Αν θέλετε να καταλάβετε τον Ντόναλντ Τραμπ και τους δασμούς που επέβαλε πρόσφατα στην Ευρώπη, τον Καναδά και το Μεξικό, το καλύτερο που έχετε να κάνετε είναι να μελετήστε τους κανονισμούς του κατς. Σε αντίθεση με το μποξ που βασίζεται σε αυστηρούς κανόνες, το κατς θέλει να δημιουργεί την εντύπωση ότι όλα επιτρέπονται.
Είναι ένας κόσμος που θυμίζει αυτόν των κόμικ, όπου οι «καλοί» παλεύουν με τους «κακούς», πετάνε καρέκλες και κάνουν διάφορα κόλπα και φιγούρες. Δεν υπάρχει στρατηγική, μόνο ψυχολογία.
Με αυτό έχουμε να κάνουμε στον τελευταίο γύρο παγκόσμιων εμπορικών διαξιφισμών. Φανταστείτε τον Ντόναλντ Τραμπ να φοράει κόκκινο κολάν με την αμερικανική σημαία ζωγραφισμένη στο στήθος του και ένα τατουάζ «αγαπάω την μαμά μου» στον δικέφαλο και θα έχετε μια πολύ καλή εικόνα. Δεν υπάρχει πραγματικό σχέδιο. Απλά παίζει με την εκλογική του βάση πριν τις ενδιάμεσες εκλογές.
Αλλά υπάρχει ένα μεγάλο πρόβλημα: Οι ΗΠΑ έχουν κηρύξει πόλεμο κατά των «καλών», όχι των κακών. Με την επιβολή δασμών στους συμμάχους της Αμερικής, ο Τραμπ έχει βάλει τις ΗΠΑ στην χειρότερη δυνατή θέση: έχει αποξενώσει τις χώρες που θα μπορούσαν να βοηθήσουν τις ΗΠΑ να δώσουν σημαντικές εμπορικές μάχες κατά της Κίνας.
Αυτοί δεν έχουν να κάνουν τόσο με τον χάλυβα και το αλουμίνιο, αλλά με το ποιος θέτει τις προδιαγραφές για την ψηφιακή οικονομία και παίρνει το προβάδισμα σε τομείς όπως τα δίκτυα 5G, το ίντερνετ των πραγμάτων και την τεχνητή νοημοσύνη. Εκεί θα έχει μετακινηθεί το μεγαλύτερο μέρος της παγκόσμιας ανάπτυξης τις επόμενες δεκαετίες. Το εμπόριο στα παλιά γνωστά αγαθά και υπηρεσίες είναι στάσιμο για χρόνια, ενώ οι ροές στο ψηφιακό εμπόριο αυξήθηκαν 45 φορές από το 2005 ως το 2014, σύμφωνα με το McKinsey Global Institute.
Η νέα παγκόσμια οικονομία δεν βασίζεται στη μεταποίηση, αλλά στην υπολογιστική δύναμη και τα δεδομένα. Υπάρχουν τεράστιες ευκαιρίες για ανάπτυξη της παραγωγικότητας εδώ, την οποία έχει απεγνωσμένα ανάγκη ο πλανήτης.
Με βάση μια άλλη έκθεση του MGI, πρέπει να διπλασιάσουμε την ανάπτυξη της παραγωγικότητας τις επόμενες δεκαετίες αν θέλουμε να διατηρήσουμε τα σημερινά επίπεδα διαβίωσης. Αλλά για να κερδίσουμε αυτά τα οφέλη και να διασφαλίσουμε ότι θα διαχυθούν σε μια μεγάλη βάση, χρειαζόμαστε μια νέα ομάδα κανόνων σχεδόν για τα πάντα, από την φορολογία και την προστασία της πνευματικής ιδιοκτησίας μέχρι το εμπόριο.
Όλα αυτά απαιτούν μια συνεκτική εσωτερική οικονομική στρατηγική, την οποία φυσικά δεν έχει η κυβέρνηση των ΗΠΑ. Ο κ. Τραμπ δεν έχει τοποθετήσει ακόμα κάποιον στο Γραφείο για την Τεχνολογική και Επιστημονική Πολιτική, την υπηρεσία που είναι η πιο κατάλληλη για να συνθέσει όλα τα κομμάτια του παζλ.
Στο εμπόριο, αντί να συγκρουόμαστε με τους συμμάχους για το φυστικοβούτυρο, τις μηχανές και το ουίσκι, θα έπρεπε να εξετάζουμε ζητήματα όπως η τρισδιάστατη εκτύπωση και οι επιπτώσεις της στους κανόνες καταγωγής, που καθορίζουν την εθνική προέλευση των προϊόντων. Οι κανόνες αυτοί αποτελούν ένα επίμαχο σημείο στην επαναδιαπραγμάτευση της NAFTA. Αλλά θα έχουν κάποια σημασία σε μια εποχή που απλά μπορείς να στέλνεις email το σχεδιάγραμμα ενός προϊόντος σε όλο τον κόσμο και να τυπώνεται σε κάθε σημείο της γης;
Oι ΗΠΑ και η Ευρώπη θα έπρεπε να κάτσουν στο ίδιο τραπέζι για να συζητήσουν τις κοινές προδιαγραφές για τα δίκτυα 5G και μια δίκαιη μοιρασιά της πίτας με τα κέρδη στην εποχή των συνδεδεμένων μηχανών. Αυτό θα απαιτήσει διαπραγματεύσεις ανάμεσα στις μεγάλες τεχνολογικές εταιρείες των ΗΠΑ, της τηλεπικοινωνίες στην Ε.Ε. και τις αυτοκινητοβιομηχανίες και τις μεσαίου μεγέθους επιχειρήσεις και στις δύο περιοχές.
Η Κίνα τα εξετάζει ήδη όλα αυτά. Τα τελευταία χρόνια, έχει αυξήσει την επιρροή της στην Διεθνή Ένωση Τηλεπικοινωνιών και σε άλλα σώματα καθορισμού προδιαγραφών που θα κατευθύνουν την υιοθέτηση των τεχνολογιών του 5G και της τεχνητής νοημοσύνης. Η Κίνα κοιτάει μακροπρόθεσμα, την στιγμή που οι ΗΠΑ ακολουθούν μοναχική πορεία.
Είναι ιδιαίτερα ανησυχητικό που η κυβέρνηση Τραμπ έχει ανοίξει μέτωπο με τους Ευρωπαίους συμμάχους της σε μια στιγμή που η Ε.Ε. κινείται πιο κοντά προς την Κίνα. Το Μεσαίο Βασίλειο ξεπέρασε πρόσφατα τις ΗΠΑ ως ο μεγαλύτερος μη Ευρωπαίος εμπορικός εταίρος της Γερμανίας.
Συνολικά, οι ΗΠΑ παραμένουν ο μεγαλύτερος εμπορικός εταιρικός της Ε.Ε., καθώς αντιστοιχούν στο 17% περίπου του εξωτερικού εμπορίου του μπλοκ την προηγούμενη χρονιά. Αλλά η Κίνα δεν είναι πολύ πίσω, στο 15% και η εμπορική σχέση της Ε.Ε. με την Κίνα πιθανότατα θα αναπτυχθεί ακόμα ταχύτερα, καθώς η πρωτοβουλία «Μια Ζώνη- Ενας Δρόμος» της Κίνας μετατοπίζει την εμπορική και αμυντική ισορροπία στην Ασία.
Η Ευρώπη θα είναι όλο και περισσότερο σε θέση να διαχειρίζεται το εμπόριο φυσικών αγαθών με την Κίνα μέσω χερσαίων διαδρομών, αντί να βασίζεται στο αμερικανικό ναυτικό για την προστασία των θαλάσσιων εφοδιαστικών αλυσίδων στον Ειρηνικό.
Ο κόσμος αλλάζει αλλά οι ΗΠΑ παραμένουν κολλημένες σε παλιές διαμάχες. Η μυωπική εστίαση της κυβέρνησης Τραμπ στα εμπορικά ελλείμματα ως τον πιο σημαντικό δείκτη οικονομικής επιτυχίας αποτελεί ίσως το καλύτερο παράδειγμα για αυτό.
Την τελευταία φορά που υπήρξε μια μεγάλη προστατευτική αντίδραση στις ΗΠΑ – εναντίον της Ιαπωνίας τη δεκαετία του 1980 – το μεγάλο έλλειμμα αντιμετωπιζόταν ως δείκτης άδικων εμπορικών πρακτικών. Οι ΗΠΑ επέβαλαν δασμούς στην Ιαπωνία. Αν και η διείσδυση των ιαπωνικών αυτοκινήτων στην αμερικάνικη αγορά μειώθηκε ελαφρώς, τα μέτρα προστατευτισμού αύξησαν τις τιμές των αυτοκινήτων, κάτι που αύξησε με τη σειρά του το συνολικό εμπορικό έλλειμμα. Η πολιτική αυτή στοίχισε στους Αμερικανούς καταναλωτές επιπλέον $5 δισ. το χρόνο, σύμφωνα με το Heritage Institute.
Το συνολικό κόστος των εμπορικών πολέμων των ΗΠΑ με τους συμμάχους τους μένει να φανεί, αλλά μπορεί να στοιχηματίσει κανείς ότι θα είναι υψηλό. Ακόμα και αν η τελευταία σύγκρουση αποδειχθεί μια απάτη τύπου κατς, η Αμερική έχει χάσει ήδη μια απίστευτη ποσότητα εμπιστοσύνης, το πιο πολύτιμο άυλο περιουσιακό στοιχείο.
© The Financial Times Limited 2018. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation