Ακόμη και σε μια χρονιά – ρεκόρ για τις διεθνείς αγορές ομολόγων, η Ελλάδα ξεχωρίζει.
Υπενθυμίζεται ότι μόλις το 2012, οι επενδυτές είχαν αποφασίσει ότι το ελληνικό χρέος είχε ξεφύγει εκτός ελέγχου και είχαν αρνηθεί να δανείσουν στην Αθήνα με κάθε κόστος. Τώρα, μετά από ένα ράλι που έχει τραβήξει πολλά βλέμματα, οι επενδυτές πληρώνουν την Ελλάδα για να δανειστούν βραχυπρόθεσμους τίτλους. Οι αποδόσεις των 10ετών ομολόγων κινούνται στο 1,2% - πολύ χαμηλότερα από το κόστος χρηματοδότησης της αμερικανικής κυβέρνησης. Και μέσα σε μια ευρωζώνη με χαμηλά ή αρνητικά επιτόκια, η Ελλάδα δεν εμφανίζεται πλέον ως το πιο επικίνδυνο στοίχημα: Εντός της εβδομάδας οι αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων υποχώρησαν κάτω από τα ιταλικά για πρώτη φορά από το 2008.
Η αποκατάσταση των συνθηκών δανεισμού από τις αγορές οφείλεται κατά πολύ στη σταδιακή εξυγίανση της οικονομίας μετά από μια βίαιη πτώση, καθώς και την πολιτική εξομάλυνση που έχει οδηγήσει στην απομάκρυνση του σεναρίου εξόδου από την ευρωζώνη.
Όμως εξίσου σημαντικοί είναι και οι εξωγενείς παράγοντες. Οι πολύ χαμηλές αποδόσεις παγκοσμίως έχουν οδηγήσει τους επενδυτές που διψούν για έσοδα σε ολοένα και πιο «επικίνδυνα» στοιχήματα. Τα κεφάλαια που εισρέουν στη μικρή ελληνική αγορά ομολόγων έχουν συμπιέσει τις αποδόσεις σε ιστορικά χαμηλά.
Η διαδικασία ξεκίνησε τον Απρίλιο του 2014, όταν η Ελλάδα επέστρεψε στις αγορές μόλις δυο χρόνια μετά την αναδιάρθρωση του χρέους. Οι επενδυτές ενθουσιάστηκαν, αγοράζοντας νέα πενταετή ομόλογα ύψους 3 δισ. ευρώ με απόδοση 4,75%. Κάποιοι από αυτούς πόνταραν ότι οι ιδιώτες ομολογιούχοι, που πλέον ελέγχουν πολύ μικρότερο μέρος του ελληνικού χρέους, δεν θα αναγκάζονταν να υποστούν ξανά ζημιές.
«Μετά από πολλές διασώσεις και μια πολύ επίπονη αναδιάρθρωση χρέους, αισθανθήκαμε ότι οι κανόνες του παιχνιδιού είχαν αλλάξει», δήλωσε ο Keith Ney, διαχειριστής της γαλλικής Carmignac Gestion, που είχε αγοράσει ομόλογα το 2014. «Από τη στιγμή που η μεγάλη πλειονότητα του χρέους ελέγχονταν από τον επίσημο τομέα… θεωρήσαμε ότι ενδεχόμενη μελλοντική αναδιάρθρωση δεν θα ενέπλεκε τους ιδιώτες».
Η Carmignac κράτησε τα ομόλογα όταν οι αποδόσεις εκτινάχθηκαν το 2015, καθώς η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ οδηγούσε την Ελλάδα κοντά σε έξοδο από το ευρώ, και αγοράζει νέους τίτλους έκτοτε. Πλέον είναι ο τέταρτος μεγαλύτερος ιδιώτης επενδυτής σε ελληνικά ομόλογα, σύμφωνα με τα στοιχεία του Bloomberg.
Ο κ. Ney σημειώνει ότι η επενδυτική του θέση δεν έχει αλλάξει. «Εχουμε μια μακροπρόθεσμη στάση διακράτησης και θεωρούμε ότι υπάρχει περιθώριο περαιτέρω ανόδου από τα τρέχοντα επίπεδα», τονίζει.
Η πιστοληπτική αξιολόγηση της Ελλάδας είναι ακόμη τρεις βαθμίδες χαμηλότερα από την επενδυτική κατηγορία. Όμως η πρόσφατη αναβάθμιση από την S&P έχει πυροδοτήσει ελπίδες για μια κίνηση προς την επενδυτική βαθμίδα, κάτι που θα άνοιγε το δρόμο και σε αγορές ελληνικών ομολόγων από την ΕΚΤ.
Η κίνηση των ελληνικών ομολόγων έχει αποφέρει υψηλά κέρδη στους επενδυτές. Ενδεχόμενη αγορά και διακράτηση του ελληνικού 10ετούς ομολόγου από τον Απρίλιο του 2014 οδηγεί σήμερα σε συνολική απόδοση 87%. Οποιος ήταν αρκετά τυχερός ή τολμηρός ώστε να τοποθετηθεί στο ζενίθ της ελληνικής κρίσης του 2015, έχει υπερτριπλασιάσει τα κεφάλαιά του.
Κάποιοι τα έχουν πάει ακόμη καλύτερα. Ο Αχιλλέας Ρίσβας είναι ιδρυτής του hedge fund Dromeus Capital, που αγόρασε ελληνικά ομόλογα έναντι περίπου 20 σεντς στο δολάριο, τον Ιούνιο του 2012, μετά τις εκλογές στη χώρα. «Όλοι νόμιζαν ότι ήμασταν τρελοί», υπογραμμίζει.
Εχοντας κρατήσει τους τίτλους, πλέον έχει βγάλει τέσσερις φορές τα κεφάλαιά του από τη συναλλαγή. Ωστόσο, μειώνει τη θέση του τον τελευταίο χρόνο. «Οι αποδόσεις δεν αντανακλούν τα ρίσκα», σημειώνει.
Ένα από αυτά τα ρίσκα είναι το ύψος του ελληνικού χρέους, στα 359 δισ. ευρώ ή στο 180% του ΑΕΠ. Ωστόσο, μόλις 67 δισ. ευρώ βρίσκονται στα χέρια επενδυτών – το μεγαλύτερο μέρος του είναι μακροχρόνια δάνεια από την ΕΕ και το ΔΝΤ, με πολύ ευνοϊκά επιτόκια.
Η Ιταλία, με χρέος στο 134% του ΑΕΠ, καλείται να το αναχρηματοδοτεί συνεχώς στο σύνολό του από τις αγορές ομολόγων.
«Στην περίπτωση της Ελλάδας, δεν έχει νόημα να εξετάζει κανείς το λόγο χρέους προς ΑΕΠ –δεν είναι σαφές αν σημαίνει πολλά», αναφέρει ο Chris Jeffery της Legal & General Investment Management, η οποία τοποθετείται σε ελληνικά ομόλογα. Τα ιταλικά ομόλογα από την άλλη, έχουν ένα μόνιμο ρίσκο αναχρηματοδότησης, προσθέτει.
Καθώς τα ελληνικά ομόλογα «τρέχουν», αλλάζει και η ποιότητα των επενδυτών. Τον Απρίλιο του 2014, το 30% των νέων τίτλων είχαν αγοραστεί από hedge funds, σύμφωνα με τον Lee Cumbes, επικεφαλής κρατικών ομολόγων στη Barclays. Εφέτος, τα hedge funds έχουν αγοράσει μόλις το 5% των ελληνικών τίτλων, με την μεγάλη πλειονότητα της προσφοράς να καλύπτεται από πιο συντηρητικούς διαχειριστές. Ωστόσο, ακόμη και σε έναν κόσμο όπου χρέος άνω των 12,5 τρισ. δολαρίων διαπραγματεύεται με αρνητικά επιτόκια, κάποιοι είναι σκεπτικοί με την προφανή μεταμόρφωση της Ελλάδας σε μια «φυσιολογική» αγορά ομολόγων.
«Δεν έχω κανένα ενδιαφέρον τώρα, με αυτές τις αποδόσεις και αυτά τα spreads», δηλώνει ο Graham Neilson, επικεφαλής επενδύσεων στην λονδρέζικη Fulcrum Asset Management. «Στο 20% κανείς δεν τα ακουμπούσε και τώρα φωνάζουν ‘αγοράστε’ στο 1,2%; Όχι, ευχαριστώ».
© The Financial Times Limited 2019. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation