Αμερικανική προειδοποίηση κερδοφορίας

Είναι ξεκάθαρο πως η ισχύς των επιχειρηματικών κερδών βοήθησε τις χρηματιστηριακές αγορές να κινηθούν τόσο έντονα ανοδικά από το ναδίρ του Μαρτίου του 2003. Όμως, θα διατηρηθεί αυτή η δυναμική στην κερδοφορία τους σε μεσοπρόθεσμη βάση;

του Philip Coggan

Είναι ξεκάθαρο πως η ισχύς των επιχειρηματικών κερδών βοήθησε τις χρηματιστηριακές αγορές να κινηθούν τόσο έντονα ανοδικά από το ναδίρ του Μαρτίου του 2003. Όμως, θα διατηρηθεί αυτή η δυναμική στην κερδοφορία τους σε μεσοπρόθεσμη βάση;

Τα κέρδη των αμερικανικών επιχειρήσεων διαμορφώνονται στην παρούσα φάση στο 9%-10% του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος της χώρας. Πρόκειται για ποσοστό υψηλότερο από τον μέσο όρο των τελευταίων 20 ετών. Όμως, είναι χαμηλότερο από τα επίπεδα των δεκαετιών του ’50 και του ’60, όταν τα κέρδη των επιχειρήσεων έφθαναν το 13% του ΑΕΠ.

Ο Eric Lonergan, στρατηγικός αναλυτής της Cazenove, τονίζει ότι η εικόνα είναι εντελώς διαφορετική εάν αγνοηθούν οι επιβαρύνσεις των επιτοκίων και των αποσβέσεων. Με αυτή τη βάση, τα κέρδη των αμερικανικών επιχειρήσεων διαμορφώνονται σε ποσοστό πλέον του 17% του ΑΕΠ, λίγο χαμηλότερα από το ανώτατο επίπεδο του 1997.

Το ότι θα πρέπει να υπάρχει μια κυκλική κίνηση στα επίπεδα κερδοφορίας είναι προφανές. Όταν τα κέρδη είναι χαμηλά, ορισμένες εταιρίες βγαίνουν από την αγορά. Η έλλειψη ανταγωνισμού κάνει καλύτερη τη ζωή όσων επιβιώνουν, οι οποίοι ευημερούν καθώς η οικονομία επεκτείνεται για μια ακόμη φορά. Όμως η οικονομική ανάπτυξη φέρνει νέα κεφάλαια στην αγορά, ενισχύοντας τον ανταγωνισμό και ασκώντας πιέσεις στα επίπεδα κερδοφορίας για άλλη μια φορά.

Είναι πιθανό να υπάρχουν κάποιοι λόγοι για δομικές μεταβολές στα περιθώρια κερδοφορίας. Τη δεκαετία του ’50, το παγκόσμιο εμπόριο αποτελούσε σχετικά μικρό ποσοστό του ΑΕΠ. Ως εκ τούτου, οι οικονομίες των χωρών ήταν λιγότερο ανταγωνιστικές, με τους εγχώριους παραγωγούς να διατηρούν μεγάλα μερίδια αγοράς. Αυτό λογικά τους επέτρεπε υψηλότερες τιμές (και μεγαλύτερα περιθώρια).

Αναμφισβήτητα, υπήρξαν δομικές μεταβολές κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του ’70, όταν μια σειρά εξελίξεων τάραξε την επιχειρηματική κοινότητα. Ο υψηλός πληθωρισμός προκάλεσε τη φορολόγηση των αποθεμάτων των επιχειρήσεων, τα σωματεία πίεσαν, οδηγώντας σε αύξηση των μισθών και οι οικονομίες άνοιξαν στον ανταγωνισμό από το εξωτερικό.

Οπότε, εάν υπάρχει δομική αλλαγή στα κέρδη τώρα, τι θα μπορούσε να αποτελεί την αιτία; Άλλωστε, έχουμε ακούσει ότι η παγκοσμιοποίηση έχει κάνει τον κόσμο λιγότερο ανταγωνιστικό απ’ ό,τι ήταν στο παρελθόν.

Όμως, η Κίνα ίσως αποτελεί το κλειδί. Οι κατασκευαστές στους περισσότερους κλάδους παραπονούνται για τον έντονο ανταγωνισμό των κινεζικών προϊόντων, αλλά έχουν καταφέρει να κρατήσουν το μισθολογικό κόστος σε χαμηλά επίπεδα εξάγοντας παραγωγή στην Κίνα και τα υπόλοιπα ασιατικά κράτη.

Είναι γεγονός ότι η αύξηση των τιμών των εμπορευμάτων, λόγω της έντονης κινεζικής ζήτησης, έχει επιβαρύνει τα κόστη των επιχειρήσεων. Όμως, οι πρώτες ύλες αποτελούν μικρό ποσοστό του ΑΕΠ και η επίδρασή τους στην κερδοφορία μπορεί να αντισταθμιστεί από την ικανότητα ενός κλάδου όπως αυτός των λιανικών πωλήσεων να βρίσκει φθηνότερες τιμές για τα εμπορεύματα.

Ο Danny Truell, γενικός διευθυντής της Goldman Sachs Asset Management, ισχυρίζεται ότι τα περιθώρια κερδοφορίας είναι φυσιολογικά, σε παγκόσμιο επίπεδο. Όμως η Κίνα ενδιαφέρεται περισσότερο για ανάπτυξη της οικονομίας της ώστε να δώσει δουλειά στο τεράστιο εργατικό δυναμικό της που απασχολούταν στον αγροτικό τομέα μέχρι πρότινος, παρά για να κυνηγήσει κέρδη.

Δεδομένου ότι η κινέζικη πολιτική δεν είναι πιθανό να μεταβληθεί σε βραχυπρόθεσμο ορίζοντα, αυτό σημαίνει ότι τα αμερικανικά περιθώρια κερδοφορίας θα διατηρηθούν στα τρέχοντα επίπεδα. Πρόκειται για μια ενδιαφέρουσα θεωρία, αν και φυσιολογικά εάν ένας ”παίκτης” της αγοράς δεν ενδιαφέρεται για τη μεγιστοποίηση του κέρδους, χαμηλώνει τα περιθώρια κερδοφορίας των υπόλοιπων εμπλεκομένων.

Υπάρχουν και άλλες εξηγήσεις για τις θεμελιώδεις αυτές μεταβολές, οι οποίες σχετίζονται με τη φορολογική πολιτική της κυβέρνησης Bush ή με την αναδιανομή κεφαλαίου που επετεύχθη κατά τη διάρκεια της ”φούσκας” των dotcoms, αλλά δεν θεωρείται βέβαιη η συμβολή τους σε μια μακροπρόθεσμη ενίσχυση της εταιρικής κερδοφορίας. Για παράδειγμα, το έλλειμμα προϋπολογισμού των ΗΠΑ σημαίνει ότι εν τέλει η φορολογία των επιχειρήσεων θα ενισχυθεί.

Ωστόσο, οι χρηματιστηριακές αγορές δεν θα πρέπει να ανησυχούν, καθώς οι παράγοντες που περιγράφονται παραπάνω χρειάζονται χρόνια για να ασκήσουν πιέσεις στα κέρδη και λογικά δεν κινδυνεύουν οι προοπτικές των επιχειρήσεων για το επόμενο 12μηνο.

Όμως, οι επενδυτές θα πρέπει να ανησυχούν για τις αποτιμήσεις. Αναλόγως των μετρήσεων που χρησιμοποιούνται, τα Ρ/Ε στις ΗΠΑ φαίνονται είτε ευθυγραμμισμένα με τον ιστορικό μέσο όρο είτε πολύ υψηλά. Ωστόσο, λογικά, εάν το μερίδιο των εταιρικών κερδών διαμορφώνεται σε κυκλικό υψηλό, οι αποτιμήσεις θα έπρεπε να είναι χαμηλές. Εάν δεν υπάρχει μετακίνηση σε μια ”νέα εποχή” κερδοφορίας, ο δείκτης ρίσκου-αποζημίωσης της αμερικανικής αγοράς δεν δείχνει ευνοϊκός.

© The Financial Times Limited 2005. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v