ΧΑ: Τα σχέδια της κυβέρνησης για τα κρατικόχαρτα

Κρίσιμες αποφάσεις, που θα έχουν αναμφίβολα έντονες χρηματιστηριακές επιδράσεις αλλά και θα επηρεάσουν σε σημαντικό βαθμό το μέλλον της ελληνικής οικονομίας, αναμένεται ότι θα λάβει η κυβέρνηση το 2008. Τα ”ανοικτά μέτωπα” του νέου έτους.

ΧΑ: Τα σχέδια της κυβέρνησης για τα κρατικόχαρτα
του Στέφανου Κοτζαμάνη

**Ο αναλυτικός πίνακας με τις αποδόσεις των κρατικών μετοχών και οι αποτιμήσεις τους για το 2008 δημοσιεύονται στη δεξιά στήλη ”Συνοδευτικό Υλικό”

Κρίσιμες αποφάσεις, που θα έχουν αναμφίβολα έντονες χρηματιστηριακές επιδράσεις αλλά και θα επηρεάσουν σε σημαντικό βαθμό το μέλλον της ελληνικής οικονομίας, αναμένεται ότι θα λάβει η κυβέρνηση μέσα στο επόμενο έτος.

Στο πλαίσιο των προεκλογικών εξαγγελιών της για τομές και αποκρατικοποιήσεις στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, στα περισσότερα ”κρατικόχαρτα” σχεδιάζονται στρατηγικές συνεργασίες, αποκρατικοποιήσεις και λοιπές παρεμβάσεις, έχοντας ήδη ανεβάσει έντονα το χρηματιστηριακό θερμόμετρο για πολλές μετοχές.

Στο τελευταίο τρίμηνο, που χαρακτηρίζεται από σταθερή λίγο - πολύ πορεία του Γενικού Δείκτη, η μετοχή της ΔΕΗ έχει κερδίσει 38%, της ΕΥΔΑΠ 35%, του ΟΛΠ 32%, του ΟΛΘ 30%, της ΕΥΑΘ 45% και των Ελληνικών Πετρελαίων 4%, σε αντίθεση με τις μικρές υποχωρήσεις τιμών σε ΟΤΕ και ATEbank καθώς και με το -22% του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου.

Με την αγορά, λοιπόν, να έχει ήδη προεξοφλήσει ένα μέρος τουλάχιστον των μελλοντικών ωφελειών από τις αποκρατικοποιήσεις, η κυβέρνηση καλείται:

- Να κάμψει τις αντιδράσεις των συνδικαλιστών, οι οποίοι στις περισσότερες περιπτώσεις εναντιώνονται στους συγκεκριμένους σχεδιασμούς.

- Να ακολουθήσει καθεστώς πλήρους διαφάνειας, καθώς διαχειρίζεται δημόσιο χρήμα και δημόσια περιουσία.

- Να ενεργήσει έτσι ώστε να μη θεωρηθεί ότι παίζει τον ρόλο του ”ατζέντη” υψηλά ιστάμενων επιχειρηματικών συμφερόντων, που έχουν την έδρα τους είτε εντός είτε εκτός Ελλάδας...

Η περίπτωση της ΔΕΗ είναι χαρακτηριστική για τις χρηματιστηριακές επιδράσεις που μπορεί να έχουν οι κυβερνητικές επιλογές σε μια μετοχή. Η κυβέρνηση ήταν εκείνη που επέτρεψε την επιβολή υψηλότατων αυξήσεων στα τιμολόγια της Επιχείρησης, φορτώνοντας ουσιαστικά τη -μέχρι σήμερα τουλάχιστον- αδυναμία τιθάσευσης του λειτουργικού κόστους στις πλάτες των καταναλωτών.

Παράλληλα, όμως, η πρόθεση της ΔΕΗ να συνεργαστεί με τους Γερμανούς της RWE στο κομμάτι εκείνο της Επιχείρησης που παρουσιάζει τις θετικότερες προοπτικές ουσιαστικά οδηγεί στην πρόσδεση της εισηγμένης εταιρείας στο ”άρμα” των Γερμανών, ακυρώνοντας στην πράξη κάθε μελλοντική προσπάθεια της ΔΕΗ για την εξεύρεση άλλου στρατηγικού συνεταίρου.

Δηλαδή, κύκλοι της αγοράς υποστηρίζουν ότι μέσω της δρομολογούμενης συμφωνίας, οι Γερμανοί της RWE: 1) λαμβάνουν προνομιακή θέση στο ”φιλέτο” της ΔΕΗ, 2) αποκλείουν κάθε άλλη πιθανότητα προσέλκυσης στρατηγικού εταίρου, 3) και όλα αυτά χωρίς διεθνή διαγωνισμό, καθώς όπως ισχυρίζεται η διοίκηση της ΔΕΗ δεν πρόκειται περί στρατηγικής συνεργασίας, και 4) χωρίς να καταβάλουν ούτε ένα ευρώ.

Η απόφαση του Δ.Σ. της ΔΕΗ να διακόψει τη σχετική συνεδρίαση (κατόπιν ”επέμβασης” της ΓΕΝΟΠ) όπου θα αποφασιζόταν το μνημόνιο συνεργασίας με τους Γερμανούς θα πρέπει μάλλον να εκληφθεί ως ”πολιτικός ελιγμός” παρά ως αλλαγή απόφασης.

Μετά τους Γερμανούς της RWE στη ΔΕΗ, στην αγορά ακούγεται ότι άλλοι Γερμανοί -αυτοί της Deutsche Telekom- προορίζονται για τον ΟΤΕ. Στην περίπτωση του Οργανισμού, η κυβέρνηση αφού προχώρησε στην τροπολογία του ”αποφασίζομεν και διατάσσομεν” φαίνεται να βρίσκεται σε μια κατεύθυνση ”συνεννόησης” με τον δεύτερο μεγαλύτερο μέτοχο του ΟΤΕ, τη Marfin Investment Group.

Έτσι, από την πλευρά της η MIG απέσυρε το αίτημά της για έκτακτη γενική συνέλευση, ενώ η διοίκηση του ΟΤΕ δέχτηκε τον ορισμό τριμερούς επιτροπής, η οποία θα ερευνήσει το θέμα του κοινοπρακτικού δανείου που ελήφθη με στόχο τη χρηματοδότηση των μειοψηφιών της Cosmote.

Το γεγονός αυτό, αναφέρουν γνώστες των ευρύτερων συνθηκών, δημιουργεί πλέον προοπτικές περαιτέρω consensus ανάμεσα στις δύο πλευρές, οι οποίες εμφανίστηκαν για κάποιο διάστημα να ”αντιμάχονται”.

Κι αυτό ίσως συνέβη, ως έναν βαθμό, λόγω του κλίματος ανασφάλειας που καλλιεργήθηκε έντονα, ακόμη και με δημοσιεύματα, για τις προθέσεις της MIG σε σχέση με το ενδεχόμενο ”επιθετικής εξαγοράς” του Οργανισμού, παρότι πολλάκις η ίδια η εταιρεία ξεκαθάρισε ότι δεν έχει τέτοιες προθέσεις και ότι σέβεται τον κυριαρχικό ρόλο του Δημοσίου σε μια γκάμα στρατηγικών θεμάτων.

Σε κάθε περίπτωση, η κυβέρνηση όσον αφορά στον ΟΤΕ έχει να επιλύσει μια πολύ δύσκολη ”άσκηση”. Και αυτό γιατί από τη μία πλευρά διαθέτει μόλις το 28% των μετοχών της εισηγμένης και από την άλλη επιδιώκει να μειώσει το ποσοστό της προσελκύοντας στρατηγικό εταίρο, χωρίς όμως παράλληλα να απολέσει τον έλεγχο σε μια σειρά από αποφάσεις που αφορούν στον Οργανισμό.

Σε αντίθεση με τον ΟΤΕ, στην περίπτωση των Ελληνικών Πετρελαίων δεν φαίνεται να βλέπει λόγους ”στρατηγικής σημασίας”. Παρά τα αντιθέτως φημολογούμενα, το πιθανότερο σενάριο είναι ότι μέσα στο 2008 δεν θα αλλάξει ούτε το ιδιοκτησιακό καθεστώς (πώληση των μετοχών του Δημοσίου) ούτε οι ισορροπίες στο διοικητικό συμβούλιο της εισηγμένης.

Απλώς, η κυβέρνηση -προκειμένου να δώσει το στίγμα των προθέσεών της και ως δείγμα ”καλής θέλησης”- παραχώρησε τη θέση του διευθύνοντος συμβούλου σε άτομο φίλα προσκείμενο στην ”πλευρά Λάτση”, εκχωρώντας έτσι το ”καθημερινό management”.

H ουσία είναι ότι η τροπολογία της κυβέρνησης μπορεί μεν να αποτελεί ”φωτογραφική διάταξη” για τον ΟΤΕ, ωστόσο υπάρχει η δυνατότητα να εφαρμοστεί δυνητικά σε πλήθος περιπτώσεων, μεταξύ των οποίων και στα Ελληνικά Πετρέλαια. Ωστόσο, η κυβέρνηση δεν φαίνεται καθόλου διατεθειμένη να ”ανοίξει μέτωπο” με τον όμιλο Λάτση.

Αντίθετα με ό,τι ισχύει για τα Ελληνικά Πετρέλαια, στο θέμα του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου η κυβέρνηση δεν φαίνεται πρόθυμη να ικανοποιήσει το αίτημα του ομίλου Λάτση (EFG Eurobank) -ή οποιουδήποτε άλλου εγχώριου χρηματοπιστωτικού ομίλου- για στρατηγική συνεργασία.

Η κυβερνητική λογική είναι ότι αν προκύψει θέμα στρατηγικού εταίρου, αυτός θα πρέπει να προέρχεται από το εξωτερικό, προκειμένου να αυξηθεί ο ανταγωνισμός στην εγχώρια αγορά. Ωστόσο, μια τέτοια πολιτική έρχεται σε αντίθεση με την έννοια του ανταγωνισμού, καθώς φαίνεται να πριμοδοτούνται οι ξένες τράπεζες σε σχέση με τις ελληνικές. Και αυτό σε έναν τομέα πλήρως απελευθερωμένο.

Έντονο ενδιαφέρον παρουσιάζουν επίσης οι κυβερνητικές προθέσεις σχετικά με τον κλάδο της υγείας. Το βασικό ζητούμενο είναι η δυνατότητα ανάληψης του management των δημόσιων νοσοκομείων από ιδιώτες.

Το θέμα αυτό ήρθε στην επικαιρότητα όταν η διοίκηση του Ερρίκος Ντυνάν ανέθεσε χωρίς διαγωνισμό τη διαχείριση σε εταιρεία συμφερόντων Ιατρικού Κέντρου και Euromedica, όταν λίγες ημέρες πριν ο βασικότερος μέτοχος του Ιατρικού Κέντρου (η γερμανική Asklepios) δήλωνε γραπτώς ότι μια τέτοια εκχώρηση στο Υγεία θα ήταν παράνομη...

Παράνομη, πάντως, θεώρησε την εκχώρηση του management του Ερρίκος Ντυνάν και η διοίκηση του Υγεία και δήλωσε ότι γι’ αυτόν τον λόγο τελικά δεν προχώρησε στην υπογραφή της σύμβασης, παρά το γεγονός ότι συζητούσε πρώτο με τη διοίκηση του Ερυθρού Σταυρού. Απέναντι σ’ αυτές τις εξελίξεις ο υπουργός Υγείας κ. Δ. Αβραμόπουλος φέρεται να μη γνώριζε το ζήτημα, θεωρώντας το μάλιστα θέμα που χρήζει εγκρίσεως από το υπουργείο, το παρέπεμψε τελικά στο νομικό Συμβούλιο του κράτους, ”αδειάζοντας” έτσι τη διοίκηση του Ερρίκος Ντυνάν.

Η μετοχή της ΕΥΔΑΠ για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα απουσίαζε από το επίκεντρο των εξελίξεων, διαπραγματευόμενη στα όρια ή και χαμηλότερα από τη λογιστική αξία της, παρά τα θετικά αποτελέσματα που παρουσίαζε.

Τον τελευταίο καιρό, ωστόσο, ο τίτλος κατέγραψε σημαντικότατα κέρδη, χωρίς κάποιον προφανή λόγο: άλλοι υποθέτουν ότι θα ακολουθήσει και στην ΕΥΔΑΠ αύξηση τιμολογίων ανάλογη με αυτήν της ΔΕΗ (στην ΕΥΔΑΠ οι αυξήσεις της τελευταίας τετραετίας είναι οριακές) και άλλοι πιθανολογούν την προσέλκυση στρατηγικού εταίρου. Ανάλογες υποθέσεις ακούγονται και για την ΕΥΑΘ.

Στην περίπτωση των λιμανιών τα πράγματα είναι ξεκάθαρα. Σχετικά με τον ΟΛΠ ο υπουργός κ. Βουλγαράκης εξέφρασε την κυβερνητική πρόθεση να διατεθούν σε ιδιώτες δύο προβλήτες και όσον αφορά στον ΟΛΘ ένας, έπειτα από διεθνείς διαγωνισμούς που θα προκηρυχτούν στις αρχές του έτους.

Το κυβερνητικό πλεονέκτημα στην περίπτωση των λιμανιών είναι ότι: 1) οι ωφέλειες από το εγχείρημα τόσο για τις εισηγμένες όσο και για την ελληνική οικονομία γενικότερα είναι προφανείς και 2) η διαδικασία του ανοιχτού διαγωνισμού κρίνεται η πλέον διαφανής. Θετικό είναι και το σημαντικό ενδιαφέρον που αναμένεται να προκύψει για τον συγκεκριμένο διαγωνισμό, καθώς μέχρι σήμερα οι ενδιαφερόμενοι φαίνεται να είναι τουλάχιστον τρεις (Cosco, Hutchison και Goldair Cargo).

* Αναδημοσίευση από το φύλλο 510 της εφημερίδας ”ΜΕΤΟΧΟΣ & ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ”, 28/12 - 1/1/08.

**Ο αναλυτικός πίνακας με τις αποδόσεις των κρατικών μετοχών και οι αποτιμήσεις τους για το 2008 δημοσιεύονται στη δεξιά στήλη ”Συνοδευτικό Υλικό”

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v