Αν η περίπτωση της ΔΕΠΑ με το φευγιό της Gazprom ήταν μια φορά φιάσκο, η ιδιωτικοποίηση της ΛΑΡΚΟ μπορεί να εξελιχθεί σε πολύ χειρότερο, αν το ΤΑΙΠΕΔ και τα αρμόδια υπουργεία περιοριστούν στη διαχείριση μόνο των νομικών εκκρεμοτήτων που έχει η εταιρεία.
Αν δηλαδή δεν δοθεί λύση στα κύρια θέματα που αφορούν το μέλλον της ΛΑΡΚΟ, τα οποία είναι η τιμή ηλεκτρικού με μακροχρόνια σύμβαση και η απόθεση μεταλλουργικής σκουριάς, δεν πρόκειται να υπάρξει σοβαρός επενδυτής που θα ενδιαφερθεί για την επιχείρηση.
Όπως επισημαίνουν στον ΧΑΜ άνθρωποι που γνωρίζουν πολύ καλά το θέμα, η παραγωγή του νικελίου στο μεταλλουργικό εργοστάσιο της ΛΑΡΚΟ απαιτεί τεράστιες ποσότητες ηλεκτρικού, οι οποίες αντιστοιχούν περίπου στο 3% της συνολικής ζήτησης της χώρας. Έτσι, το κόστος ενέργειας αντιπροσωπεύει πάνω από το 40% του συνολικού κόστους παραγωγής, ενώ η μεταβλητότητα στις τιμές του νικελίου δυσχεραίνει τα πράγματα.
Σήμερα λοιπόν, και λόγω της απαγορευτικής τιμής της κιλοβατώρας, η ΛΑΡΚΟ έχει παραγωγικό κόστος 18.000 δολάρια τον τόνο, όταν η τιμή του νικελίου είναι 14.000 δολάρια ο τόνος. Χάνει δηλαδή 4.000 δολάρια για κάθε τόνο παραγόμενου νικελίου.
Δεύτερο θέμα είναι αυτό της χερσαίας απόθεσης της μεταλλουργικής σκουριάς, η οποία ακόμη και σήμερα απορρίπτεται στον Ευβοϊκό. Η αδειοδότηση για τη χερσαία απόθεση της σκουριάς έχει προχωρήσει, αλλά όχι και τα έργα για την οργάνωση του χώρου. Xωρίς νόμιμο χερσαίο χώρο απόθεσης των εκατομμυρίων τόνων σκουριάς, παραγωγή νικελίου δεν γίνεται.
Με τα δεδομένα αυτά, και χωρίς να έχουν λυθεί τα δύο σοβαρότατα ζητήματα που άπτονται της βιωσιμότητας της επιχείρησης, ο διαγωνισμός δεν μπορεί να προσελκύσει μακροχρόνιους επενδυτές.
Τους μόνους που μπορεί να προσελκύσει θα είναι επιχειρηματίες που θα εκμεταλλευτούν ό,τι «ψαχνό» έμεινε στο εργοστάσιο και με την πρώτη ευκαιρία θα γίνουν «Πουλόπουλοι», αφήνοντας αμανάτι στο ελληνικό δημόσιο μια καταρρέουσα επιχείρηση, τα χρέη της και μερικές εκατοντάδες εργαζόμενους κατασκηνωμένους στην είσοδο του υπουργείου Οικονομικών.