O Rishi Sunak κάνει πολιτική λες και μόλις βγήκε από κάποιο μάθημα κατάρτισης με τίτλο «Πώς να κάνεις πολιτική». Οι χειρονομίες και η ομιλία του είναι σαν να τις έχει επαναλάβει για να τις μάθει. Υπάρχει κάτι το τυποποιημένο στην τακτική: τώρα να καλοπιάσεις τη δεξιά, τώρα να κάνεις στροφή. Σε μια ακμάζουσα δημοκρατία, θα ήταν ένας καλός επιτελάρχης της Downing Street με το μάτι ανοιχτό για μια κενή κοινοβουλευτική θέση.
Ως έχει, ο πρώην υπουργός Οικονομικών του Ηνωμένου Βασιλείου είναι ξεκάθαρα ο καλύτερος υποψήφιος για πρωθυπουργός σε ένα δύσκολο Συντηρητικό πεδίο. Μπορείτε να αποδοκιμάσετε την έλλειψη ανταγωνισμού στο Westminster καθώς ανέβαινε ο Sunak τα τελευταία χρόνια. Αλλά μην υποθέτετε πως ο ανταγωνισμός θα ήταν σκληρότερος αλλού. Στις ΗΠΑ, τα δυο ανώτατα στελέχη των Δημοκρατικών είναι ένας συνταξιούχος και η άγαρμπη αντιπρόεδρός του. Στις τελευταίες γερμανικές εκλογές ήρθα αντιμέτωποι ο Olaf Scholz με τον Armin Laschet σε έναν διαγωνισμό απεριγραπτοσύνης. Κανένας από τους τελευταίους έξι πρωθυπουργούς της Αυστραλίας δεν έχει εντυπωσιάσει τόσο ώστε να παραμείνει τέσσερα χρόνια στην εξουσία. Για δεύτερη φορά μέσα σε μια δεκαετία η Ιταλία έχει έναν παγκοσμιοποιητή ονόματι Mario που προσπαθεί να συμμαζέψει μια εγχώρια πολιτική τάξη που δεν έχει ανάστημα.
Η δυτική δημοκρατία έχει πρόβλημα προσωπικού. Είναι κάτι που βρίσκεται στα σκαριά ολόκληρο τον αιώνα. Έχοντας ένα καλό μυαλό και έναν αληθοφανή τρόπο, ήταν τρελά εύκολο για τον David Cameron να γίνει αρχηγός των Tories μέσα σε πέντε χρόνια από τότε που μπήκε στη βουλή το 2001. Όταν ο Dominique Strauss-Kahn «έσκασε» λόγω ενός σκανδάλου μια δεκαετία αργότερα, η διέξοδος των Σοσιαλιστών ήταν ο βαρύς και αργός καιροσκόπος Francois Hollande. Κοιτάξτε τις μεγάλες δημοκρατίες τώρα. Ο Emmanuel Macron, είναι αλήθεια, θα έλαμπε σε οποιαδήποτε δουλειά γραφείου. Ποιος άλλος όμως;
Αν οι ψηφοφόροι απέρριπταν παγκόσμιες ιστορικές μορφές για να επιλέξουν τριτοκλασσάτους, τότε θα μπορούσαμε να θεωρήσουμε πως όλα αυτά αποτελούν πρόβλημα από την πλευρά της ζήτησης. Αλλά η προσφορά είναι το μεγαλύτερο ζήτημα. Δεν υπάρχουν αρκετοί ικανοί άνθρωποι φιλελεύθερης ή μετριοπαθούς τάσης που να μπαίνουν στην πολιτική. Οι λόγοι είναι αρκετά αυτονόητοι. Το μισθολογικό χάσμα σε σχέση με μια καριέρα στα χρηματοοικονομικά, στο εταιρικό δίκαιο και σε άλλους τομείς έχει αυξηθεί την τελευταία γενιά. (Σκεφτείτε τη βιασύνη με την οποία ο Cameron, που δεν ήταν φτωχαδάκι, αναπλήρωσε τα χαμένα κέρδη του μόλις έφυγε από την εξουσία). Το ίδιο και η προσωπική έκθεση του εκλεγμένου προέδρου. Ο Τύπος κρατούσε τα μυστικά του John F. Kennedy και του Francois Mitterrand. Ακόμα και αν τείνουν προς τα εκεί τώρα, ένας πολίτης με ένα κινητό με κάμερα και έναν λογαριασμό στο Twitter δεν χρειάζεται να τείνει και αυτός προς τα εκεί.
Οι αναταράξεις της περασμένης δεκαετίας έχουν περισσότερο νόημα σε αυτό το πλαίσιο. Από πνευματική άποψη, είναι αναμενόμενο να αποδίδουμε την κρίση της δημοκρατίας σε δομικές δυνάμεις: στην απώλεια θέσεων εργασίας στη βιομηχανία, στην άνοδο των νέων μέσων. Κατά την άποψή μας για την ιστορία, αν όχι την οικονομία, το επάγγελμά μου έχει γίνει μαρξιστικό μέχρι το κόκκαλο. Παρ' όλη την εξωτερική έλλειψη καλλιέργειάς της, όμως, η θεωρία του Μεγάλου Ανθρώπου, η έμφαση στην ατομική δράση, έχει κάτι το ιδιαίτερο. Ίσως ο φιλελευθερισμός απλώς ξεμένει από σπουδαίους άνδρες και γυναίκες. Ή ακόμα και πολύ καλούς άνδρες και γυναίκες.
Είναι δύσκολο να δώσεις έμφαση το άτομο χωρίς να φαίνεσαι σνομπ. Για να το ορίσουμε, λοιπόν, δεν υπάρχει κάποια αυτόματη εξίσωση μεταξύ της ακαδημαϊκής-επαγγελματικής καλής πίστης ενός ατόμου και της χρησιμότητάς του στη δημόσια ζωή. Ο Harry Truman ήταν ένας αποτυχημένος έμπορος ειδών ραπτικής. Ήταν επίσης, μέσω του ΝΑΤΟ και του Σχεδίου Μάρσαλ, ο αρχιτέκτονας του δεύτερου μισού του 20ού αιώνα. Ο Robert McNamara κάποια στιγμή είχε ίσως το καλύτερο βιογραφικό στην Αμερική. Δύσκολα θα μπορούσε να υπήρχε πιο καταστροφικός υπουργός Άμυνας.
Το ερώτημα είναι εάν, σε ένα αρκετά μεγάλο μέγεθος δείγματος, μπορεί μια χώρα να επιβιώσει από την αποστολή των ικανότερων ανθρώπων της στον ιδιωτικό τομέα. Κατά μία έννοια, ο δημοκρατικός καπιταλισμός αυτοδιαβρώνεται. Επιτρέποντας ιδιωτικές σταδιοδρομίες με τόσο πλούσιο μισθό και ιδιωτικότητα, η πολιτική γίνεται κάτι που δεν βγάζει πουθενά. Η επακόλουθη μείωση των νόμων και των θεσμών απειλεί με τη σειρά της την οικονομία. Εάν σας αγχώνει το «τσίρκο» των Tories, σκεφτείτε πως στη σκιώδη ομάδα των Εργατικών, η εμπειρία προέρχεται από κάποια που έχει περάσει ένα τέταρτο του αιώνα στο κοινοβούλιο χωρίς να αφήσει πολλά σημάδια (Yvette Cooper) και από έναν αποτυχημένο πρώην ηγέτη (Ed Miliband). Οι απολυταρχίες δίνουν τουλάχιστον στους αξιωματούχους αρκετό περιθώριο για «λάδωμα» και ανοχή στα μικροπαραπτώματα, ώστε να συνεχίσουν να έρχονται ταλέντα.
Τα προσφάτως δημοσιευμένα ημερολόγια του Chris Patten, του τελευταίου κυβερνήτη του Χονγκ Κονγκ, προορίζονται να είναι μια ελεγεία για εκείνο το μέρος. Καταλήγουν να αφήνουν τον αναγνώστη να νοσταλγεί ένα συγκεκριμένο είδος πολιτικού. Του έξυπνου, διοικητικά ικανού και μη δογματικού: Ο Patten δεν ήταν καν το εξέχον μέλος της κουστωδίας των Tories που περιελάμβανε έναν δικηγόρο που έγινε βασιλικός σύμβουλος στα 40 (Ken Clarke) και τον δημιουργό μιας εμπορικής περιουσίας (Michael Heseltine). Συγκριτικά, η Βρετανία μπορεί σύντομα να διοικείται από κάποια που προσπάθησε να συμπεριλάβει όσο το δυνατόν συχνότερα στην κοινοβουλευτική της ομιλία ανάρμοστη φρασεολογία. Η κρίση της δημοκρατίας μοιάζει με την κρίση στα εστιατόρια και στο αεροδρόμιο Heathrow. Απλά δεν μπορείς να βρεις προσωπικό.
© The Financial Times Limited 2022. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation