Θα πήγαινε η Αμερική σε πόλεμο για την Ταϊβάν; Για δεκαετίες αυτό το ερώτημα έμοιαζε σχετικά αόριστο. Τώρα όμως είναι όλο και πιο επείγον.
Αυτό τον μήνα, σε διάστημα μόλις τεσσάρων ημερών, η κινεζική πολεμική αεροπορία έστειλε περίπου 150 μαχητικά αεροσκάφη στην αναγνωριστική ζώνη αεράμυνας της Ταϊβάν, αριθμός-ρεκόρ που ανάγκασε την αεροπορία της δεύτερης να δώσει επανειλημμένως εντολή σκραμπλ (άμεση απογείωση). Την ίδια περίοδο, οι ΗΠΑ και πέντε άλλα κράτη, περιλαμβανομένων της Ιαπωνίας και του Ηνωμένου Βασιλείου, διεξήγαγαν μια από τις μεγαλύτερες ναυτικές ασκήσεις των τελευταίων δεκαετιών στον δυτικό Ειρηνικό.
Αυτή η επίδειξη στρατιωτικής δύναμης συνοδευόταν από συγκρουσιακή ρητορική και από τις δύο πλευρές. Κατά τη διάρκεια του Σαββατοκύριακου, ο πρόεδρος Xi Jinping δεσμεύτηκε σε ομιλία του πως «η ιστορική αποστολή της πλήρους επανένωσης της μητέρας πατρίδας… οπωσδήποτε θα ολοκληρωθεί». Ο Κινέζος ηγέτης τόνισε πως προτιμά να αναλάβει τον έλεγχο της Ταϊβάν με ειρηνικά μέσα. Αλλά αφού η οικειοθελής παράδοση από την Ταϊβάν είναι σχεδόν αδιανόητη, αυτό που μένει, είναι τα στρατιωτικά μέσα.
Η CIA, επίσης, μόλις ανακοίνωσε τη δημιουργία ενός νέου «Κέντρου» για την Κίνα, χαρακτηρίζοντας τη χώρα ως «τη σημαντικότερη γεωπολιτική απειλή που αντιμετωπίζουμε τον 21ο αιώνα». Το πιο επείγον ζήτημα θα είναι να εκτιμήσει τις προθέσεις του Πεκίνου αναφορικά με την Ταϊβάν.
Ο Chiu Kuo-cheng, υπουργός Άμυνας της νήσου, προειδοποίησε την περασμένη εβδομάδα πως η Κίνα θα μπορεί να εισβάλει μέχρι το 2025 και περιέγραψε την τρέχουσα κατάσταση ως την πιο επικίνδυνη των τελευταίων 40 ετών.
Το λαϊκό αίσθημα τόσο στην Κίνα όσο και στις ΗΠΑ, που θα επηρεάσει τις επιλογές που θα κάνουν οι ηγέτες των δύο χωρών, φαίνεται όλο και πιο φιλοπόλεμο. Το εθνικιστικό αίσθημα στην Κίνα και η αυξανόμενη επικέντρωσή του στην Αμερική αντανακλάται στην τωρινή blockbuster ταινία «Μάχη στη λίμνη Changjin» -της ιστορίας της αμερικανικής ήττας από τους Κινέζους στον πόλεμο της Κορέας.
Στις ΗΠΑ, το 67% όσων συμμετείχαν σε δημοσκόπηση έχουν τώρα αρνητικές απόψεις για την Κίνα, έναντι του 46% που ήταν το αντίστοιχο ποσοστό το 2018. Μια άλλη δημοσκόπηση που διενεργήθηκε τον Αύγουστο έδειξε πως για πρώτη φορά περισσότεροι από τους μισούς Αμερικανούς (52%) τάσσονται υπέρ της χρήσης Αμερικανών στρατιωτών για να υπερασπιστούν την Ταϊβάν αν εισβάλει η Κίνα, ένα εντυπωσιακό αποτέλεσμα, δεδομένου του όχι αμελητέου κινδύνου αυτό να οδηγήσει στον Γ’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Η ομάδα Biden πιστεύει πως η Κίνα είναι αποφασισμένη να εκτοπίσει τις ΗΠΑ ως η εξέχουσα οικονομική και στρατιωτική δύναμη του κόσμου και είναι αποφασισμένοι να αντισταθούν. Κατανοούν πως μεγάλο μέρος του αγώνα θα έχει να κάνει με το εμπόριο και την τεχνολογία. Αλλά γνωρίζουν επίσης πως μια επιτυχημένη κινεζική εισβολή στην Ταϊβάν θα σηματοδοτούσε το τέλος της αμερικανικής κυριαρχίας στην περιοχή Ινδικού-Ειρηνικού.
Θα πήγαιναν οι ΗΠΑ σε πόλεμο για να αποτρέψουν αυτό το ενδεχόμενο; Η σύντομη απάντηση είναι πως κανένας δεν γνωρίζει. Ούτε οι στρατιωτικοί σχεδιαστές στην Ουάσινγκτον και στο Πεκίνο γνωρίζουν -που δουλειά τους είναι να καταρτίζουν περίπλοκα σχέδια για σύγκρουση για την Ταϊβάν. Πιθανότατα δεν γνωρίζει ούτε ο ίδιος ο Αρχιστράτηγος των ΗΠΑ Joe Biden. Άρα, πολλά θα εξαρτηθούν από τη φύση της επίθεσης -και την εσωτερική και διεθνή πολιτική κατάσταση που θα επικρατεί εκείνη την περίοδο.
Όπως έδειξαν η πυραυλική κρίση της Κούβας το 1962 και η ευρωπαϊκή κρίση του Ιουλίου 1914 (σ.τ.μ.: πρόκειται για το διάστημα των 30 ημερών που ακολούθησαν τη δολοφονία του διαδόχου της Αυστροουγγρικής αυτοκρατορίας, αρχιδούκα Φερδινάνδου και της συζύγου του στο Σαράγεβο στις 28 Ιουνίου, και οδήγησαν στην κήρυξη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου), οι κοσμογονικές αποφάσεις για τον πόλεμο και την ειρήνη συχνά λαμβάνονται με εντυπωσιακά τυχαίο τρόπο, υπό την πίεση γεγονότων που αλλάζουν ταχύτατα.
Η διατήρηση μιας κατάστασης αβεβαιότητας, στην πραγματικότητα, είναι μια εσκεμμένη αμερικανική πολιτική -γνωστή ως «στρατηγική ασάφεια». Η ιδέα είναι να αποτραπεί η Κίνα από το να επιτεθεί στην Ταϊβάν, αφήνοντας να εννοηθεί πως οι ΗΠΑ θα υπερασπιστούν τη νήσο, χωρίς όμως να εκδίδεται σαφής εγγύηση ασφάλειας που μπορεί από μόνη της να πυροδοτήσει μια στρατιωτική αντιπαράθεση. Η στρατηγική ασάφεια έχει βοηθήσει την Αμερική να διατηρήσει για δύο γενιές το status quo για την Ταϊβάν.
Αλλά υπάρχει ανησυχία στην Ουάσινγκτον πως οι υπολογισμοί του Πεκίνου αρχίζουν να αλλάζουν. Ανώτατοι Αμερικανοί αξιωματούχοι πιστεύουν πως η κινεζική ηγεσία έχει πείσει τον εαυτό της πως οι ΗΠΑ βρίσκονται σε ανίατη πτώση -με τη χαοτική απόσυρση από το Αφγανιστάν να θεωρείται η τελευταία απόδειξη αυτού.
Την περασμένη εβδομάδα, ο σύμβουλος εθνικής ασφάλειας του Biden, Jake Sullivan, προειδοποίησε πως θα είναι «σοβαρό λάθος» οι χώρες να εξάγουν ευρύτερα συμπεράσματα από το Αφγανιστάν αναφορικά με την αποφασιστικότητα των ΗΠΑ. Τα σχόλια του Sullivan αντανακλούν μια αμερικανική ανησυχία πως μια Κίνα με όλο και μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση θα μπορούσε να απορρίψει την πιθανότητα η Αμερική να πάει σε πόλεμο για την Ταϊβάν -ή πως έχει αποφασίσει ότι θα μπορούσε γρήγορα να κερδίσει μια «περιορισμένη» σύγκρουση. Η διαρροή κάποιων εκθέσεων από αμερικανικά πολεμικά παιχνίδια που υποδηλώνουν πως η Κίνα θα υπερίσχυε σε μια μάχη για την Ταϊβάν, οπωσδήποτε δεν θα πέρασε απαρατήρητη στο Πεκίνο.
Για να δυσκολέψει μια αύξηση της εγχώριας στήριξης στις ΗΠΑ σε μια παρέμβαση, η Κίνα μπορεί να επιλέξει να χρησιμοποιήσει μεθόδους της «γκρίζας ζώνης», που δεν φτάνουν στην πλήρη εισβολή. Σε αυτές θα μπορούσαν να περιλαμβάνονται ένα ναυτικό μπλόκο ή η ανάπτυξη ειδικών δυνάμεων επιφορτισμένων με την παράλυση ταϊβανέζικων υποδομών ή τη σύλληψη της ηγεσίας της χώρας.
Με άλλα λόγια, η Κίνα αναπτύσσει τη δική της μορφή «στρατηγικής ασάφειας» αναφορικά με την Ταϊβάν - επιβεβαιώνοντας διαρκώς την προθυμία της να πάει σε πόλεμο, αφήνοντας ταυτόχρονα την Ουάσινγκτον και την Ταϊπέι να αναρωτιούνται πώς και πότε μπορεί να συμβεί κάτι τέτοιο. Το γεγονός πως η Κίνα μέχρι τώρα απορρίπτει τις αμερικανικές προσεγγίσεις για δημιουργία στρατιωτικής γραμμής επικοινωνίας που θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για την αποκλιμάκωση συγκρούσεων, υποδηλώνει πως η κυβέρνηση του Xi είναι ευχαριστημένη με το να αφήνει τις ΗΠΑ να μαντεύουν.
Τόσο η Κίνα όσο και οι ΗΠΑ νιώθουν όλο και περισσότερο σαν να έχουν ήδη εμπλακεί σε ένα δυνητικά θανάσιμο παιχνίδι πόκερ αναφορικά με την Ταϊβάν, καθώς προσπαθούν μπλοφάροντας να αναγκάσουν η μια πλευρά την άλλη να κάνει πίσω. Η στρατηγική ασάφεια έχει διατηρήσει για δεκαετίες την ειρήνη. Αλλά ίσως πλησιάζει μια επικίνδυνη στιγμή σαφήνειας.
© The Financial Times Limited 2021. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation