Η περίοδος ως τις προεδρικές εκλογές του Νοεμβρίου του 2020 θα φανεί στους Αμερικανούς σαν μια αιωνιότητα. Δεν γνωρίζει κανείς πότε θα συμφωνήσει ο Ντόναλντ Τραμπ να επαναφέρει σε πλήρη λειτουργία την ομοσπονδιακή κυβέρνηση των ΗΠΑ. Αλλά το βέβαιο είναι πως το Κογκρέσο δεν θα του δώσει κάποιο σοβαρό ποσό για την κατασκευή του τείχους στα σύνορα του Μεξικού.
Τούτο φέρνει τον κ. Τραμπ αντιμέτωπο με ένα δίλημμα, το οποίο θα γίνεται πιο έντονο καθώς θα πλησιάζουν οι εκλογές. Είναι αμφίβολο αν θα είχε απογειωθεί η πολιτική του καριέρα, αν δεν είχε υποσχεθεί να χτίσει ένα τείχος, αλλά θα του είναι όλο και πιο δύσκολο να τιμήσει την υπόσχεση αυτή.
Τους επόμενους είκοσι μήνες, ο κ. Τραμπ πρέπει να συνεχίσει να βρίσκει τρόπους να κατηγορεί τους Δημοκρατικούς ότι καταπνίγουν τη βούληση του αμερικανικού λαού. Κάνοντάς το αυτό, θα ενσαρκώσει με τον τρόπο του τον ορισμό του Ουίνστον Τσόρτσιλ για τον φανατικό -«κάποιον που δεν μπορεί να αλλάξει άποψη και δεν αλλάζει θέμα συζήτησης». Ως όμηρος των ίδιων του των πεπραγμένων, ο κ. Τραμπ μπορεί να αποφύγει την ταπείνωση μόνο αν πιάσει όμηρο την αμερικανική πολιτική.
Ο Στιβ Μπάνον, ο πρώην στρατηγικός του σύμβουλος, λέει συχνά πως ο κ. Τραμπ έχει μηδενικές πιθανότητες να επανεκλεγεί, αν δεν καταφέρει να κατασκευάσει το τείχος. Στην πράξη, ο κ. Τραμπ μπορεί να κερδίσει και χωρίς αυτό. Υπάρχουν δύο λόγοι για τους οποίους θα συνεχίσει να μιλάει για το τείχος ως τις εκλογές.
Ο πρώτος είναι πως δεν έχει σε τίποτα καλύτερο να αναφερθεί. Όσον αφορά την εγχώρια ατζέντα του κ. Τραμπ, το τείχος στα σύνορα του Μεξικού είναι ουσιαστικά το μόνο που έχει απομείνει. Τα μόνα μεγάλα βήματα που έχει κάνει είναι η υπογραφή των φοροαπαλλαγών $1,5 τρισ. στο τέλος του 2017 και η τοποθέτηση δύο συντηρητικών δικαστών στο Ανώτατο Δικαστήριο. Οποιοσδήποτε Ρεπουμπλικάνος πρόεδρος θα είχε κάνει το ίδιο.
Για να είμαστε δίκαιοι με τον κ. Τραμπ, υποσχέθηκε επίσης να προστατεύσει τους ξεχασμένους Αμερικανούς και να τονώσει τις δαπάνες για υποδομές. Αυτό τον έκανε να διαφέρει από το κατεστημένο των Ρεπουμπλικάνων. Ωστόσο, και τα δύο συνδέονται στο μυαλό του κ. Τραμπ με το να υψωθεί ένα φυσικό σύνορο με το Μεξικό.
Το νόημα του τείχους ήταν να προστατεύσει τους ξεχασμένους Αμερικανούς από την εισβολή ισπανόφωνων μεταναστών, διακινητών ναρκωτικών και εγκληματικών οργανώσεων. Επιπλέον, θα είναι το μεγαλύτερο έργο υποδομής μετά το Σινικό Τείχος. Τώρα που ο κ. Τραμπ έχει παραδεχθεί ότι θα κατασκευαστεί από χάλυβα και όχι από τσιμέντο, θα δώσει από μόνο του σημαντική ανάσα στην αμερικανική βιομηχανία χάλυβα. Όσο πιο πολύ ασχολείται με αυτό ο Τραμπ, τόσο μεγαλύτερη σημασία αποκτάει.
Το ίδιο ισχύει και για την εκλογική του βάση. Ως προεκλογικό σύνθημα, το «μεγάλο όμορφο τείχος» του κ. Τραμπ αποδείχθηκε καθαρό χρυσάφι. Συμβόλιζε τον φόβο απέναντι στους ξένους και την υπόσχεση για θέσεις εργασίας. Κανείς δεν μπορούσε να ξεχάσει μια τόσο απτή υπόσχεση. Ως στρατηγική επανεκλογής είναι μάλλον ανεπαρκής. Αν ο κ. Τραμπ δεν κατάφερε να κατασκευάσει ένα τείχος κατά τα πρώτα δύο χρόνια που οι Ρεπουμπλικάνοι είχαν τον έλεγχο και των δύο σωμάτων του Κογκρέσου, γιατί προσπάθησε να κάνει κάτι μόνο όταν απέκτησαν περισσότερη δύναμη οι Δημοκρατικοί;
Η απάντηση είναι απλή. Ο κ. Τραμπ δεν αντιμετώπισε ποτέ το τείχος ως κάτι παραπάνω από ένα σλόγκαν. Η κατασκευασμένη κρίση για τα σύνορα σταμάτησε τη στιγμή που εκλέχτηκε ο κ. Τραμπ τον Νοέμβριο του 2016. Άρχισε ξανά μόνο τις εβδομάδες πριν τις ενδιάμεσες εκλογές το 2018. Οι κρίσεις για τα σύνορα είναι ένας τρόπος να προκαλείται φόβος και οργή. Εκδηλώνονται όταν είναι στην εξουσία οι Δημοκρατικοί.
Δεύτερον, ο κ. Τραμπ γνωρίζει πώς να απευθύνεται στη βάση του. Όταν προσπαθεί να κάνει στροφή προς το κέντρο, η συντηρητική δεξιά τον επαναφέρει στην τάξη. Μόλις τέσσερις ημέρες προτού ανασταλεί η λειτουργία υπηρεσιών της ομοσπονδιακής κυβέρνησης, ο κ. Τραμπ είχε συμφωνήσει σε ένα νομοσχέδιο που θα κρατούσε ανοιχτή την αμερικανική κυβέρνηση. Δεν περιλάμβανε καμιά χρηματοδότηση για το τείχος. Διαπομπεύτηκε ως «πουλημένος» από την εθνικιστική πτέρυγα του Ρεπουμπλικανικού κόμματος. Ο κ. Τραμπ άλλαξε αμέσως ρότα. Τέσσερις ημέρες αργότερα μπήκε το «λουκέτο» στην κυβέρνηση.
Με ποσοστό αποδοχής 89% μεταξύ των Ρεπουμπλικάνων ψηφοφόρων, ο κ. Τραμπ μπορεί εύκολα να αντιμετωπίσει έναν εκπρόσωπο του ρεπουμπλικανικού κατεστημένου για να κερδίσει το χρίσμα του κόμματός του. Μπορεί επίσης να κρατήσει υπό έλεγχο τους περισσότερους Ρεπουμπλικάνους βουλευτές. Αλλά η δύναμη αυτή είναι και η μεγαλύτερη αδυναμία του. Τον εμποδίζει από το να κάνει τα πράγματα που θα βελτίωναν τις πιθανότητές του να κερδίσει για δεύτερη φορά τις προεδρικές εκλογές. Οπότε μένει εγκλωβισμένος σε ένα τείχος-φάντασμα.
Είναι πιθανό τις επόμενες ημέρες ο κ. Τραμπ να κηρύξει κατάσταση έκτακτης εθνικής ανάγκης και να διαθέσει πόρους από τον αμυντικό προϋπολογισμό για την κατασκευή του τείχους. Σε εκείνο το σημείο, η ψύχωσή του με το τείχος θα μετατραπεί σε συνταγματική κρίση.
Δεδομένων των παρορμήσεων του κ. Τραμπ, το ενδεχόμενο αυτό γίνεται όλο και πιο πιθανό.
© The Financial Times Limited 2019. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation