Οι μέτοχοι βρήκαν τη φωνή τους

Οι μέτοχοι δεν παραπονιόντουσαν πολύ κατά τη δεκαετία του ’90. Δεδομένων, όμως, των κερδών τους από το χρηματιστήριο, δεν υπήρχε και λόγος για παράπονα. Σε όλες τις περιπτώσεις, τα διευθυντικά στελέχη έλεγαν πως κάνουν ό,τι κάνουν για το συμφέρον των μετόχων.

του Michael Skapinker

Οι μέτοχοι δεν παραπονούνταν πολύ στη δεκαετία του ’90. Δεδομένων, όμως, των κερδών τους από το χρηματιστήριο, δεν υπήρχε και λόγος για παράπονα. Σε όλες τις περιπτώσεις, τα διευθυντικά στελέχη έλεγαν πως κάνουν ό,τι κάνουν για το καλύτερο συμφέρον των μετόχων. Η αύξηση των αξιών για τους μετόχους ήταν πρακτικά ο εταιρικός στόχος της δεκαετίας.

Όταν όμως τελείωσε η περίοδος των ”ταύρων”, πολλοί ήταν αυτοί που κατηγόρησαν αυτήν ακριβώς τη φιλοσοφία. Η αναγνώριση της προτεραιότητας των μετόχων οδήγησε ”σε εξύψωση του προσωπικού συμφέροντος, ιστορικό προηγούμενο της οποίας συναντάμε μόνο στη δεκαετία του ’30”, όπως αναφέρει μια ομάδα ακαδημαϊκών προεξάρχοντος του Καναδού συγγραφέα Henry Mintzberg.

Σε άρθρο τους στο MIT Sloan Management Review του 2002, οι ακαδημαϊκοί αναρωτιούνται γιατί οι εταιρίες δίνουν τόσο μεγάλη σημασία στους μετόχους, τη στιγμή που οι περισσότεροι εξ αυτών δεν ενδιαφέρονται μακροπρόθεσμα και προχωρούν σε αγοραπωλησίες μετοχών ανάλογα με τη διάθεσή τους.

Ωστόσο, αυτοί που ταπείνωσαν τα διευθυντικά στελέχη των εταιριών την Τετάρτη ήταν οι μέτοχοι και όχι οι ακαδημαϊκοί. Ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της Disney, Michael Eisner, είδε το 43% των μετόχων της εταιρίας να ψηφίζει εναντίον του επαναδιορισμού του. Ως εκ τούτου, το διοικητικό συμβούλιο της Disney του αφαίρεσε την προεδρία.

Την ίδια μέρα, ο Sir Philip Watts αναγκαζόταν να παραιτηθεί από την προεδρία της Royal Dutch/Shell. Στην περίπτωση αυτή, η άμεση αιτία δεν ήταν η πίεση των μετόχων: Μια επιτροπή εσωτερικού ελέγχου επισήμανε στην εταιρία ότι απαιτούνταν διοικητικές αλλαγές.

Αλλά η θέση του Sir Philip Watts ήταν ήδη επισφαλής λόγω του θυμού των επενδυτών επειδή δεν εμφανίστηκε αυτοπροσώπως στις 9 Ιανουαρίου για να εξηγήσει τους λόγους της μείωσης των αποθεμάτων πετρελαίου και φυσικού αερίου της εταιρίας κατά 20%.

Είναι άραγε η αύξηση της μετοχικής δύναμης η αιτία που οι εταιρίες χάνουν το δρόμο τους, όπως υποστηρίζουν ο καθηγητής Mintzberg και οι συνάδελφοί του, ή είναι απλώς ο καλύτερος τρόπος για να ελέγχονται τα στελέχη;

Για να μπορέσουμε να απαντήσουμε σε αυτήν την ερώτηση, θα πρέπει να ανατρέξουμε στην περίοδο πριν από τη δεκαετία του ’90, όταν ακαδημαϊκοί και μέτοχοι ανησυχούσαν για το ”πρόβλημα των αντιπροσώπων”, το φόβο δηλαδή ότι τα στελέχη τα οποία δεν διαθέτουν οικονομικό μερίδιο στην εταιρία θα μπορούσαν να ενεργήσουν αντίθετα προς το συμφέρον των ιδιοκτητών.

Η λύση στο πρόβλημα αυτό ήταν η ευθυγράμμιση των συμφερόντων ιδιοκτητών και managers, προσφέροντας στους τελευταίους δικαιώματα μετοχών. Τα δικαιώματα σήμαιναν ότι οι τελευταίοι θα έκαναν ό,τι μπορούσαν, ώστε να διασφαλίσουν την άνοδο της τιμής της μετοχής, με αποτέλεσμα να κερδίζουν οι μέτοχοι.

Με τη σημαντική άνοδο των μετοχικών κερδών τη δεκαετία του ’90, πολλά στελέχη επιχειρήσεων αποκόμισαν τεράστια οικονομικά οφέλη. ”Και λοιπόν;”, αναρωτήθηκαν οι υπερασπιστές τους.

Σε περυσινή συζήτηση στρογγυλής τραπέζης στο Harvard Business Review, ο Joe Bachelder, ένας δικηγόρος που διαπραγματευόταν τα πακέτα αποζημίωσης Αμερικανών στελεχών, όπως ο Lou Gerstner και ο Larry Bossidy, ανέφερε πως το 80% περίπου της αύξησης των αμοιβών των διευθυντικών στελεχών στη δεκαετία του ’90 οφειλόταν στα μετοχικά δικαιώματα.

Τα χρηματιστήρια πήγαιναν καλά τη δεκαετία του ’90, επιτρέποντας τόσο στους μετόχους όσο και στα στελέχη να κερδίσουν. ”Δεν λέγαμε κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του ’80 ότι έπρεπε να προσδέσουμε τους διευθύνοντες συμβούλους στην αγορά, ώστε να ταυτιστούν με την αξία των μετόχων; Το πετύχαμε”, έλεγε τότε ο κ. Bachelder.

Υπήρξαν πολλές επακόλουθες παράμετροι, ωστόσο, που οι μέτοχοι δεν ζήτησαν ποτέ, όπως να επιτρέπεται στα ανώτερα διοικητικά στελέχη να επαναπροσδιορίζουν τις τιμές των δικαιωμάτων όταν η πτωτική αγορά τα καθιστούσε πάμφθηνα.

Οι μέτοχοι δεν συζήτησαν επίσης ποτέ την αξιόποινη συμπεριφορά που ενδέχεται να επιφέρει το συνεχές κυνήγι της υψηλότερης μετοχικής τιμής σε κάποιες εταιρίες, όπως στην περίπτωση της Enron.

Εν τω μεταξύ, άλλο ένα πρόσωπο είχε την τιμητική του στα χθεσινά πρωτοσέλιδα των εφημερίδων: ο Bernie Ebbers, ο πάλαι ποτέ ενθουσιώδης γενικός διευθυντής της WorldCom, παρουσιαζόταν χλωμός, με θολά μάτια, καθώς παραδινόταν στο FBI της Νέας Υόρκης και εμφανιζόταν στο δικαστήριο να απολογηθεί για κατηγορίες απάτης, συνωμοσίας και κατασκευής ψευδών οικονομικών στοιχείων.

Η κατάρρευση εταιριών όπως η WorldCom εν μέσω κατηγοριών για απάτη ήταν που εξώθησε τους μετόχους να εναντιωθούν σε στελέχη, ίσως όχι εγκληματικά, αλλά θεωρούμενα ως παραπλανημένα, όπως ο κ. Eisner και ο Sir Philip.

”Αυτό που πραγματικά συμβαίνει είναι ότι οι επιχειρήσεις ξυπνάνε και αντιμετωπίζουν τις ευθύνες που έχουν ως προς τους μετόχους”, εξηγεί ο Peter Butler, παγκοσμίως υπεύθυνος επί θεμάτων εταιρικής διακυβέρνησης για την αγγλική εταιρία Hermes, διαχειρίστρια Αμοιβαίων Κεφαλαίων με μακρά ιστορία σε υποθέσεις ”μετοχικού ακτιβισμού”.

Ο κ. Butler προσθέτει πως, εκτός των δημοσίων επιδείξεων διαφωνίας από τους μετόχους, υπάρχουν και πολύ περισσότερες περιπτώσεις επενδυτών που εξαντλούν την επιρροή τους σε ιδιωτικές συνομιλίες με τις εταιρίες.

Το πραγματικό πρόβλημα της δεκαετίας του ’90 δεν ήταν η τοποθέτηση των συμφερόντων των μετόχων πάνω από αυτά των εργαζομένων και της ευρύτερης κοινότητας – η οποία άλλωστε είναι επίσης μέτοχος, μέσω των συνταξιοδοτικών και ασφαλιστικών οικονομικών πολιτικών.

Το πρόβλημα εντοπίζεται στο ότι οι διαχειριστές χρησιμοποίησαν την κάλυψη της αξίας των μετόχων για να κάνουν ό,τι ήθελαν. Λίγοι νοιάστηκαν όταν -φαινομενικά τουλάχιστον- ήταν όλοι κερδισμένοι από τη συνεχή άνοδο των μετοχικών τιμών.

Νοιάζονται όμως τώρα, και αυτός είναι ο πραγματικός λόγος που κρύβεται πίσω από την ενεργή εμπλοκή των επενδυτών στα των εταιριών.

© The Financial Times Limited 2004. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v