Το στρατηγικό πρόβλημα της Deutsche Bank και τα CDS

Πονοκέφαλος για τον γερμανικό κολοσσό το κόστος χρηματοδότησης. Σε επίπεδα ανάλογα με αυτά της Unicredit έφτασε το κόστος ασφάλισης έναντι πτωχεύσεων. Η ανάγκη για νέα στρατηγική και τα «δώρα» της γερμανικής κυβέρνησης.

Το στρατηγικό πρόβλημα της Deutsche Bank και τα CDS
  • των Stephen Morris, Robert Smith και Olaf Storbeck

Η Deutsche Bank ετοιμάζεται να χάσει έως και 200 εκατομμύρια ευρώ σε ετήσια έσοδα εκτός εάν ο επικεφαλής της Christian Sewing μπορέσει να αντιστρέψει το «φούσκωμα» του κόστους χρηματοδότησης. Τα στελέχη έχουν κάνει το θέμα της μείωσης του κόστους έκδοσης χρέους κορυφαία προτεραιότητα μετά από ένα ταπεινωτικό καλοκαίρι, δηλώνουν άνθρωποι με γνώση του πως σκέπτονται.

Η πίεση έρχεται μετά τις υποβαθμίσεις της αξιολόγησης και τη συνεχιζόμενη κατρακύλα της μετοχής. Το κόστος ασφάλισης έναντι του χρέους της διπλασιάστηκε από τους φόβους μετάστασης από τις πολιτικές κρίσεις σε Ιταλία και Τουρκία.

Χαρακτηριστικό της επιδεινούμενης κατάστασης που αντιμετωπίζει ο κος Sewing είναι το ότι κάθε μη εξασφαλισμένο ομόλογο που έχει πουλήσει η Deutsche Bank φέτος τελεί υπό διαπραγμάτευση σε τιμές κάτω από αυτή της έκδοσης. Ενώ αρκετές γερμανικές τράπεζες εξέδωσαν για πρώτη φορά τον περασμένο μήνα ένα νέο τύπο υπερ-ασφαλούς ανώτερου (senior) χρέους, η Deutsche Bank έπρεπε να πληρώσει κουπόνι υπερδιπλάσιο αυτού του μικρότερου εγχώριου ανταγωνιστή της, της Commerzbank.

Η Deutsche Bank ιστορικά επωφελήθηκε από το ότι θεωρούνταν ως de facto επέκταση του γερμανικού κράτους -με τη σιωπηρή εγγύηση ότι θα διασώζονταν- και έτσι ήταν σε θέση να αντλεί κεφάλαια με επιτόκια που προσέγγιζαν αυτά του Δημοσίου. Ωστόσο οι κανόνες μετά την κρίση σήμαιναν ότι ακόμα και οι ανώτεροι (senior) ομολογιούχοι θα πλήρωναν αν η τράπεζα αποτύγχανε, κάτι που εκτόξευσε τα κόστη.

«Η ικανότητα της Deutsche Bank να δανείζεται με χαμηλότερο επιτόκιο από τους ανταγωνιστές της ήταν ο ακρογωνιαίος λίθος του ανταγωνιστικού της πλεονεκτήματος… η επανάκτησή του πρέπει να είναι η νούμερο ένα στρατηγική προτεραιότητα», δήλωσε ο Jernej Omahen τραπεζικός αναλυτής στην Goldman Sachs.

Πληρώνοντας περισσότερα από τους μεγάλους ανταγωνιστές της, όπως η γαλλική BNP Paribas και η αμερικανική JPMorgan Chase, το επενδυτικό τμήμα της Deutsche Bank είναι ευάλωτο στο να βρεθεί εκτός αγοράς σε όρους τιμολόγησης απέναντι στους σημαντικότερους θεσμικούς πελάτες, κάτι που θα οδηγήσει σε σημαντική μείωση μεριδίου, λένε αναλυτές.

«Μικρές αλλαγές στο κόστος χρηματοδότησης μπορούν να έχουν τεράστιο αντίκτυπο στην κερδοφορία μιας τράπεζας», δήλωσε ένας από τους 20 μεγαλύτερους μετόχους. «Αν το κόστος χρηματοδότησης αυξηθεί κατά 10 μονάδες βάσης 20% της κερδοφορίας εξαφανίζεται».

Ενώ τα στελέχη της Deutsche Bank αναγνωρίζουν ότι το πρόβλημα πρέπει να αντιμετωπιστεί γρήγορα, ένας προειδοποίησε ότι πρέπει να υπάρξει μια ισορροπία μεταξύ του κατευνασμού των οίκος αξιολόγησης και των επενδυτών στην αγορά χρέους μέσω ενός πολύ συντηρητικού ισολογισμού και της αναζωογόνησης των αδύναμων κερδών μέσω της ανάληψης περισσότερου ρίσκου.

«Πιστεύουμε ότι το αξιόχρεό μας δεν έχει αναγνωριστεί πλήρως στα spreads μας», δήλωσε εκπρόσωπος της τράπεζας επικαλούμενος την άνω του στόχου κεφαλαιακή θέση και τη μεγάλη καταθετική βάση. «Καθώς συνεχίζουμε να επιδεικνύουμε πρόοδο, είμαστε πεπεισμένοι ότι η αξιολόγησή μας και τα spread θα βελτιωθούν».

Τον Μάρτιο ο οικονομικός διευθυντής James von Moltke δήλωσε ότι τα αυξημένα κόστη χρηματοδότησης έχουν γίνει «βαρίδι» 150 εκατ. ευρώ στα έσοδα της τράπεζας και ότι η κατάσταση έκτοτε έχει χειροτερεύσει.
Για παράδειγμα, το κόστος αγοράς ασφαλίστρων έναντι πτώχευσης (CDS- παράγωγα που πληρώνουν αν η τράπεζα πτωχεύσει) έχει υπερδιπλασιαστεί φέτος. Το πενταετές CDS τελεί υπό διαπραγμάτευση 55 μονάδες βάσης πάνω από αυτό της BNP έχοντας ξεκινήσει τη χρονιά από τα ίδια επίπεδα.

Το CDS της Deutsche Bank είναι σήμερα μόλις 20 μονάδες βάσης χαμηλότερα από αυτό της ιταλικής UniCredit που είναι φορτωμένη με δισεκατομμύρια ευρώ μη εξυπηρετούμενων δανείων και βρίσκεται εν μέσω ενός λαϊκιστικού πολιτικού κύματος στην εγχώρια αγορά της.

«Το παλιό τους επιχειρηματικό μοντέλο ήταν ‘μπορούμε να δανειστούμε φθηνότερα από την Goldman Sachs, μόχλευσε το και βγάλε ένα αξιοπρεπές ποσό», είπε άλλος επενδυτές. «Το ότι δεν το έχουν πλέον αυτό συνιστά μεγάλο πρόβλημα».

Στη θολή εικόνα προστέθηκε η έξωση της μετοχής της τράπεζας από την λίστα των κορυφαίων 50 blue chips της Ευρώπης αφού προηγήθηκε πτώση 39% από την αρχή της χρονιάς.

Ενώ μια ετήσια απώλεια 200 εκατ. ευρώ είναι ανεπιθύμητη στο πλαίσιο των ετήσιων εσόδων ύψους 26 δισ. δολαρίων δεν είναι ακόμα αρκετή για να αναγκάζει την τράπεζα να διώξει πελάτες ή να αλλάξει στρατηγική. Ωστόσο η τράπεζα τρέχει ένα σερί τριών συνεχόμενων ζημιογόνων ετών και ο πρώην επικεφαλής της John Cryan εκδιώχθηκε γιατί δρούσε «πολύ αργά».

Υπάρχει ωστόσο κάποιο έδαφος για αισιοδοξία. Οι αναλυτές θεωρούν ότι η κεφαλαιακή βάση και η ρευστότητας της τράπεζας είναι ισχυρές ενώ φέτος πρέπει να ανανεώσει μόνο 10 δισ. ευρώ από το συνολικό δανεισμό της από τις αγορές. Επιπλέον, οι ευρωπαϊκές ρυθμιστικές αρχές έδωσαν πρόσφατα την άδεια να χρησιμοποιήσει καταθέσεις πελατών του τμήματος της Postbank για να χρηματοδοτήσει περισσότερο κερδοφόρες δραστηριότητες σε άλλους τομείς, ενώ ο γερμανικός νόμος άλλαξε τον Ιούλιο και αυτό σημαίνει ότι μπορεί τώρα να εκδώσει μια νέα μορφή φθηνότερου «προνομιούχου» senior χρέους.

© The Financial Times Limited 2018. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v