Σύμφωνα με τις συγκλίνουσες απόψεις παραγόντων της Αγοράς, το 2016 ήταν χρονιά μετοχών και όχι δεικτών, καθώς ο Γενικός Δείκτης, κυριολεκτικά στο "φίνις" απέφυγε την τρίτη συνεχόμενη πτωτική χρονιά, με οριακά κέρδη 1,95%, ενώ ο κλαδικός δείκτης των Τραπεζών συμπλήρωσε και έβδομο συνεχόμενο αρνητικό έτος, με ετήσιες απώλειες 28,89% και επταετείς απώλειες 99,84%.
Αντ' αυτού, επιμέρους τίτλοι σημείωσαν μέσα στον χρόνο που έληξε συνεχόμενα ιστορικά υψηλά (Jumbo, FHL Κυριακίδης), ή πολυετή υψηλά (Πλ. Θράκης, Πλ. Κρήτης, Σαράντης, Motor Oil κ.λπ.).
Όλα δείχνουν ότι η μεταβλητότητα "ήλθε για να μείνει" στο Χ.Α., τουλάχιστον μέχρι να ολοκληρωθεί η αξιολόγηση και να αποκτήσει μεγαλύτερη ορατότητα η Αγορά, και οι περισσότεροι από τους επαγγελματίες του χώρου αφήνουν τον τραπεζικό κλάδο στους ημερήσιους traders και παραμένουν με εστιασμένη την προσοχή τους σε εταιρείες που παρουσίασαν αξιοπρόσεκτες αντοχές όλα τα προηγούμενα χρόνια της ύφεσης.
Εφιστάται η προσοχή στον διεθνή παράγοντα. Οι τέσσερις εκλογικές αναμετρήσεις για την ανάδειξη νέων πολιτικών ηγεσιών σε Ολλανδία, Γαλλία, Γερμανία και πιθανά στην Ιταλία δεσπόζουν σαν κυρίαρχα θέματα στο ευρωπαϊκό προσκήνιο, παραμένει αξιοπρόσεκτο ερώτημα η "συμπεριφορά" των Κεντρικών Τραπεζών ανά τον κόσμο, ενώ η προεδρία Trump στην Αμερική αναμένεται να δώσει νέες κατευθυντήριες γραμμές στο οικονομικό και γεωπολιτικό πεδίο της άσκησης της πολιτικής.
Δημήτρης Τζάνας, Διευθυντής Επενδύσεων Κύκλος ΑΧΕΠΕΥ
Επιτόπιο τροχάδην κατέγραψε το Ελληνικό Χρηματιστήριο την παρελθούσα χρονιά, με οριακά κέρδη 1,95%, λόγω κυρίως της ανοδικής κίνησης κατά την τελευταία συνεδρίαση του έτους, διακόπτοντας την πολυετή υποχώρησή του (-87,6% σε σχέση με το τέλος του 2007). Αυτό ωστόσο ήταν το αποτέλεσμα της αντίθετης κίνησης ανάμεσα στον τραπεζικό δείκτη, που συνέχισε να καταγράφει υψηλή υποχώρηση, και των λοιπών δεικτοβαρών μετοχών της υψηλής κεφαλαιοποίησης, που με την ανοδική κίνησή τους αντιστάθμισαν τις τραπεζικές απώλειες.
Παράλληλα, ωστόσο, αρνητικός ήταν ο απολογισμός σε επίπεδο κεφαλαιοποίησης ως προς το ΑΕΠ, που κατέγραψε περαιτέρω υποχώρηση (24,8% έναντι 26,5% στο τέλος του 2015 και 79,8% στο τέλος του 2007), σε επίπεδο περαιτέρω υποχώρησης της ημερήσιας αξίας των συναλλαγών (-30% σε σχέση με το 2015, -87,5% σε σχέση με το 2007), σε επίπεδο αριθμού ενεργών μερίδων (μόλις 15,6 χιλ. τον Νοέμβριο, -85% σε σχέση με το 2007) λόγω της απενεργοποίησής τους και σε επίπεδο αριθμού διαπραγματευομένων τίτλων καθώς το delisting μετοχών συνεχίστηκε.
Οι εξελίξεις αυτές οφείλουν να μεταφέρουν στο σύνολο της Επενδυτικής Κοινότητας, στις Εποπτικές Αρχές και στην Πολιτεία, την αίσθηση ότι στο αμέσως προσεχές διάστημα οφείλουν να υπάρξουν δραστικές παρεμβάσεις σε σχέση με το περιεχόμενο του θεσμού του Χρηματιστηρίου, αν είναι επιθυμητή η συνέχιση της εκπλήρωσης της αποστολής του.
Η χρονιά που έληξε, μπορεί να χωριστεί σε τέσσερις περιόδους, που είχαν σαφώς διακριτά χαρακτηριστικά μεταξύ τους:
Η πρώτη περίοδος περιλαμβάνει το ξεκίνημα του έτους και ολοκληρώνεται την 11η Φεβρουαρίου, οπότε ο Γ.Δ. καταγράφει την ελάχιστη απόδοση έτους, στις 440 μονάδες (χαμηλότερη επίδοση από τον Σεπτέμβρη 1989!). Την περίοδο αυτή καταγράφεται αρνητικό “January effect” και το κλίμα επιβαρύνεται εξαιτίας της κινεζικής απειλής, της χαμηλής τιμής του πετρελαίου και της όξυνσης γύρω από το προσφυγικό πρόβλημα.
Η δεύτερη περίοδος ξεκινάει από τα μέσα Φεβρουαρίου και ολοκληρώνεται με το βρετανικό δημοψήφισμα, γνωστό ως "Brexit". Την περίοδο αυτή συντελείται μετάταξη του Ελληνικού Χρηματιστηρίου στις Αναδυόμενες Αγορές, με την ολοκλήρωση της διαδικασίας του μετοχικού rebalancing από τον οίκο FTSE.
Έτσι, 22 μετοχές συμμετέχουν πλέον στους δείκτες υψηλής, μεσαίας και μικρής κεφαλαιοποίησης, μετοχές μέσω των οποίων δραστηριοποιούνται πλέον στο Ελληνικό Χρηματιστήριο τα funds του εξωτερικού. Την περίοδο αυτή καταγράφεται η μέγιστη επίδοση έτους, ύψους 660 μονάδων, στις 8 Ιουνίου, καθώς εκτρέφονται αισιόδοξες προσδοκίες τόσο για την έκβαση του Eurogroup, όσο και για το αποτέλεσμα του βρετανικού δημοψηφίσματος.
Η τρίτη περίοδος ξεκινά με τη δραστική υποχώρηση του Γ.Δ., αμέσως μετά το "Brexit", σε αντίθεση με τις άλλες Διεθνείς Αγορές. Στη συνέχεια, το ελληνικό Χρηματιστήριο σημειώνει συσσώρευση διάρκειας 4 περίπου μηνών, κινούμενο με χαμηλούς όγκους και εκδηλώνοντας χαμηλή μεταβλητότητα, αν και τον Ιούλιο εκδηλώνεται σοβαρό τρομοκρατικό χτύπημα στη Γαλλία και το αποτυχημένο πραξικόπημα στην Τουρκία. Η υποτονικότητα αυτή ολοκληρώνεται στις αρχές Νοεμβρίου, οπότε και εκλέγεται ο Trump ως νέος πρόεδρος των ΗΠΑ.
Τότε ξεκινάει η τέταρτη περίοδος, κατά την οποία το ελληνικό Χρηματιστήριο συντονίζεται με την ανοδική κίνηση των Διεθνών Αγορών. Η συντελούμενη στροφή από τα ομόλογα στις μετοχές οδηγεί σε μείωση των αποδόσεων των ελληνικών ομολόγων (σε αντίθεση με την ανοδική κίνηση των αποδόσεων των πολυετών ομολόγων διεθνώς) και σε αυξημένες τοποθετήσεις σε ελληνικούς τίτλους.
Έτσι, οι αποτιμήσεις των τραπεζικών μετοχών κινούνται ανοδικά και οι τιμές προσεγγίζουν, κάπως, εκείνες των περσινών ΑΜΚ, επίπεδα στα οποία είχαν φτάσει στις αρχές Ιουνίου, με τη μετοχή της Alpha να είναι ακόμα υψηλότερα τότε.
Ωστόσο, οι εξελίξεις γύρω από τη δεύτερη αξιολόγηση και οι προσδοκίες σύντομης ολοκλήρωσής της δεν εκπληρώνονται, διαμορφώνοντας αβεβαιότητα τόσο σε σχέση με τον τελικό χρόνο ολοκλήρωσής της, όσο και σε σχέση με τη χρονική στιγμή που τα ελληνικά ομόλογα θα ενταχθούν στη διαδικασία ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ.
Η πορεία του ελληνικού χρηματιστηρίου το 2017 θα προσδιορισθεί από δύο κατηγορίες παραγόντων, εκείνους που αφορούν τις εσωτερικές εξελίξεις και εκείνους που αφορούν το εξωτερικό περιβάλλον.
Τα του εσωτερικού περιβάλλοντος είναι κρισιμότερα, λαμβάνοντας υπόψη την κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει, καθώς η τιμολόγηση των δεικτών (ιδιαίτερα του Τραπεζικού), η συναλλακτική αποχή, η απομείωση των επενδυτικών επιλογών και η συμμετοχή μιας μικρής κατηγορίας επενδυτών με αποκλειστικά βραχυπρόθεσμο επενδυτικό ορίζοντα, έχουν οδηγήσει τον θεσμό σε απαξίωση.
Έτσι, η ολοκλήρωση της 2ης αξιολόγησης, η ισχύς των βραχυπρόθεσμων μέτρων για το χρέος και η επιτάχυνση της ένταξης των ελληνικών ομολόγων στην ποσοτική χαλάρωση είναι προτεραιότητες που πρέπει να ολοκληρωθούν το ταχύτερο (εντός του Ιανουαρίου), κυριολεκτικά όρος επιβίωσης, αφού εναλλακτικά θα αναζωπυρωθούν πάλι "άλλα σενάρια" ενόψει των υψηλών δανειακών αναγκών που υπάρχουν στη συνέχεια.
Όμως, η επανεκκίνηση της ελληνικής οικονομίας, που κατά τις εκτιμήσεις και των διεθνών οργανισμών θα κινηθεί με θετικό πρόσημο το 2017, είναι μια διαδικασία που απαιτεί πρόσθετες δράσεις για να γίνει αντιληπτή από ευρύτερα κοινωνικά στρώματα, καθώς η παρατεταμένη ύφεση έχει οδηγήσει ήδη σε εκτεταμένη πτωχοποίηση. Συγκεκριμένα, απαιτούνται εμπροσθοβαρείς δράσεις που θα οδηγήσουν σε υλοποίηση διαρθρωτικών αλλαγών, όπως η άμεση μεταβίβαση περιουσιακών στοιχείων (ενεργητικού εταιρειών, ακινήτων) αποκρατικοποιήσεις με υλοποίηση επενδυτικού σχεδίου και νέα έργα υποδομής.
Οι δράσεις αυτές απαιτούν με τη σειρά τους ένα διαφορετικό επιχειρηματικό περιβάλλον, με χαμηλότερη, μεταξύ άλλων, φορολογία και θεσμικές αλλαγές που θα επιτρέπουν την ευελιξία. Η προώθηση των σημαντικών αποκρατικοποιήσεων, όπως το Ελληνικό και η προώθηση των διαδικασιών μεταβίβασης/αναδιάρθρωσης των πάνω από 100 δισ. ευρώ "κόκκινων" δανείων από τις συστημικές και τις λοιπές τράπεζες, σύμφωνα με τα πλάνα που έχουν κατατεθεί στην Τράπεζα της Ελλάδος, είναι κρίσιμης σημασίας για το 2017.
Η ταχεία υλοποίησή τους θα αλλάξει το οικονομικό τοπίο και θα διαμορφώσει προϋποθέσεις να εμπλουτιστεί το Χρηματιστήριο με νέες επενδυτικές επιλογές. Η περαιτέρω καθυστέρηση, αντιθέτως, αν συνεχιστεί η εσωστρέφεια που συντηρείται, θα οδηγήσει τις Τράπεζες σε νέα αδιέξοδα και σε διαδικασίες νέων ανακεφαλαιοποιήσεων, καθώς θα προστίθενται νέες επισφάλειες στις ήδη υπάρχουσες.
Πόσο πιθανή είναι η εκπλήρωση των προϋποθέσεων που θα επαναφέρουν την ελληνική οικονομία στην κανονικότητα, ώστε να διαγραφεί ως ορατή η δυνατότητα να επιδιωχθεί η άντληση κεφαλαίων από τις Αγορές, όπως για τελευταία φορά είχε συμβεί τον Απρίλιο 2014;
H απάντηση σχετίζεται μάλλον με τον βαθμό αισιοδοξίας που μπορεί να υιοθετήσει ο αναλυτής, παρά με τη νηφάλια αξιολόγηση των παρόντων δεδομένων που διαμορφώνουν συνθήκες επανόδου ακόμη και του πολιτικού κινδύνου για τη χώρα (ενδεχόμενο πρόωρων εκλογών), εξαιτίας του χαμηλού βαθμού ορατότητας.
Το κλίμα αυτό επιτείνεται από τις συνθήκες του εξωτερικού περιβάλλοντος και με τις Διεθνείς Αγορές να καταγράφουν αποτιμήσεις με ιστορικά ρεκόρ και χαρακτηριστικά τουλάχιστον υπερτίμησης!
Ειδικότερα, η παγκόσμια οικονομία κληρονομεί από το 2016 δύο απειλές που συντελέστηκαν παρά τις αντίθετες δημοσκοπικά προβλέψεις:
Η πρώτη αφορά στο "Brexit" που αποφάσισαν οι Βρετανοί τον περασμένο Ιούνιο. Μέχρι το τέλος του 1ου τριμήνου του 2017, η Βρετανία οφείλει να δρομολογήσει τις σχετικές διαδικασίες που θα οδηγήσουν στη φάση των απρόβλεπτης διάρκειας διαπραγματεύσεων με την Ε.Ε., με απροσδιόριστο αποτέλεσμα και με τα εγκυρότερα think tanks να επισημαίνουν τις βλαπτικές συνέπειες τόσο για τη βρετανική όσο και την ευρωπαϊκή οικονομία.
Όμως, το "Brexit" άνοιξε παράλληλα και τον οδικό χάρτη του αντισυστημικού λαϊκισμού, με τις εθνικές ταυτότητες να επανέρχονται στην Ευρώπη. Έτσι, οι εκλογές της Ολλανδίας, της Γαλλίας και της Γερμανίας θα αποτελέσουν ένα ισχυρό "τεστ" από το οποίο θα φανεί η αντοχή της συνοχής του Ευρωπαϊκού Οικοδομήματος. Ήδη, ελέω της γερμανικής ακαμψίας, η αρχιτεκτονική της Νομισματικής Ένωσης είναι προβληματική, αφού η γερμανική άρνηση για μια διαφορετική δημοσιονομική πολιτική, για δρομολόγηση της αμοιβαιοποίησης του ευρωπαϊκού χρέους και για μια λειτουργική Τραπεζική Ένωση, συνιστά ορατή απειλή για την Ευρωζώνη, με την Ιταλία να βρίσκεται στο μεταίχμιο εξελίξεων ενόψει της σοβαρής τραπεζικής κρίσης που βιώνει.
Η δεύτερη αφορά την εκλογή Trump στις ΗΠΑ. Οι αγορές έσπευσαν να προεξοφλήσουν την εφαρμογή πακέτου μέτρων (trumpflation), με συνδυασμό αυξημένων δαπανών και μειωμένων φόρων, οδηγώντας σε σημαντική στροφή από τα ομόλογα (οι αποδόσεις των οποίων αυξήθηκαν) σε μετοχικούς τίτλους, θεωρώντας ότι θα τονωθεί η ανάπτυξη. Χρειάζεται ωστόσο να επιβεβαιωθεί το παραπάνω, αφού η διακυβέρνηση θα ξεκινήσει μετά τις 20 Ιανουαρίου.
Στο μεταξύ, οι εξαγγελίες για τα ζητήματα της εμπορικής πολιτικής συνιστούν εμφανείς απειλές κατά της παγκοσμιοποίησης και υπέρ της επανόδου του προστατευτισμού, εξέλιξη πολλαπλά βλαπτική για την παγκόσμια οικονομία. Θα χρειαστεί, επομένως, χρόνος για να εξειδικευθούν οι πολιτικές του νέου προέδρου σε όλα τα επίπεδα και να αξιολογηθούν οι συνέπειες.
Ιδιαίτερης σημασίας θα είναι και η νομισματική πολιτική της Federal Reserve, που κατά τις εκτιμήσεις των αναλυτών θα προχωρήσει σε 3 περίπου αναπροσαρμογές των παρεμβατικών επιτοκίων του δολαρίου, εξέλιξη που αν συμβεί, θα ισχυροποιήσει το δολάριο διαμορφώνοντας ισοτιμία της τάξης του 1 προς 1 με το ευρώ, που θα διατηρήσει τα μηδενικά του επιτόκια καθώς η ποσοτική χαλάρωση συνεχίζεται.
Παράλληλα, οι απειλές για την παγκόσμια οικονομία συμπληρώνονται από τη συνεχιζόμενη εκδήλωση τυφλών τρομοκρατικών κτυπημάτων σε ευρωπαϊκά, κυρίως αστικά κέντρα και τα γεωπολιτικά ζητήματα που οξύνθηκαν το 2016. Ειδικότερα, η κρίση της Συρίας έφερε την ενεργότερη παρουσία των Ρώσων στη Μ. Ανατολή, ενώ το αποτυχημένο πραξικόπημα στην Τουρκία έναν "νέο Ερντογάν" με επιθετικές δράσεις, τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό, που διαμορφώνουν προϋποθέσεις ακόμη και ενός "θερμού" επεισοδίου στο Αιγαίο !
Τα δεδομένα του εξωτερικού περιβάλλοντος πιστοποιούν ότι το 2017 θα είναι ένα έτος με ανοικτά όλα τα ενδεχόμενα.
Οι κεντρικές τράπεζες των ΗΠΑ, της Ε.Ε., της Ιαπωνίας, κυρίως, και τα "δυνατά χέρια" των ανά τον κόσμο επενδυτικών φορέων, απέδειξαν ότι είναι σε εγρήγορση για την αντιμετώπιση των κάθε μορφής κινδύνων που μπορεί να εκδηλωθούν.
Ωστόσο, ουδείς μπορεί να προεξοφλεί ότι η διαδικασία αυτή αενάως θα συνεχίζεται όταν μάλιστα το ενεργητικό των κεντρικών τραπεζών γιγαντώνεται συνέχεια ως ποσοστό του ΑΕΠ. Απαιτούνται και άλλες δράσεις που θα αντιμετωπίσουν επιτυχώς το συνολικό χρέος και θα ανακυκλώσουν τα τεράστια αποθησαυρισμένα διαθέσιμα που κατέχει μικρός αριθμός κρατών, πολυεθνικών εταιρειών και ιδιωτών και ενώ λιγότερο από το 3% του πληθυσμού ελέγχει πάνω από το 97% του πλούτου. Δράσεις που απαιτούν την παγκόσμια συνεννόηση, διαδικασία που μάλλον κινείται σε αντίθετη κατεύθυνση επί του παρόντος, καθώς μόνο γύρω από το πετρέλαιο υπήρξαν πρόσφατα συμφωνίες οδηγώντας σε σταθεροποίηση της τιμής του.
Καταληκτικά, το ελληνικό χρηματιστήριο θα βιώσει ισχυρές δόσεις μεταβλητότητας και το 2017. Στο θετικό σενάριο εσωτερικών εξελίξεων και εφόσον οι εξωτερικές εξελίξεις δεν επιδεινώνονται, η ανοδική κίνηση είναι προδιαγεγραμμένη και ίσως με εκρηκτικό ρυθμό. Όμως, στα εναλλακτικά σενάρια, στα οποία συντηρείται η στασιμότητα και οι εξωτερικές συνθήκες ενδεχομένως επιδεινώνονται, οι παθογένειες της ρηχής ελληνικής αγοράς μπορεί να οδηγήσουν σε δραματικές εξελίξεις την αγορά μας. Απολύτως αχαρτογράφητο είναι το σκηνικό που περιλαμβάνει ραγδαίες πολιτικές εξελίξεις μέσω πρόωρων εκλογών, με θετικό ενδεχόμενο μόνο εκείνο που οδηγεί σε πολιτική αυτοδυναμία.
Ωστόσο, το παρελθόν έδειξε ότι οι "καλές εταιρείες" του ελληνικού χρηματιστηρίου επέδειξαν την τελευταία εξαετία αξιοθαύμαστη αντοχή. Μπορεί δε να υποστηριχθεί ότι η παλέτα των εταιρειών με υγιή θεμελιώδη, κερδοφορία, υψηλές μερισματικές αποδόσεις, αποτελεσματική διοίκηση και εξωστρεφή στρατηγική, αποτέλεσαν τη μοναδικό επενδυτικό "καταφύγιο" όταν τα Κρατικά ομόλογα "κουρεύτηκαν", τα ακίνητα απαξιώθηκαν, οι καταθέσεις πάγωσαν, πολλές επιχειρηματικές συμμετοχές εξαϋλώθηκαν και οι αποταμιευτές αποφάσιζαν ότι τα ευφάνταστα δικά τους επενδυτικά καταφύγια θα προστατεύσουν τα μετρητά τους.
Εταιρειών υψηλής, κυρίως, αλλά και μεσαίας/μικρής κεφαλαιοποίησης, πλην τραπεζών μέχρι νεωτέρας, που οι αναλυτές έχουν πολλές φορές επισημάνει στις παρουσιάσεις τους με ευρύ consensus για εκείνες που πρέπει να συμπεριληφθούν.
«Stock - picking» λοιπόν καλών εταιρειών και για το δύσκολο νέο έτος που έχουμε μπροστά μας!
Πέτρος Στεριώτης, Διευθυντής Παραγώγων Nuntius Sec.
Για το ελληνικό χρηματιστήριο άλλο ένα δύσκολο έτος έφτασε στο τέλος του. Η ετήσια απόδοση του Γενικού Δείκτη ήταν αρνητική στο μεγαλύτερο μέρος της χρονιάς, αλλά το "ντεμαράζ" των αγοραστών από τον Ιούλιο και έπειτα έφερε τον Γενικό Δείκτη οριακά ψηλότερα από τα επίπεδα με τα οποία έκλεισε το 2015.
Με τη χώρα να βρίσκεται ακόμη σε καθεστώς Μνημονίου, το επενδυτικό ενδιαφέρον όσων επενδύουν σε ελληνικές μετοχές και ομόλογα επικεντρώνεται στη σχέση με τους δανειστές και με τις απόψεις να διίστανται σχετικά με το αν και πότε μπορούν να επιτευχθούν ικανοποιητικοί ρυθμοί ανάπτυξης μετά από τόσα χρόνια ύφεσης.
Πιθανή συνέχιση των παλινδρομήσεων στα του ελληνικού προγράμματος θα καθυστερήσουν τον χρόνο και θα περιορίσουν τη δυναμική της εξόδου από την κρίση.
Με βάση το "ρίσκο χώρας" εκτιμούμε ότι και το 2017 θα είναι έτος υψηλής χρηματιστηριακής μεταβλητότητας, γεγονός που μπορεί να προσφέρει σημαντικές επενδυτικές ευκαιρίες, σε περίπτωση εκπλήρωσης των αισιόδοξων προοπτικών για άμεση ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης, παραμονή του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα, αποδοχή από την ΕΚΤ των ελληνικών ομολόγων στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης, λήψη μέτρων ελάφρυνσης του χρέους και έξοδο στις ομολογιακές αγορές.
Αντιθέτως, μη πραγματοποίηση των παραπάνω ή εμφάνιση νέων αρνητικών εκπλήξεων, θα συντηρήσει την επενδυτική αβεβαιότητα και θα πιέσει την πιστοληπτική διαβάθμιση της χώρας από τους οίκους αξιολόγησης.
Οι επενδυτές θα πρέπει να είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί, καθώς και σε φάσεις του 2016 το Χ.Α. "έτρεξε" προεξοφλώντας θετικές μακροοικονομικές και πολιτικές εξελίξεις, για να "μείνει ξεκρέμαστο" στη συνέχεια, λόγω αδυναμίας λήψης και προώθησης των απαιτούμενων πολιτικών αποφάσεων.
Σε κάθε περίπτωση, το υψηλό beta του Χ.Α. αλλά και η συγκριτικά με άλλες ευρωπαϊκές Αγορές υψηλή ενδοημερήσια μεταβλητότητα αποτρέπουν εύρωστα συντηρητικά χαρτοφυλάκια από την έκθεση σε αυτό.
Στο επίκεντρο θα βρεθεί η πορεία των μακροοικονομικών μεγεθών και ειδικότερα του ΑΕΠ και της επιχειρηματικής εμπιστοσύνης, μετά από σειρά ετών ύφεσης. Η πραγματική οικονομία βρίσκεται σε κρίσιμο σταυροδρόμι, με τους δείκτες ανεργίας να βρίσκονται σε υψηλά επίπεδα και την υπερφορολόγηση που επιβάλλεται σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις να πλήττει κατανάλωση και επενδύσεις. Σημαντική θα είναι η επίπτωση που θα έχει το πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων στο διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών και στην επιχειρηματική εμπιστοσύνη και κατ’ επέκταση στην επίτευξη ή μη των συμπεφωνημένων στόχων του προϋπολογισμού.
Σε επίπεδο τραπεζών, η αυστηρότητα των κεφαλαιακών ελέγχων και η διαχείριση της μη εξυπηρετούμενης έκθεσης θα επηρεάσει την εμπιστοσύνη επενδυτών και καταθετών προς το τραπεζικό σύστημα, σε ό,τι αφορά τόσο στην αποτίμηση των μετοχών, όσο και την εισροή καταθέσεων.
Οι ισολογισμοί των τραπεζικών ιδρυμάτων καλούνται να αντιμετωπίσουν σειρά προκλήσεων, όπως διαγραφές δανείων, προβλέψεις, πιέσεις στα περιθώρια κέρδους λόγω κινήσεων αναδιάρθρωσης λειτουργικού κόστους και ρευστοποίησης τμημάτων του επενδυτικού τους χαρτοφυλακίου. Μεγάλη σημασία θα έχει το "κόστος του χρήματος" μέσω της έκθεσης των τραπεζών στον μηχανισμό του ELA. Όλα τα παραπάνω αναμένεται να επηρεάσουν την ανάγκη για νέες ΑΜΚ, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τα ήδη επενδεδυμένα χαρτοφυλάκια.
Το υψηλότερο κόστος του χρήματος στο οποίο "υποβάλλονται" οι ελληνικές επιχειρήσεις, σε σύγκριση με τις ευρωπαϊκές, καθώς και το καθεστώς υπερφορολόγησης στην ελληνική οικονομία παραμένουν δύο από τους κυριότερους παράγοντες μείωσης της ανταγωνιστικότητας των εγχώριων επιχειρήσεων.
Στο θετικό σενάριο, οι μεγαλύτερες ελληνικές εταιρείες θα μπορούσαν να επωφεληθούν από την εν εξελίξει υποχώρηση της ισοτιμίας του ευρώ έναντι άλλων νομισμάτων και να συνεχίσουν να έχουν πρόσβαση σε δανεισμό μέσω των ομολογιακών αγορών του εξωτερικού, τη στιγμή που η ελληνική αγορά εταιρικών ομολόγων αναμένεται να αναπτυχθεί.
Οι εξελίξεις στα παραπάνω μέτωπα θα επηρεάσουν τόσο τις τιμές των μετοχών όσο και των ελληνικών ομολόγων, κρατικών και εταιρικών, με τις τιμές-στόχους των Διεθνών Οίκων και τη διάθεση των επενδυτών για ανάληψη ρίσκου στο Χ.Α. να αναπροσαρμόζονται αντίστοιχα.
Σε επίπεδο επιμέρους τίτλων, οι επενδυτές καλούνται να επιλέξουν τίτλους εταιρειών που έχουν έντονο εξαγωγικό χαρακτήρα και ισχυρά μερίδια Αγοράς και οι οποίες διαπραγματεύονται με ελκυστικές αποτιμήσεις σε όρους κερδοφορίας (Ρ/Ε) και λογιστικής αξίας (P/BV), παρουσιάζουν αυξητική τάση στα κέρδη και ανακοινώνουν θετικό guidance (προβλέψεις Διοίκησης).
Πολλοί αναλυτές υπολογίζουν ότι επιλεγμένοι τίτλοι είναι "υποτιμημένοι" σε όρους θεμελιώδους ανάλυσης, σε σχέση με αυτούς των αντίστοιχων κλάδων της Ευρωζώνης. Ακόμη, ενδιαφέρον παρουσιάζουν μετοχές που προσφέρουν υψηλές μερισματικές αποδόσεις και προβλέπεται ότι θα προχωρήσουν σε επιστροφές κεφαλαίου.
Ας μην ξεχνάμε το χαμηλό επίπεδο στο οποίο βρίσκονται τα επιτόκια των προθεσμιακών καταθέσεων, γεγονός που "αναγκάζει" κεφάλαια που δραστηριοποιούνται στη χώρα να αναζητήσουν αποδόσεις και στις Αγορές μετοχών. Από άποψη τεχνικής ανάλυσης, θεωρητικά τουλάχιστον, το προβάδισμα έχουν τίτλοι που βρίσκονται ήδη σε ανοδική τάση και καταγράφουν υψηλά αρκετών εβδομάδων.
Επειδή, βέβαια, καμία κεφαλαιαγορά δεν είναι αποκομμένη από τις διεθνείς εξελίξεις, ενδιαφέρον θα έχει η αντίδραση των επενδυτών στις γεωπολιτικές εξελίξεις, όπως π.χ. το αποτέλεσμα των εκλογικών αναμετρήσεων στην Ευρωζώνη, οι αποφάσεις δημοσιονομικής πολιτικής του νέου Προέδρου των ΗΠΑ, η ταχύτητα αύξησης των Αμερικάνικων επιτοκίων, η διάθεση της ΕΚΤ και των υπόλοιπων Κεντρικών Τραπεζών να επεκτείνουν τα προγράμματα νομισματικής χαλάρωσης, οι ρυθμοί ανάπτυξης της Κίνας, η πορεία των τιμών των Εμπορευμάτων, οι πολεμικές συγκρούσεις και τα τρομοκρατικά χτυπήματα.
Η έκθεση του Χ.Α. σε εξωγενή ρίσκα είναι δεδομένη και χρειάζεται να λαμβάνεται σοβαρά υπόψη και το 2017.
Λουκάς Παπαϊωάννου, Head Corporate Officer Fast Finance ΑΕΠΕΥ
To 2016 ήταν ακόμα μια δύσκολη και ενδιαφέρουσα χρηματιστηριακά χρονιά, με συμπυκνωμένα πολιτικά και οικονομικά γεγονότα για την Ελληνική Χρηματαγορά.
Αν και ο Γενικός Δείκτης ξεκίνησε με μεγάλες απώλειες της τάξης του 32% περίπου, κατάφερε στο μέσο της χρονιάς να επανέλθει στα ίδια σχεδόν επίπεδα των 660 μονάδων, αλλά οι πολιτικές εξελίξεις και κυρίως ο τραπεζικός κλάδος τον βύθισαν πάλι στις 517 μονάδες, από όπου αργά και βασανιστικά, με τις ανάλογες διακυμάνσεις, τον έφεραν τέλος έτους να διεκδικεί οριακά θετικό πρόσημο.
Ο τραπεζικός κλάδος (με μεγάλη συμμετοχή στους δείκτες), συνέχισε την ταλαιπωρία του, αφού μετά από ένα ολόκληρο χρόνο δεν μπόρεσε να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά τα ενδογενή προβλήματα του (διαχείριση "κόκκινων" δανείων, υπεράριθμο προσωπικό, "capital controls") αλλά και τα εξωγενή (πολιτική κατάσταση - προβλήματα με διοικήσεις).
Αντιθέτως, ιδιαίτερη αντοχή επέδειξαν και αυτή την χρονιά μεμονωμένες μετοχές της πραγματικής Οικονομίας, μεγάλης αλλά και μικρότερης κεφαλαιοποίησης, συγκρατώντας τις απώλειες του Γενικού Δείκτη.
Χαρακτηριστικά παραδείγματα κερδοφόρων μετοχών του 2015 της υψηλής κεφαλαιοποίησης, η ΜΟΗ, ΜΥΤΙΛ, ΜΠΕΛΑ, ΟΠΑΠ ΓΕΚΤΕΡΝΑ, ΣΑΡΑΝΤΗΣ. Αντίστοιχα παραδείγματα κερδοφόρων επιλογών της Μεσαίας & Μικρής κεφαλαιοποίησης ήταν ο ΚΥΡΙΑΚΙΔΗΣ, ΦΛΕΞΟ, ΠΛΑΘ.
Παρά την υψηλή μεταβλητότητα του 2016, η ελληνική αγορά, ουσιαστικά για πρώτη φορά μετά από πολύ καιρό εκπέμπει τεχνικά σημάδια αισιοδοξίας, αναμένοντας την ολοκλήρωση σημαντικών πολιτικών και οικονομικών εξελίξεων (Κλείσιμο αξιολόγησης, είσοδο στο "QE", πέρασμα σε ασθενή ανάπτυξη, δοκιμαστική έξοδο στις Αγορές).
Όμως δεν πρέπει να μας διαφεύγει ότι η πραγματική οικονομία ουσιαστικά απώλεσε άλλο ένα (πολύτιμο) χρόνο από τακτικισμούς, χωρίς ουσιαστικά να επιλύσει τα σοβαρά διαρθρωτικά προβλήματά της.
Η ελληνική πολιτική σκηνή παραμένει ρευστή και οι δύσκολες αποφάσεις που θα εφαρμοστούν στο ασφαλιστικό και το φορολογικό σύστημα θα έχουν σοβαρές αρνητικές συνέπειες, οι οποίες θα φανούν μετά το α’ 4μηνο του 2017. Επιπλέον οι συνεχείς καθυστερήσεις για το κλείσιμο της αξιολόγησης του τρέχοντος προγράμματος, καθώς και η καθυστέρηση ενεργοποίησης των βραχυπρόθεσμων μέτρων στήριξης του δημόσιου χρέους αποτελούν ανασταλτικό παράγοντα για την πολυπόθητη "εκτίναξη του ελατηρίου".
Αν και οι περισσότεροι παράγοντες της αγοράς παραμένουν συγκρατημένα αισιόδοξοι, η υπερφορολόγηση, η κρατιστική αντίληψη της κυβέρνησης και οι πάσης φύσεως καθυστερήσεις σε δεσμεύσεις της χώρας (αποκρατικοποιήσεις, αναδιάρθρωση του κράτους, καθυστέρηση στην αποπληρωμή οφειλών προς τον Ιδιωτικό τομέα κ.λπ.), δεν βοηθούν ιδιαίτερα την πολυπόθητη επανεκκίνηση της οικονομίας.
Σε παγκόσμιο επίπεδο, παρά το ότι οι οικονομικές & πολιτικές αλλαγές είναι ραγδαίες (γεωπολιτικές ανακατατάξεις, τρομοκρατία, Προσφυγικό, "BREXIT", εκλογή TRUMP, προβληματικές Ιταλικές Τράπεζες), η πορεία των μεγάλων Χρηματιστηριακών Αγορών δεν επηρεάστηκε, αντίθετα τις έχει οδηγήσει σε ιστορικά υψηλά, παρά την αβεβαιότητα και την μεταβλητότητα. Αυξημένη προσοχή θα πρέπει να επιδείξουν οι επενδυτές στο α' τρίμηνο του έτους για την πολυαναμενόμενη διόρθωση που πολλοί ευαγγελίζονται, κυρίως λόγω των πολιτικών γεγονότων που έχουν ήδη προγραμματιστεί.
Το διεθνές περιβάλλον που περιγράφηκε ανωτέρω αποτελεί πρόσθετο παράγοντα κινδύνου και για την ασθενή ελληνική οικονομία και χρηματαγορά. Οι συνθήκες αυτές θα οδηγήσουν τους επενδυτές το 2017 σε αυξημένη επιφυλακή και στο κυνήγι βραχυπρόθεσμων αποδόσεων.
Επιπλέον ειδικά προβλήματα όπως η διαχείριση του προσφυγικού και οι γεωπολιτικοί κίνδυνοι της περιοχής μας (οικονομική Αστάθεια Τουρκίας, ειρήνευση στην Μέση Ανατολή) δημιουργούν αναστολές στους διεθνείς επενδυτές.
Για εγκλωβισμένους στην ελληνική αγορά επενδυτές με υψηλά ρευστά διαθέσιμα & χαμηλό προφίλ ρίσκου, η τοποθέτηση σε Έντοκα Γραμμάτια Ελληνικού Δημοσίου (3μηνα ή 6μηνα), είναι μια εναλλακτική επιλογή σε σχέση με τις Τραπεζικές καταθέσεις.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει επίσης και η έκδοση ελληνικού ομολόγου λήξης 7/2017, με δελεαστική απόδοση (7%-10%) σε σχέση με τον αναλαμβανόμενο κίνδυνο.
Εκδόσεις νέων εταιρικών ομολόγων διαπραγματευόμενων στο Χ.Α., κατά περίπτωση, μπορούν να αποτελέσουν μια εναλλακτική επενδυτική επιλογή ελεγχόμενου ρίσκου.
Το Χ.Α. θα χαρίσει και το 2017 έντονες συγκινήσεις και εκμεταλλευόμενοι την μεταβλητότητα θα πρέπει οι επενδυτές να εξετάσουν την δημιουργία θέσεων, ανάλογα με το ύψος του κινδύνου που θέλουν να αναλάβουν.
Οι αλλαγές που προγραμματίζει η διοίκηση του Χ.Α. στο σύστημα διαπραγμάτευσης από την νέα χρονιά, βοηθά αλλά δεν επιλύει σοβαρά θέματα όπως η έξοδος και η μετεγκατάσταση πολλών & σημαντικών εταιρειών και η συναλλακτική απραξία.
Επενδυτές με επιθετικότερο προφίλ, θα μπορούσαν να "χτίζουν" επιλεκτικά βραχυχρόνιες θέσεις (trading) σε ελληνικούς τραπεζικούς τίτλους αρκετά χαμηλότερα από τις τελευταίες τιμές ΑΜΚ, αφού εκτιμούμε ότι μπορούν να κινηθούν υψηλότερα αν όλα κυλίσουν ομαλά σε πολιτικό - οικονομικό επίπεδο.
Πρόσθετα, αν η διαχείριση των "κόκκινων" δανείων επιταχυνθεί και το ύψος των καθυστερούμενων δανείων αρχίσει να μειώνεται, η εικόνα των αποτελεσμάτων των τραπεζών θα βελτιωθεί τάχιστα, αν και η ανταλλαγή των ομολόγων του ESM (που κατέχουν) εκτιμούμε ότι θα επιβαρύνει σημαντικά τα αποτελέσματα τους βραχυπρόθεσμα.
Γενικότερα οι επενδυτές θα πρέπει να επικεντρωθούν σε εξωστρεφείς, αλλά και κερδοφόρες εταιρείες που παρουσίασαν το 2016 καλά & βελτιούμενα οικονομικά στοιχεία, παρά τις εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες που αντιμετώπισαν. Άλλη μία κατηγορία εταιρειών που χρήζουν προσοχής είναι όσες παρουσιάζουν εξαιρετικά χαμηλές αποτιμήσεις, σε σχέση με την λογιστική τους αξία (P/BV) και δείχνουν σημεία αναστροφής των αρνητικών τους αποτελεσμάτων. Οι τοποθετήσεις θα πρέπει να γίνονται σε τεχνικές διορθώσεις, μειώνοντας τον αναλαμβανόμενο κίνδυνο.
Ενδεικτικά μετοχές όπως ο ΟΤΕ, ο ΟΠΑΠ, η ΕΕΕ, η ΕΧΑΕ αλλά και ο ΤΙΤΑΝ από την μεγάλη κεφαλαιοποίηση, θα πρέπει να είναι στο στόχαστρο επενδυτών με συντηρητικότερο προφίλ, σε διορθωτικές κινήσεις της Αγοράς. Για μετοχές που έχουν δώσει υψηλές αποδόσεις το 2016, όπως ο ΜΥΤΙΛ και η ΜΟΗ θα πρέπει να δείξουμε υπομονή για ποίο ελκυστικές αποτιμήσεις.
Άλλες επιλογές που ενδεικτικά εκτιμούμε ότι θα παρουσιάσουν ενδιαφέρον το 2017 είναι η ΤΕΝΕΡΓ, ο ΟΛΘ, η ΕΥΔΑΠ, η ΓΡΙΒ η ΛΑΜΔΑ και το ΚΡΙ ΚΡΙ.
Συμπερασματικά και το 2017 θα υπάρξουν σημαντικές επενδυτικές ευκαιρίες σε ένα ευμετάβλητο περιβάλλον και οι επενδυτές θα πρέπει να επιλέγουν προσεκτικά τις τοποθετήσεις τους, απευθυνόμενοι σε επαγγελματίες, περιορίζοντας τον αναλαμβανόμενο κίνδυνο με χρήση τεχνικών "stop loss" & "profit taken". Η διακράτηση ρευστότητας (άνω του 25%), καθώς και η διασπορά του χαρτοφυλακίου πρέπει να αποτελούν απαράβατο κανόνα στην επενδυτική στρατηγική του 2017.
Μάνος Χατζηδάκης, Υπεύθυνος τμήματος ανάλυσης Beta Sec.
Το 2016 ήταν άλλη μια χρονιά μεταβλητότητας, όπου το πολιτικό στοιχείο ήταν κυρίαρχο στην διαμόρφωση της τάσης. Οι βασικοί οικονομικοί αριθμοδείκτες στην Ελλάδα έδειξαν βελτίωση στο δεύτερο μισό της χρονιάς και σε συνδυασμό με τα θετικά μηνύματα από την εκτέλεση του προϋπολογισμού έδωσαν ώθηση στον Γενικό Δείκτη με σχετικά περιορισμένο συναλλακτικό ενδιαφέρον, κλείνοντας περίπου στα ίδια επίπεδα σε σχέση με πέρυσι. Η χρονιά έδειξε ότι παρά τις επιφυλάξεις και τις ανησυχίες που σχετίζονται με τη ροή των μνημονιακών δόσεων, υπάρχει πλέον σαφής διαχωρισμός μεταξύ των εταιρειών που διακρίθηκαν στο ταμπλό.
Ακόμα, σε μια χρονιά όπου η ζήτηση ήταν αναιμική και οι φορολογικοί συντελεστές αυξημένοι, υπήρξαν εταιρείες (Motor Oil, Jumbo, Πλαστικά Θράκης κ.λπ.) που πέτυχαν ιστορικά υψηλά καθαρά κέρδη, λόγω της επιτυχούς αλλαγής του επιχειρηματικού τους μοντέλου, των πειθαρχημένων εξόδων, ή αναδιαρθρώσεων που πλέον έχουν αποδώσει.
Παράλληλα η βελτίωση των προοπτικών σε άλλους κλάδους (Λιανική, Ενέργεια, Τυχερά Παιχνίδια) λόγω εξαγωγών, ή σταθεροποίησης του εποπτικού περιβάλλοντος, έφερε ενδιαφέρον το οποίο μεταφράστηκε σε πολύ αξιόλογες αποδόσεις. Συμπερασματικά το 2016 ήταν μια χρονιά μετοχών και όχι Δείκτη.
Από το ξεκίνημά του το 2017 έχει ήδη μια πολύ φορτωμένη ατζέντα θεμάτων. Οι τέσσερις εκλογικές αναμετρήσεις για την ανάδειξη νέων πολιτικών ηγεσιών σε Ολλανδία, Γαλλία, Ιταλία και Γερμανία δεσπόζουν σαν κυρίαρχα θέματα στο ευρωπαϊκό προσκήνιο.
Η προεδρία Trump στην Αμερική αναμένεται να δώσει νέες κατευθυντήριες γραμμές στο οικονομικό και γεωπολιτικό πεδίο της άσκησης της πολιτικής. Στα παραπάνω θα πρέπει να συνεκτιμηθούν οι εκκρεμότητες ανακεφαλαιοποίησης, κυρίως για τις ιταλικές τράπεζες, η ενεργοποίηση της συνθήκης εξόδου της Μ. Βρετανίας από την Ε.Ε καθώς και η προοπτική αύξησης των επιτοκίων στην Αμερική.
Η εκκρεμότητα της δεύτερης αξιολόγησης παραμένει, καθώς και οι ουρές των εξελίξεων που αφορούν τις εκθέσεις για τη βιωσιμότητα του χρέους, τα βραχυπρόθεσμα μέτρα για την ελάφρυνσή του, η ένταξη των ελληνικών ομολόγων στην ποσοτική χαλάρωση της ΕΚΤ και πιθανόν η δοκιμή μιας μικρής έκδοσης ομολόγων αποτελούν τους εγχώριους βασικούς καταλύτες.
Η μείωση των μη εξυπηρετούμενων εκθέσεων αποτελεί το βασικό θέμα στον τραπεζικό κλάδο, η συνέχιση της προσπάθειας στο μέτωπο των αποκρατικοποιήσεων (Ελληνικό, ΔΕΣΦΑ, ΑΔΜΗΕ κ.λπ.) θα έχει αντίκτυπο στην έξωθεν καλή μαρτυρία της χώρας προς τη διεθνή επενδυτική κοινότητα, τα επιμέρους εγχειρήματα ανοίγματος της ενεργειακής αγοράς, η εγκατάσταση και λειτουργία των παιγνιομηχανών του ΟΠΑΠ, είναι τα θέματα αιχμής σε επιχειρηματικό επίπεδο.
Προσφυγικό και Κύπρος συμπληρώνουν την εικόνα των ζητημάτων που θα απασχολήσουν έμμεσα ή άμεσα την Αγορά και θα έχουν τις προβολές τους στην επενδυτική ψυχολογία.
Στη σημαντικότερη τεχνική εξέλιξη για το 2016, ο Γενικός Δείκτης είδε στις 11 Φεβρουαρίου τις 420,82 μονάδες, που αποτελούν χαμηλά 26 ετών (11/9/1989: 420 μονάδες), ξεκινώντας από εκεί μια προσπάθεια αργής αλλά σταθερής ανοδικής κίνησης.
Η μεγάλη συσσώρευση του καλοκαιριού δημιούργησε αλλεπάλληλα επίπεδα στήριξης στα οποία ο Γενικός Δείκτης ανάλωσε αρκετό χρόνο, με μικρές σχετικά συναλλαγές. Η μεγάλη εικόνα δείχνει ότι οδεύουμε σε σχηματισμό μακροπρόθεσμης αντιστροφής τάσης και σε αυτό συνηγορεί και η μακροπρόθεσμη χρονοσειρά τάσης των 200 ημερών, η οποία μετά τις 4 Οκτωβρίου παραμένει σταθερά αγορασμένη, έχοντας μάλιστα γυρίσει με ανοδική φορά.
Ο σχηματισμός αντιστροφής που βρίσκεται σε εξέλιξη έχει αρκετά φιλόδοξους στόχους, "κοιτώντας" ως τις 860 μονάδες, επίπεδα στα οποία διαπραγματευόταν ο Γενικός Δείκτης τον Φεβρουάριο του 2015.
Προς το παρόν τα δύσκολα σημεία των 650 μονάδων έχουν δοκιμαστεί αρκετές φορές, οι αγοραστές έχουν φθείρει σημαντικά την αντίσταση των πωλητών, όμως λείπει το "καύσιμο" των συναλλαγών που θα δώσει την κίνηση διαφυγής.
Επισημαίνεται ότι σε εβδομαδιαία και μηνιαία διαγράμματα τιμών ο MACD έχει δώσει σήματα αγορών αρκετά νωρίς (από τον Ιούνιο), τα οποία έχει διατηρήσει χωρίς διακοπή. Το αρνητικό σενάριο θα ενεργοποιηθεί σε αλλαγή της μακροπρόθεσμης τάσης με καθοδική διάσπαση των 590 μονάδων, στο οποίο η πρώτη στάση τιμών βρίσκεται στα χαμηλά του δημοψηφίσματος για το "Brexit", λίγο πάνω, δηλαδή, από τις 500 μονάδες. Το σενάριο αυτό δεν είναι πρωτεύον, ωστόσο οι μεγάλες διακυμάνσεις που έχουν παρατηρηθεί κατά τα τελευταία χρόνια επιβάλλουν την επισήμανσή του.
Σε ένα περιβάλλον σημαντικών εξελίξεων που μπορούν να προκαλέσουν ισχυρές αναταράξεις, συνεχίζουμε να εκτιμούμε ότι το 2017 οι επιλεκτικές κινήσεις θα έχουν τον πρώτο λόγο.
Η εμπειρία από το 2012 και μετά έδειξε ότι όσες εταιρείες έχουν ισχυρά θεμελιώδη, έχουν λόγους να επιστρέψουν σε "δίκαια" επίπεδα αποτίμησης. Έχοντας αυτό κατά νου οι ΟΤΕ, Μυτιληναίος, Jumbo, ΟΠΑΠ, Motor Oil, Aegean και FFGroup έχουν προβάδισμα στις προτιμήσεις μας, ενώ οι τραπεζικές μετοχές έχουν το μεγαλύτερο δυνητικό περιθώριο, αντανακλώντας το υψηλό ρίσκο του κλάδου.
Απόστολος Μάνθος, Υπεύθυνος τμήματος ανάλυσης Δυναμική ΑΧΕΠΕΥ
Έπεσαν και οι τελευταίες "πινελιές" λίγο πριν τη "δύση" πάνω στον "επενδυτικό καμβά" του 2016. Ένα έτος, που το μόνο που κατάφερε στο συγκεντρωτικό διάγραμμα του Γενικού Δείκτη ήταν να γυρίσει λίγο ψηλότερα από εκεί που ξεκίνησε στα τέλη του 2015, στις 631,35 μονάδες, έχοντας όμως βιώσει στη διάρκεια του έτους και έναν έντονα κατηφορικό δρόμο της τάξεως του -33% φτάνοντας έως και το "υπόγειο" των 420 μονάδων.
Το επίπονο όμως και αργό μάζεμα του Γενικού Δείκτη, από τα χαμηλά του έχει αποτυπώσει στο ετήσιο chart τιμών ένα ιδιότυπο αλλά αρκετά ελπιδοφόρο “Dragonfly Doji” candlestick. Ο μακροπρόθεσμος αυτός σχηματισμός λαμβάνει ιδιαίτερη σημασία για την περαιτέρω πορεία του Γενικού Δείκτη, καθώς έχει δημιουργηθεί στα ιστορικά χαμηλά εικοσαετίας και μετά από μια παρατεταμένη τριετή πτώση, οδηγώντας τον μέσα σε μία βίαιη κατηφορική δίνη να χάσει συνολικά 959 μονάδες από τις 1.379 έως τις 420 μονάδες.
Το ζητούμενο για τη χρονιά του 2017 είναι κατά πρώτον να μη γράψει τιμές χαμηλότερα των 557 μονάδων (το χαμηλό δηλαδή του 2015) και κατά δεύτερον ο τελικός ετήσιος σχηματισμός να έχει πιθανή "κάτω σκιά" και κλείσιμο αρκετά πάνω από το άνοιγμά του. Έτσι μόνο θα μπορέσουμε να τοποθετήσουμε τον στόχο διετίας στην περιοχή αντίστασης των 970 με 1045 μονάδων.
Όσον αφορά τέλος το βραχυπρόθεσμο τοπίο, αυτό που διαφαίνεται είναι μια συντήρηση δυνάμεων σε μειούμενο τζίρο συναλλαγών πέριξ του επιπέδου αντίστασης των 645-659 μονάδων. Επίπεδο που έμεινε ως "ανειλημμένη υποχρέωση" για το νέο έτος.
Η πιθανή καθυστέρηση στην ανοδική διαφυγή προς την πολύ σημαντική ζώνη των 656-660 μονάδων θα προκαλέσει φθορά στο "στρατόπεδο" των Buyers, σπρώχνοντας πτωτικά τον Γενικό Δείκτη προς τις 619 μονάδες.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.