Μετά από τέσσερα χρόνια και αγορές ομολόγων €2,6 τρισ., το πείραμα της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για τη διάσωση της οικονομίας της ευρωζώνης μέσω της διόγκωσης του ισολογισμού της πρόκειται να φτάσει στο τέλος του.
Ελάχιστες πολιτικές υπήρξαν τόσο διχαστικές κατά τη διάρκεια της θητείας του Μάριο Ντράγκι στο τιμόνι της ΕΚΤ όσο η «ποσοτική χαλάρωση», το γιγαντιαίο πρόγραμμα αγορών ομολόγων με στόχο την υπέρβαση της οικονομικής στασιμότητας.
Μια ανορθόδοξη πολιτική που εφαρμόστηκε προηγουμένως και από άλλες μεγάλες κεντρικές τράπεζες όπως η Fed των ΗΠΑ και η Τράπεζα της Αγγλίας, αποτέλεσε ένα «καυτό» ζήτημα στην ευρωζώνη, όπου τα δημοσιονομικά συνετά κράτη του Βορρά δεν ήθελαν να αναλάβουν πολιτικά ρίσκα που συνδέονταν με τους αδύναμους νοτιότερους εταίρους τους.
Ο κ. Ντράγκι ξεπέρασε τις ενστάσεις των γερακιών της ΕΚΤ για να επιβάλει το QE και την περασμένη χρονιά η ευρωζώνη αναπτύχθηκε με τον ταχύτερο ρυθμό μετά το ξέσπασμα της παγκόσμιας κρίσης. Σήμερα στη Φρανκφούρτη, ο πρόεδρος της ΕΚΤ αναμένεται να επιβεβαιώσει αυτό που η τράπεζα διαμηνύει εδώ και μήνες, ότι η εποχή του QE τελείωσε.
Αλλά ο κ. Ντράγκι, ο οποίος διανύει πλέον τον τελευταίο από τα οκτώ χρόνια στην προεδρία της ΕΚΤ, ετοιμάζεται για μια ακόμα μάχη με μόνιμους επικριτές, όπως ο πρόεδρος της Bundesbank Γιενς Βάιντμαν, αυτή τη φορά για το πόσο γρήγορα θα προχωρήσει η σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής.
Με την ανάπτυξη στην ευρωζώνη να έχει επιβραδυνθεί και σοβαρά ρίσκα να ελλοχεύουν εντός και εκτός της νομισματικής ένωσης, ο κ. Ντράγκι θέλει να ενισχύσει το μήνυμα ότι η ΕΚΤ θα συνεχίσει να στηρίζει την οικονομία με άλλα μέσα και ότι η νομισματική πολιτική απέχει ακόμα χρόνια από την ομαλότητα.
«Αυτό θα είναι ορόσημο για την ΕΚΤ» ανέφερε ο Φλόριαν Χένσε, οικονομολόγος στην Berenberg Bank, προσθέτοντας ότι η τράπεζα «αφήνει το πόδι από το γκάζι σε μια στιγμή που η οικονομία δείχνει ξεκάθαρα σημάδια αποδυνάμωσης».
Μετά το καλοκαίρι, όταν η ΕΚΤ άρχισε να επιβραδύνει την αύξηση του ισολογισμού της, οι νέες αγορές ομολόγων έχουν υποχωρήσει στα €15 δισ. από €30 δισ. και τώρα θα ολοκληρωθούν.
Αλλά το τι θα κάνει η κεντρική τράπεζα με τα €2,6 τρισ. που έχει συσσωρεύσει υπό το QE είναι ένα άλλο θέμα και έχει σημασία όσον αφορά τον βαθμό σύσφιξης της νομισματικής πολιτικής, ανεξάρτητα από το πότε η ΕΚΤ θα αποφασίσει να προσαρμόσει τα επιτόκια.
Μέχρι τώρα, το μήνυμα της κεντρικής τράπεζας ήταν ότι θα προχωρήσει στην επανεπένδυση των ομολόγων που ωριμάζουν «για μια παρατεταμένη χρονική περίοδο» μετά το τέλος του QE. Για να ενισχύσει το μήνυμα αυτό και να πείσει τις αγορές για την προτεινόμενη στρατηγική του κ. Ντράγκι, θα μπορούσε είτε να υποδείξει κάποιο χρονοδιάγραμμα είτε να συνδέσει οποιαδήποτε διακοπή των επανεπενδύσεων με ενδείξεις επιτάχυνσης της οικονομίας.
Τρεις πηγές που γνωρίζουν το κλίμα εντός της κεντρικής τράπεζας ανέφεραν πως το παραπάνω θα αποτελέσει μεγάλο μέρος των συζητήσεων της Πέμπτης.
Ένα άλλο ζήτημα είναι πώς η κεντρική τράπεζα θα διαχειριστεί τα επιτόκια, τα οποία βρίσκονται σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα από την άνοιξη του 2016. Το βασικό επιτόκιο αναχρηματοδότησης είναι μηδέν, ενώ το αρνητικό επιτόκιο διευκόλυνσης αποδοχής καταθέσεων σημαίνει ότι ακόμα κοστίζει στις τράπεζες της ευρωζώνης 0,4% να έχουν τα χρήματά τους εντός του συστήματος εθνικών κεντρικών τραπεζών της ΕΚΤ, ένα σταθερό σημάδι του παράλογου κόσμου που διαμορφώθηκε μετά την παγκόσμια κρίση.
Μέχρι τώρα, η ΕΚΤ έχει διαμηνύσει πως αναμένει να κρατήσει τα επιτόκια σταθερά «τουλάχιστον ως το πέρας του καλοκαιριού του 2019». Δεν είναι εξασφαλισμένη καμία συμφωνία για την υιοθέτηση νέας φρασεολογίας. Αλλά με τα στοιχεία να δείχνουν ότι η ανάπτυξη της περιοχής αποδυναμώνεται, οι οικονομολόγοι αναμένουν ότι η τράπεζα θα διακηρύξει ότι τα ρίσκα για την οικονομία είναι καθοδικά.
Αυτό θα βοηθήσει την ΕΚΤ να πείσει το υπόλοιπο Εκτελεστικό Συμβούλιο να στηρίξει ένα μήνυμα για πιο σταδιακή σύσφιξη και να δεσμευτεί ενδεχομένως σε μέτρα που θα έχουν ισχύ και πέρα από τη λήξη της θητείας του κ. Ντράγκι τον ερχόμενο Οκτώβριο.
Ο κ. Ντράγκι μπορεί να δυσκολευτεί περισσότερο να διαβεβαιώσει τους επενδυτές ότι παρά την απομάκρυνση ενός σημαντικού μέρους της νομισματικής τόνωσης, η ΕΚΤ θα συνεχίσει να παρέχει στήριξη για μια οικονομία όπου η ανάπτυξη βρίσκεται στο χαμηλότερο επίπεδο από την έναρξη του QE τον Μάρτιο του 2015. Οι αγορές έχουν ήδη αρχίσει να στοιχηματίζουν ότι τα επιτόκια δεν θα αυξηθούν ως το 2020 και οι επανεπενδύσεις από το QE θα συνεχιστούν για δύο με τρία χρόνια.
Με την οικονομία της Ιταλίας να αποδυναμώνεται, την εμπιστοσύνη στη Γαλλία να έχει κλονιστεί από τις διαδηλώσεις των «κίτρινων γιλέκων» και τις αγορές να έχουν τρομάξει από τις παγκόσμιες εμπορικές εντάσεις και τη διχόνοια του Brexit, ορισμένοι αναλυτές φοβούνται ότι η κεντρική τράπεζα δεν θα καταφέρει να στηρίξει την οικονομία αν έλθει μια ύφεση.
«Οι αγορές αισθάνονται ότι μια ύφεση είναι προ των πυλών» τόνισε ο Ανατόλι Ανέκνοφ, οικονομολόγος στη Société Générale. «Δεν τους ενδιαφέρει ιδιαίτερα τι θα κάνει η ΕΚΤ σε τρία χρόνια από τώρα, ενδιαφέρονται για το τι μπορεί να κάνει βραχυπρόθεσμα, αν τα πράγματα χειροτερέψουν».
Οι επενδυτές υποψιάζονται εδώ και καιρό ότι ένας από τους λόγους που η τράπεζα θέλει να βάλει τέλος στο QE είναι ότι τελειώνουν τα ομόλογα που μπορεί να αγοράσει, εξαιτίας των περιορισμών για την ποσότητα του χρέους μιας χώρας που μπορεί να έχει στο χαρτοφυλάκιό της. Η Γερμανία, με το τεράστιο πρωτογενές δημοσιονομικό της πλεόνασμα, δεν εκδίδει αρκετά ομόλογα για να αγοράσει η ΕΚΤ με βάση τους κανονισμούς της.
Οπότε, είναι πιθανό ο κ. Ντράγκι να αφήσει υπόνοιες για κάποιον τρίτο τρόπο παροχής φθηνής και άφθονης πίστωσης, ένα νέο γύρο δημοπρασιών φθηνών δανείων προς τις τράπεζες, που στη γλώσσα της ΕΚΤ ονομάζεται «Στοχευμένες Μακροπρόθεσμες Πράξεις Αναχρηματοδότησης» ή TLTRO.
Aν οι δημοπρασίες πάρουν το «πράσινο φως», δεν πρόκειται να αποκαλυφθούν ως την επόμενη χρονιά, σύμφωνα με δύο άτομα που γνωρίζουν το σκεπτικό της τράπεζας και δεν αλλάζουν τη σημασία που θα έχει η επικείμενη λήξη του QE.
«Όσον αφορά τις αγορές, οτιδήποτε είναι υπέρ μιας σταδιακής σύσφιξης βοηθάει», ανέφερε ο Ρίτσαρντ Μπάργουελ, οικονομολόγος στην BNP Paribas Asset Management.
«Αλλά στην πράξη, τα TLTRO και το QE είναι δύο διαφορετικά πράγματα. Οι αγορές ομολόγων σημαίνουν ότι οι κεντρικοί τραπεζίτες ελέγχουν το μέγεθος του ισολογισμού. Με τα TLTRO παραχωρείς τον έλεγχο αυτό στις τράπεζες» πρόσθεσε.
© The Financial Times Limited 2018. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation