Μόνο οι γενναίοι μπορούν να ισχυριστούν ότι βλέπουν ξεκάθαρα που πηγαίνουν οι αγορές του χρόνου.
Στα τελευταία επενδυτικά outlook κυριαρχούν κοινά ζητήματα: η επίπτωση των πολιτικών δηλώσεων στο εμπόριο και ο εκλογικός κύκλος στις ΗΠΑ, η ανθεκτικότητα των μεγάλων οικονομιών, η γοητεία της Wall Street και οι φθηνοί ανταγωνιστές, όπως οι αναδυόμενες αγορές και η Ιαπωνία. Αλλά τα κέρδη και ο επιχειρηματικός κύκλος είναι οι καθοριστικοί παράγοντες για την επίδοση των χρηματιστηριακών αγορών το 2020.
Μια ενδιαφέρουσα απόκλιση μεταξύ σημαντικών κατηγοριών στοιχείων ενεργητικού τραβάει την προσοχή όταν προσπαθεί κανείς να αξιολογήσει την κατεύθυνση που θα πάρουν οι αγορές. Το πρόσφατο ράλι σε επίπεδα ρεκόρ στις παγκόσμιες χρηματιστηριακές αγορές αντανακλά την πίστη στην κυκλική ανάκαμψη τους ερχόμενους μήνες, εν μέσω ελπίδων για άνοδο των εταιρικών κερδών και μικρότερων πιέσεων στα περιθώρια. Αλλά οι αγορές εμπορευμάτων δεν συμφωνούν.
Τα βιομηχανικά μέταλλα έχουν σημειώσει λιγότερο εκρηκτική επίδοση, με τη νέα πτώση στην τιμή του χαλκού – ένα βαρόμετρο για τη μελλοντική παγκόσμια οικονομική δραστηριότητα. Η τιμή του αργού πετρελαίου είναι αντιμέτωπη με την άνοδο της προσφοράς και αντανακλά τις προοπτικές λιγότερο ισχυρής ζήτησης στο μέλλον.
Νωρίτερα αυτόν τον μήνα, η απόδοση του αμερικανικού 10ετούς ομολόγου και οι προσδοκίες για τον πληθωρισμό επιχείρησαν να κινηθούν υψηλότερα εν μέσω προσδοκιών για ανάκαμψη της παγκόσμιας οικονομίας, αλλά τούτο αποδείχτηκε εφήμερο.
Οι αποκλίσεις μεταξύ στοιχείων ενεργητικού δεν είναι κάτι το ασυνήθιστο δεδομένων των διαφορετικών μεταβλητών που καθορίζουν τις κινήσεις σε διαφορετικά τμήματα των αγορών. Μια εξήγηση είναι η τάση των μετοχών να βασίζονται σε γενικά πιο αισιόδοξες αντιλήψεις για το που οδεύουν τα πράγματα.
Στη βάση αυτή, οι επενδυτές πιστεύουν ότι θα υπάρξει μια εμπορική ανακωχή ανάμεσα στις ΗΠΑ και την Κίνα, η οποία θα δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για κυκλική ανάκαμψη. Μια άλλη εξήγηση είναι η εμπιστοσύνη στο ότι οι κεντρικές τράπεζες προσφέρουν στήριξη στις τιμές των μετοχών του αναπτυγμένου κόσμου.
H πρόσφατη πτώση στις αποδόσεις των κρατικών ομολόγων αναφοράς αντανακλά τις ανησυχίες για το εμπόριο και καταδεικνύουν επίσης ότι η τάση για αργή ανάπτυξη και ελαφρά πληθωριστική πίεση είναι εδώ για να μείνει.
Υπάρχει επίσης η αίσθηση ότι οι προσπάθειες για μεγαλύτερη δημοσιονομική τόνωση το 2020 αντιμετωπίζουν υψηλότερα εμπόδια, περιορίζοντας το περιθώριο για ισχυρότερη οικονομική ανάκαμψη.
Οι επενδυτές πρέπει να εξακριβώσουν ποια από τα σήματα που στέλνει η αγορά θα πιστέψουν και πρέπει επίσης να καταλάβουν τον βρόχο ανάδρασης. Άλλωστε, το ράλι των μετοχών μπορεί να αντανακλά είτε προσδοκίες οικονομικής ανόδου είτε απλά την ώθηση από τις χαμηλές αποδόσεις των ομολόγων και την τόνωση των κεντρικών τραπεζών.
Η ιστορία φέτος για τους επενδυτές είναι η αντίστροφη από αυτό που βίωσαν κατά τη διάρκεια του 2018 και περιστρέφεται γύρω από το επίπεδο των αποδόσεων των 10ετών ομολόγων, όπως έχει επισημάνει η BCA Research. Η άνοδος των αποδόσεων το 2018 διέλυσε τις αποτιμήσεις των μετοχών, ενώ φέτος, οι χρηματιστηριακές αγορές ανέκαμψαν μετά την αλλαγή πορείας των ομολόγων αναφοράς.
Η δύσκολη χρονιά για την παγκόσμια οικονομία έρχεται σε αντίθεση με την στιβαρή επίδοση των παγκόσμιων μετοχών. Ο δείκτης MSCI All World δείχνει κέρδος 20% για τη φετινή χρονιά, αν και παραμένει μακριά από το ρεκόρ που σημείωσε στις αρχές του 2018. Ο δείκτης MSCI Emerging Market έχει σκαρφαλώσει λιγότερο από 10% το 2019, επιβαρυμένος από το εμπόριο και τις αναταράξεις σε συγκεκριμένες χώρες.
Ένα σημαντικό ερώτημα για τους αγοραστές μετοχών αυτή τη στιγμή είναι κατά πόσον θα βελτιωθεί ο ρυθμός αύξησης των κερδών και των περιθωρίων τους ερχόμενους δώδεκα μήνες, και σε ποιον βαθμό.
Ο Άντριου Μίλιγκαν, επικεφαλής παγκόσμιας στρατηγικής στην Aberdeen Standard Investments ανέφερε ότι το βασικό ζήτημα είναι κατά πόσον οι ευνοϊκές οικονομικές εξελίξεις «μεταφραστούν σε θετική ανάπτυξη κερδών την επόμενη χρονιά, δεδομένου του βαθμού στον οποίο οι μετοχές έχουν προεξοφλήσει θετικά νέα».
Ένα βασικό ρίσκο είναι πως τα κέρδη μπορεί να επιδεινωθούν αν η παγκόσμια οικονομία ξυπνήσει από τον λήθαργό της. Αυτό θα αμφισβητούσε τις αποτιμήσεις των μετοχών και άλλων στοιχείων ενεργητικού υψηλότερου ρίσκου και θα δημιουργούσε ερωτήματα σχετικά με την ισορροπία νομισματικής πολιτικής και μετοχών.
Αν και η πιθανότητα αυτή είναι ορατή, είναι ξεκάθαρο ότι οι αμερικανικές και ευρωπαϊκές μετοχές δείχνουν ακριβές, καθώς εξαρτώνται από τις υποθέσεις για άνοδο στα κέρδη. Για να παραμείνουν σε τροχιά, «ο δείκτης MSCI World πρέπει να δει ανάπτυξη κερδών 18% τους επόμενους 12 μήνες, λαμβάνοντας ώθηση από τις αμερικανικές μετοχές οι οποίες αναμένουν ανάπτυξη κερδών 24%» ανέφεραν αναλυτές στην ελβετική εταιρεία Unigestion. Για τις ευρωπαϊκές μετοχές, η ανάπτυξη κερδών πρέπει να φτάσει το 21%.
Στην καλύτερη περίπτωση, πολλοί πιστεύουν ότι τα εταιρικά κέρδη μπορούν να ανακάμψουν, αλλά όχι όσο το 2017, όταν η παγκόσμια οικονομία έβγαινε από το τέλμα στο τέλος του 2015 και τις αρχές 2016 – μια πτώση που χτύπησε πολύ σκληρά τις αναδυόμενες αγορές.
Ο Νταβάλ Τζόσι στη BCA Research υπογραμμίζει ότι «τα δύο συστατικά των κερδών και πωλήσεων και περιθωρίων κέρδους, θα ξεκινήσουν το 2020 από πολύ αυξημένα επίπεδα» για τις παγκόσμιες μετοχές. Τα σημερινά περιθώρια κέρδους για τις παγκόσμιες μετοχές βρίσκονται λίγο κάτω από τα υψηλά, ενώ στις αρχές του 2017, το μέτρο αυτό βρισκόταν σε κυκλικό χαμηλό. Αντίθετα, οι καθαρές πωλήσεις για τις παγκόσμιες μετοχές δεν έχουν υποστεί τις αναταράξεις στο τέλος του 2015 και τις αρχές 2016. Ως εκ τούτου, εκτιμά, «το συμπέρασμα είναι ότι τα κέρδη μπορούν να αναπτυχθούν το 2020, αλλά η ανάπτυξη θα είναι στην καλύτερη περίπτωση ήπια».
Για τους επενδυτές, αυτό ακούγεται μια εξαιρετικά απογοητευτική πρόβλεψη, αλλά ένας κόσμος χαμηλών αποδόσεων στα κρατικά ομόλογα και χαλαρής νομισματικής πολιτικής συνεχίζει να ευνοεί τις μετοχές.
© The Financial Times Limited 2019. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation