Επιπλέον, η προβλεπόμενη άνοδος της κερδοφορίας δεν προκύπτει από τη θεαματική βελτίωση των πωλήσεων, αλλά από την αυξημένη λειτουργική μόχλευση, αποτέλεσμα της σημαντικής μείωσης του κόστους που έχει συντελεσθεί τα τελευταία χρόνια.

Παράλληλα, με εξαίρεση τον κλάδο της τεχνολογίας, όπου οι μετοχές διαπραγματεύονται 28 φορές τα προβλεπόμενα κέρδη του 2004, οι υπόλοιποι κλάδοι διαπραγματεύονται με P/E συμβατά σε γενικές γραμμές με τους ρυθμούς ανάπτυξής τους. Οι αποτιμήσεις των αναλυτών συγκλίνουν σε Ρ/Ε 14,34 για την Ευρώπη, 19,10 για τις ΗΠΑ και 21,79 για την Ιαπωνία.

Ειδικά για την Ιαπωνία, ύστερα από πολλά χρόνια ύφεσης, οι αναλυτές υποστηρίζουν ότι η ανάκαμψη εδραιώνεται και η οικονομία έπειτα από μια περίοδο έντονης εξαγωγικής ανάπτυξης εισέρχεται σε μια περίοδο έντονης αύξησης της κατανάλωσης.

Με δεδομένο ότι δεν προβλέπουμε να ανέβουν σύντομα τα επιτόκια (αντίθετα στην ευρωζώνη υπάρχει η πιθανότητα μείωσής τους), τα παραπάνω παραπέμπουν σε μία κατάσταση δίκαιης αποτίμησης των αγορών, με περιορισμένες δυνατότητες ανόδου, αλλά αντίστοιχα και περιορισμένες δυνατότητες πτώσης, ειδικά αν λάβει κανείς υπόψη τις μαζικές εισροές κεφαλαίων στα Αμοιβαία Κεφάλαια των ΗΠΑ.

Η επαναφορά της τρομοκρατίας στο προσκήνιο θα μπορούσε να ανατρέψει την παραπάνω εικόνα με τρεις τρόπους: α) αυξάνοντας την απροθυμία των επενδυτών να τοποθετηθούν σε μετοχές, β) απορροφώντας πόρους για την καταπολέμησή της, οι οποίοι θα ήταν ιδιαίτερα χρήσιμοι για την ενίσχυση της ανάκαμψης και γ) πλήττοντας τον τουρισμό, έναν κλάδο με σημαντική συνεισφορά στο παγκόσμιο ΑΕΠ.

Θα πρέπει να σημειωθεί ότι ειδικά στη ζώνη του ευρώ η Eurostat εκτιμά ότι στα ξενοδοχεία και στα εστιατόρια της Ισπανίας και της Ελλάδας ξοδεύεται περίπου το 8% του ΑΕΠ της κάθε χώρας.

Η διαμόρφωση ισορροπημένου χαρτοφυλακίου

Παρ’ όλο που οι κυβερνήσεις προσπαθούν να στηρίξουν τις οικονομίες τους με μέτρα δημοσιονομικής και νομισματικής πολιτικής, ο μόνος τρόπος που έχει ο μέσος επενδυτής για να προφυλαχθεί από τις γεωπολιτικές και άλλες αβεβαιότητες του σημερινού οικονομικού περιβάλλοντος είναι η διαφοροποίηση του χαρτοφυλακίου του με σκοπό να μειώσει τους επενδυτικούς κινδύνους που αναλαμβάνει.

Μέσα στο πλαίσιο αυτό, η επενδυτική στρατηγική που ακολουθεί ο όμιλος Marfin στηρίζεται σε τρεις πυλώνες αξιολόγησης:

* Οι γεωπολιτικοί κίνδυνοι είναι ιδιαίτερα αυξημένοι και απρόβλεπτοι ως προς τη χρονική περίοδο εμφάνισής τους και τις επιπτώσεις τους.

* Οι χρηματιστηριακές αγορές έχουν ουσιαστικά σταθεροποιηθεί στα σημερινά επίπεδά τους, χωρίς να παρουσιάζουν υπερβολικούς κινδύνους είτε για εντυπωσιακή άνοδο είτε για απότομη πτώση, ως προς τα βασικά οικονομικά δεδομένα.

* Στο χαρτοφυλάκιο του μέσου επενδυτή πρέπει να βρίσκονται ομόλογα τα οποία σε συνθήκες αβεβαιότητας λειτουργούν ως ασφαλές καταφύγιο, ενώ παράλληλα προσφέρουν την προοπτική ικανοποιητικής αναλογικά απόδοσης.

Σε εφαρμογή της στρατηγικής αυτής, το χαρτοφυλάκιο ενός μέσου επενδυτή θα έπρεπε να είχε την ακόλουθη κατανομή κεφαλαίων: 30% επενδυμένο σε μετοχές εσωτερικού και εξωτερικού, 35% επενδυμένο σε ομόλογα, και 35% επενδυμένο σε μετρητά.

Σημειώνεται ότι σχετικά με τα ομόλογα, δεδομένων των μειωμένων αποδόσεων και των υψηλών τιμών αντιστοίχως, συνιστάται η επένδυση σε ομόλογα βραχυπρόθεσμης λήξης, δηλαδή μέχρι 3 χρόνια.


Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v