Οι Ηνωμένες Πολιτείες παρείχαν στην Ευρώπη ένα κάλυμμα ασφάλειας για υπερβολικά πολύ καιρό. Στον απόηχο του Ψυχρού Πολέμου, τα ευρωπαϊκά έθνη έχουν κάνει βαθιές και διαρκείς περικοπές στους αμυντικούς προϋπολογισμούς τους.
Οι εκτιμήσεις υποδηλώνουν πως η ευρωπαϊκή ήπειρος θα είχε δαπανήσει επιπλέον 8,6 τρισ. δολάρια στην άμυνα σε διάστημα 30 ετών, εάν είχαν διατηρηθεί τα ψυχροπολεμικά επίπεδα στρατιωτικών δαπανών. Καθώς ο αμερικανικός αμυντικός προϋπολογισμός πλησιάζει το 1 τρισ. δολάρια ετησίως, θα πρέπει να δούμε τα χρήματα που δεν έχει δαπανήσει η Ευρώπη για την άμυνα ως αυτό που πραγματικά είναι: ένας έμμεσος φόρος στον αμερικανικό λαό για να έχει ασφάλεια η Ευρώπη.
Τίποτα στην πρόσφατη μνήμη δεν το δείχνει αυτό πιο ξεκάθαρα από τον πόλεμο στην Ουκρανία. Ειλικρινά δεν υπάρχει κανένας καλός λόγος να χρειάζεται βοήθεια από τις ΗΠΑ. Η Ευρώπη απαρτίζεται από πολλά σπουδαία έθνη με παραγωγικές οικονομίες. Θα έπρεπε να έχουν τη δυνατότητα να διαχειριστούν τη σύρραξη, αλλά με την πάροδο των δεκαετιών έχουν γίνει υπερβολικά αδύναμες. Ζητήθηκε από την Αμερική να καλύψει το κενό με τρομακτικό βάρος των δικών της πολιτών.
Πίσω από το αντίτιμο, αυτή η σύρραξη έχει αποκαλύψει τη σοκαριστική αδυναμία της αμυντικής βιομηχανικής βάσης και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού. Στην Ευρώπη και στην Αμερική οι κατακερματισμένες αμυντικές βιομηχανίες φτιάχνουν περιορισμένες ποσότητες από τα πιο προηγμένα όπλα του πλανήτη, αλλά δυσκολεύονται να παραγάγουν βαριά οπλικά συστήματα με την ταχύτητα και στην κλίμακα που χρειάζονται για να κερδηθεί ένας μεγάλος πόλεμος. Παρά τα όσα λέγονται για το ποιος δαπανά τα περισσότερα για την άμυνα ως ποσοστό του ΑΕΠ, η Ρωσία αυτή τη στιγμή φτιάχνει υπερδιπλάσιο αριθμό βλημάτων κάθε μήνα απ’ όσο η Ευρώπη και οι ΗΠΑ συνδυαστικά.
Οι αμυντικές δαπάνες και η αμυντική ετοιμότητα είναι δύο διαφορετικά πράγματα. Για παράδειγμα, η Γερμανία δαπανά σημαντικά περισσότερα από τη Γαλλία στην άμυνα κάθε χρόνο, χωρίς να έχει και πολλά να επιδείξει. Ο γαλλικός στρατός περιλαμβάνει έξι εξαιρετικά ικανές ταξιαρχίες συνδυασμένων όπλων που είναι έτοιμες να αναπτυχθούν και να εκτελέσουν πολεμικές αποστολές, όμως η Bundeswehr μετά βίας μπορεί να στήσει έστω και μια ετοιμοπόλεμη ταξιαρχία.
Το ερώτημα που πρέπει να θέσει στον εαυτό του κάθε ευρωπαϊκό έθνος είναι αυτό: είστε έτοιμοι να υπερασπίσετε τον εαυτό σας; Και το ερώτημα που πρέπει να θέσουν οι ΗΠΑ είναι: αν οι Ευρωπαίοι σύμμαχοί μας δεν μπορούν καν να υπερασπιστούν τον εαυτό τους, είναι σύμμαχοι ή είναι πελάτες;
Αυτά τα ζητήματα πάνε πέραν των δημοσιονομικών τεχνασμάτων και της συμμετοχής σε τριμερείς συνόδους. Απαιτούν απτή στρατιωτική δυνατότητα και βιομηχανική δύναμη. Το Λονδίνο είναι το τραπεζικό κέντρο της Ευρώπης και ίσως και του κόσμου. Όμως οι πόλεμοι δεν πραγματοποιούνται με δολάρια, λίρες και χρηματοπιστωτικά παράγωγα, αλλά με σφαίρες.
Η Γερμανία είναι η σημαντικότερη οικονομία στην Ευρώπη, αλλά βασίζεται σε εισαγόμενη ενέργεια και σε δανεική στρατιωτική ισχύ. Αμερικανοί ηγέτες σε όλο το πολιτικό φάσμα υποστηρίζουν την Ευρώπη και βλέπουν την αξία συμμαχιών που υπάρχουν για πολλές γενιές. Αλλά καθώς παρακολουθούμε την ευρωπαϊκή δύναμη να ατροφεί υπό ένα αμερικανικό προτεκτοράτο, είναι λογικό να ρωτάμε αν η υποστήριξή μας έχει διευκολύνει την Ευρώπη να αγνοήσει την ίδια της την ασφάλεια.
Αυτό μάς φέρνει στο ζήτημα της Ουκρανίας. Στον Τύπο, η συζήτηση για τη μοιρασιά του βάρους συχνά εγκλωβίζεται σε νομισματικούς όρους: ποιος ξοδεύει τι και πόσο θα πρέπει να ξοδεύει το κάθε έθνος; Αυτό όμως κρύβει τον πραγματικό περιορισμό πόρων. Οι πόλεμοι κερδίζονται με άνδρες και υλικό.
Ξεκινώντας από το υλικό: δεν φτιάχνουμε αρκετό. Με τους τρέχοντες ρυθμούς παραγωγής, θα χρειαστούν χρόνια για να ξαναφτιαχτούν στρατιωτικά αποθέματα μετά από αυτόν τον πόλεμο -ακόμα και αν σταματήσουμε να δαπανάμε τα κρίσιμα αμυντικά αποθέματα σήμερα, όπως θα έπρεπε οπωσδήποτε να κάνουμε. Χρειάζεται μια ισχυρή δέσμευση για την επαναβιομηχανοποίηση της Δύσης, για την εκπαίδευση ειδικευμένων εργατών και την ανασυγκρότηση της παραγωγικής ικανότητας.
Η Ουκρανία χρειάζεται επίσης περισσότερους άνδρες. Ο μέσος Ουκρανός στρατιώτης είναι περίπου 43 ετών. Ο πρώην αρχιστράτηγος της χώρας, Βαλέρι Ζαλούζνι, δήλωσε πρόσφατα πως χρειάζονταν επιστράτευση νέων στρατιωτών. Η Ουκρανία δεν θα μπορέσει να συνεχίσει για πολύ με αυτόν τον ρυθμό και τότε θα ζητηθεί από δυτικούς στρατιώτες να ανταποκριθούν στο κάλεσμα.
Το χρωστάμε στους Ευρωπαίους εταίρους μας να είμαστε ειλικρινείς: οι Αμερικανοί θέλουν συμμάχους στην Ευρώπη, όχι κράτη-πελάτες, και η γενναιοδωρία μας στην Ουκρανία φτάνει στο τέλος της. Οι Ευρωπαίοι θα πρέπει να θεωρήσουν την ολοκλήρωση του πολέμου εκεί ως επιτακτική. Πρέπει να συνεχίσουν να ανασυγκροτούν τη βιομηχανική και στρατιωτική τους ικανότητα. Και η Ευρώπη πρέπει να εξετάσει το πώς ακριβώς θα ζήσει με τη Ρωσία, όταν τελειώσει ο πόλεμος στην Ουκρανία.
Στις ΗΠΑ, οι αιτιολογίες για τον πόλεμο συχνά εξαρτώνται από μια σύγχρονη θεωρία του ντόμινο: αν δεν σταματήσουμε τον Πούτιν στην Ουκρανία, δεν θα σταματήσει εκεί. Αλλά ήρθε η ώρα η Ευρώπη να σταθεί στα δικά της πόδια. Αυτό δεν σημαίνει πως πρέπει να είναι μόνη, αλλά πρέπει να σταματήσει να χρησιμοποιεί την Αμερική ως δεκανίκι.
* Ο συγγραφέας του άρθρου είναι Ρεπουμπλικάνος γερουσιαστής από το Οχάιο και συγγραφέας του «Hillbilly Elegy»
© The Financial Times Limited 2024. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation